ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

163 θεια» (άρθρα 621, 624, 625 ΑΚ), ή χρησιμοποιεί τον επιθετικό προσδιορισμό «συνηθισμένος» ή «συνήθης», για να προσδιορίσει τις συνήθειες που ισχύουν ως προς ορισμένο θέμα που εκφράζεται με το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, όπως, λόγου χάριν, ο μισθός (άρθρο 653 ΑΚ), η εργασία (άρθρο 659 ΑΚ), η χρή- ση (άρθρο 1003 ΑΚ), η συντήρηση (άρθρο 1152 ΑΚ) ή η αμοιβή σε ορισμένο τόπο (άρθρο 705 παράγραφος 2 ΑΚ). Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις τα συναλλακτικά ήθη, καθώς αποτελούν στοιχείο του πραγματικού των κανό- νων που προαναφέρθηκαν, καθίστανται δευτερογενής Πηγή του Δικαίου 655 . Θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι, κατά κανόνα, τα συναλλακτικά ήθη χρησιμο- ποιούνται στο νόμοως στοιχείο εξειδίκευσης της αόριστης έννοιας της καλής πίστης. Οι τηρούμενες συναλλακτικές συνήθειες, ακόμα και αν παρουσιάζουν το στοιχείο της μακράς και ομοιόμορφης άσκησης, δεν αποτελούν καθ΄εαυτές έθιμα, διότι ελλείπει από αυτές το στοιχείο της opinio iuris. Πάντως, συναλ- λακτική συνήθεια η οποία προσκρούει στα χρηστά ήθη δε λαμβάνεται υπόψη. Τέλος, από άποψη δικονομικής μεταχείρισης, κατά την ΚΠολΔ 337, ο νόμος εξομοιώνει τα συναλλακτικά ήθη με το έθιμο. Αντίθετα, η διάταξη 559 πα- ράγραφος 1 ΚΠολΔ δεν αναφέρεται στα συναλλακτικά ήθη. Γίνεται, όμως, δεκτό ότι η μη λήψη υπόψη αυτών από το δικαστήριο οδηγεί σε εσφαλμέ- νη ερμηνεία ή πλημμελή εφαρμογή του κανόνα δικαίου, στο πραγματικό του οποίου περιέχεται η έννοια των συναλλακτικών ηθών. 3. Τα χρηστά ήθη Ο όρος «χρηστά ήθη» χρησιμοποιείται στο νόμο για να υποδηλώσει την κρα- τούσα κοινωνική ηθική, δηλαδή τις κρατούσες σε ένα κοινωνικό σύνολο αντιλήψεις για το πότε μια συμπεριφορά, που δεν αξιολογείται από συγκε- κριμένη διάταξη νόμου, είναι επιτρεπτή ή ανεκτή στο πλαίσιο της κοινωνι- κής συμβίωσης 656 . Ως κριτήριο των χρηστών ηθών χρησιμεύουν οι αντιλή- ψεις του μέσου, εύφρονα και συνετού ανθρώπου. Καθώς στην έννοια των χρηστών ηθών ενυπάρχει ένα στοιχείο ανύψωσης και εξιδανίκευσης της αναμενόμενης συμπεριφοράς, συνδέονται αυτά με την έννοια της ηθικής. Η κοινωνική ηθική, όμως, αντιδιαστέλλεται από την απόλυτη ηθική και, κατ΄α- ντίθεση προς εκείνη, έχει αντικειμενικό περιεχόμενο. Για το λόγο αυτό, η κοινωνική ηθική δεν ταυτίζεται ούτε με τις αντιλήψεις του αυστηρά σκεπτό- μενου ανθρώπου, ούτε και με τις αντιλήψεις του δικαστή, ο οποίος είναι υπο- χρεωμένος να ανακαλύψει το αντικειμενικό της περιεχόμενο. Η διάγνωση των χρηστών ηθών καθίσταται ακόμη πιο δυσχερής από το γεγονός ότι η 655. Ενδεικτικά βλ. άρθρα 142, 197 και 889 ΑΚ. 656.  Κ. Σημαντήρας , Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου, 4η Έκδοση, Εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, 1990, αρ. 36. Μέρος Α΄ - Οι ενδοκρατικές Πηγές του Δικαίου

RkJQdWJsaXNoZXIy MjEyOTk=