ΝΕΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ & ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η Οπτική της Εγκληματολογίας της Κοινωνικής Αντίδρασης & της Κριτικής Εγκληματολογίας | 131 θρωποι αντιλαμβάνονται τον εξωτερικό κόσμο, ενώ καθορίζουν και τη δράση τους σε συνδυασμό με τα ερεθίσματα που λαμβάνουν και επεξεργάζονται από το περιβάλλον τους. 11 Ο άνθρωπος κατά τον Mead δε λειτουργεί μηχανικά αλλά λαμβάνει αποφάσεις μέσα από λογικούς- νοητικούς συλλογισμούς με βάση την ερμηνεία που αποδίδει στα πράγματα, τον κόσμο, τους άλλους και τον ίδιο του τον εαυτό. Γι’ αυτό άλλωστε υποστήριζε πως και ο ίδιος ο «εαυτός» δεν συνιστά τίποτε άλλο παρά μία κοινωνική κατασκευή. 12 Για να κατανοηθεί σε βάθος η προσέγγιση του Mead, είναι σκόπιμο να παρατεθεί ο ακόλουθος συλλογισμός που συνοψίζει τη θεωρία του: Oι άνθρωποι διαφέρουν από τα υπόλοιπα έμβια όντα στο ότι διαθέτουν ικανότητα σκέψης, η οποία δια- μορφώνεται στο πλαίσιο της κοινωνικής διαντίδρασης. Κατά την κοινωνική δια- ντίδραση οι άνθρωποι μαθαίνουν τα νοήματα και τα σύμβολα που τους επιτρέ- πουν να ασκούν την ικανότητα σκέψης. Τα νοήματα και τα σύμβολα επιτρέπουν στους ανθρώπους να δρουν μέσα από μία διαλεκτική σχέση με την κοινωνική πραγματικότητα. Ωστόσο, τα κοινωνικά υποκείμενα είναι σε θέση να μεταβάλ- λουν τα νοήματα και τα σύμβολα που χρησιμοποιούν με βάση τoν τρόπο που ερμηνεύουν την κατάσταση. Αντίστοιχα, δύνανται να τροποποιούν και να μετα- βάλλουν τα νοήματα σε συνθήκες διαντίδρασης με τον εαυτό τους, να εξετάζουν διαφορετικές πτυχές και πιθανές πορείες δράσης, να λαμβάνουν αποφάσεις και να κάνουν επιλογές. Τα αλληλένδετα πρότυπα δράσης και διαντίδρασης συγκρο- τούν ομάδες και κοινωνίες. 13 Αυτό συνεπώς που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα έμβια όντα εί- ναι η νοητική ικανότητα, η οποία του επιτρέπει να χρησιμοποιεί τη γλώσσα ως ένα στοιχείο που μεσολαβεί ανάμεσα στο ερέθισμα και την ανταπόκριση, ώστε να αποφασίσει ανάλογα με την ερμηνεία που θα δώσει, τον τρόπο δράσης του. Με άλλα λόγια, η ανθρώπινη δράση αποτελεί μία σύνθετη διεργασία ανάμεσα αφενός στον τρόπο που προσλαμβάνει και επεξεργάζεται την πραγματικότητα το δρών υποκείμενο και αφετέρου στο νόημα που αποδίδεται σε αυτήν μέσω της γλώσσας. Το γεγονός μάλιστα ότι οι φορείς δράσης σ΄ ένα δεδομένο χώρο και χρόνο μοιράζονται κοινά σύμβολα είναι καθοριστικό για την ύπαρξη κοινωνικής ζωής. 14 Εάν όμως η γλώσσα αποτελεί ένα κοινωνικά προσδιορισμένο σύστημα 11. Ritzer, G. (2000), ό.π., σ. 242-245. 12. Η βασική αυτή θέση αναπτύσσεται στο κυριότερο έργο του βλ. Mead G.H. (1934/1962), Mind, Self and Society: From a Standpoint of a Social Behaviourist , Chicago: University of Chicago Press, Πρβλ. Βαλλιάνος, Π. (2009), «Συνείδηση και Κοινωνική Αλλαγή στον J. Dewey και στον G. Mead” σε Τάτσης, Ν.-Θανοπούλου Μ. επιμ. (2009), Η Κοινωνιολογία της Σχολής του Σικάγου , ό.π., σσ. 65- 82:74-76. 13. Ritzer, G. (2000), ό.π., σ. 248. 14. Ritzer, G. (2000), ό.π., σ. 243.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=