ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
74 ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ξης όλων αυτών των συμφωνιών. Η συστηματική παρακολούθηση της λειτουργίας όλων αυτών των περιβαλλοντικών συμφωνιών μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον από τα κράτη που έχουν τους απαραίτητους πόρους και το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό. Ο κατακερματισμός σαφώς αποδυναμώνει την αποδοτικότητα αυτών των ρυθμιστικών συστημάτων τα οποία λειτουργούν συχνά εν αγνοία της δραστη- ριότητας των υπολοίπων. Επιπλέον, δεν υπάρχουν διεθνή περιβαλλοντικά δικαστή- ρια με υποχρεωτική δικαιοδοσία που θα μπορούσαν να αποφανθούν για διαφορές που αφορούν στην ερμηνεία και εφαρμογή των περιβαλλοντικών κανόνων. Πολλές από αυτές τις περιβαλλοντικές συμφωνίες έχουν περιφερειακό χαρακτήρα και αφορούν την αντιμετώπιση διασυνοριακών προβλημάτων ρύπανσης, όπως για παράδειγμα την ατμοσφαιρική ρύπανση ή την προστασία συγκεκριμένων θαλασ- σών 191 . Άλλες έχουν οικουμενική εμβέλεια και ρυθίζουν την διαχείριση παγκόσμιων προβλημάτων, όπως το εμπόριο επαπειλουμένων ειδών, την προστασία των υγρο- τόπων, την αρωγή σε περίπτωση πυρηνικού ατυχήματος, τη διασυνοριακή μετα- φορά επικινδύνων αποβλήτων κ.ά. Ορισμένες δημιούργησαν τη δική τους θεσμική υποδομή (συνήθως ένα όργανο που συγκεντρώνει όλα τα συμβαλλόμενα μέρη και μία μόνιμη γραμματεία) για την παρακολούθηση της εφαρμογής και την ενδεχόμε- νη αναθεώρησή τους, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τον θεσμικό κατακερματι- σμό 192 . Είναι πάντως γεγονός ότι αυτή η πρώιμη νομοπαραγωγή δημιούργησε τη βάση για την ανάδυση σημαντικών αρχών του περιβαλλοντικού δικαίου (αρχή της πρόληψης, αρχή της προφύλαξης, αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», αρχή της δέουσας επιμέλειας σε ζητήματα διασυνοριακής ρύπανσης κ.ά.) 193 καθώς και εργαλείων πε- ριβαλλοντικής πολιτικής (θέσπιση ορίων ρύπανσης, εθελοντικές συμφωνίες με τον ιδιωτικό τομέα κ.ά.). Συνέβαλε επίσης στην διαμόρφωση ή την ενίσχυση εθνικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας και υποκίνησε την δημιουργία θεσμικών οργάνων σε διεθνές, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο (π.χ. Υπουργεία Περιβάλλοντος). Αποκορύφωμα αυτής της έντονης διεθνούς νομοπαραγωγής για την προστασία του περιβάλλοντος ήταν η υπογραφή, το 1985, της Σύμβασης για τις ουσίες που κατα- στρέφουν τη στιβάδα του όζοντος, η οποία δημιούργησε ένα νέο πρότυπο θεσμι- κής συνεργασίας για την αντιμετώπιση παγκόσμιων περιβαλλοντικών προκλήσε- 191. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η Σύμβαση της Βαρκελώνης για την προστασία της Μεσογείου θαλάσσης από τη ρύπανση που υπεγράφη στη Βαρκελώνη στις 16 Φεβρουαρίου 1976 και συ- μπληρώθηκε αργότερα από οκτώ εξειδικευμένα πρωτόκολλα. Η Σύμβαση αυτή αποτέλεσε το πρότυπο για την αντιμετώπιση προβλημάτων θαλάσσιας ρύπανσης για άλλες δεκατρείς θαλάσσιες περιοχές του πλανήτη, υπό την αιγίδα του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον. Άλλο παράδειγμα περιφερειακής συνεργασίας αποτελεί η Σύμβαση για τη διασυνοριακή μεταφορά της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που υπογράφτηκε στη Γενεύη το 1979 και συμπληρώθηκε αργότερα από οκτώ εξειδικευμένα πρωτόκολλα. Η Σύμβαση τροπο- ποιήθηκε στις 9 Ιουλίου 1994. 192. Για περισσότερα βλ. David M. Driesen (2003), “Thirty Years of International Environmental Law: A Retrospective and Plea for Reinvigoration”, Syracuse Journal of International Law and Commerce , τόμ. 30, σελ. 353-368. 193. Για μεγαλύτερη ανάλυση βλ. Phillip Sands (2003), Principles of International Environmental Law , 2 nd edition, Cambridge: Cambridge University Press.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=