ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

145 Χρονικά όρια εφαρμογής των διατάξεων του νέου ΚΠΔ ανοίξει χωρίς την υποβολή έγκλησης για τις εν λόγω πράξεις συνεχίζεται εφόσον ο παθών δηλώσει ότι επιθυμεί την πρόοδό της εντός τεσσάρων μηνών από την έναρξη ισχύος του Ποινικού Κώδικα 343 . Χρήσιμες εδώ είναι οι ακόλουθες παρατηρήσεις: Πρώτον , το άρθρο 464 ΠΚ δεν διευκρινίζει ποιες είναι οι «εκκρεμείς ποινικές διαδικασί- ες», καταλείποντας τον σχετικό εννοιολογικό προσδιορισμό στην ερμηνεία. Η ασφάλεια δικαίου επιβάλλει να υπαχθούν στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης μόνο εκείνες οι υπο- θέσεις στις οποίες έχει κινηθεί ποινική δίωξη από τον εισαγγελέα, με αποτέλεσμα να έχει επέλθει εκκρεμοδικία 344 . Η ίδια λύση (στη βάση ομολογουμένως σαφέστερης διατύπωσης του νόμου 345 ) είχε υιοθετηθεί και στην παρόμοια περίπτωση του αδικήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής 346 , όταν αυτό είχε καταστεί κατ’ έγκληση διωκόμενο 347 . Πράγματι, πριν παθών καλείται να «εγκρίνει» την (προηγηθείσα) αυτεπάγγελτη κίνηση της δίωξης, δηλώνοντας ότι επιθυμεί την πρόοδό της. Επομένως, η αναγνώριση μεγαλύτερης προθεσμίας σε αυτή την περίπτωση μοιάζει (σε έναν βαθμό) δικαιολογημένη. 343. Για τη λήξη του τετραμήνου ήδη η νομολογία φαίνεται να ακολουθεί τον ίδιο κανόνα που εφαρμόζει και επί έγκλησης, σύμφωνα με τον οποίο η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι η ταυτάριθμη της ημέρας έναρξης του τελευταίου μήνα της προθεσμίας [εδώ: η 1.11.2019, η οποία δεν ήταν πάντως εξαιρετέα ώστε να εγείρεται ζήτημα παρέκτασης μέχρι την επόμενη εργάσιμη ημέρα]: βλ. ενδεικτικά ΑΠ 1583/2019, βάση νομολογίας Αρείου Πάγου. Ορθότερο πάντως θα ήταν να γίνει δεκτό ότι η προθεσμία του άρθρου 464 ΠΚ λήγει με την ολοκλήρωση της 31.10.2019, δηλαδή της προηγούμενης της ταυτάριθμης ημέρας του τέταρτου μήνα. Τούτο διότι η πρώτη ημέρα της προθεσμίας (κατά την οποία μπορούσε να υποβληθεί η δήλωση του άρθρου 464 ΠΚ) ήταν η 1.7.2019, και επομένως σε περίπτωση κατά την οποία επιτραπεί η υποβολή της δήλωσης και την 1.11.2019 θα πρόκειται συνολικά για προθεσμία τεσσάρων μηνών και μιας ημέρας. Για το ζήτημα (σε σχέση με τον υπολογισμό της τρίμηνης προθεσμίας έγκλησης) βλ. ενδεικτικά ΑΠ 280/2019, βάση νομολογίας Αρείου Πάγου [με αναφορά στο άρθρο 243 εδ. β΄ ΑΚ και το άρθρο 145 παρ. 2 ΚΠολΔ ένεκα της «ενότητας της έννομης τάξης»], ΑΠ 421/2015, ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 1045/2012, βάση νομολογίας Αρείου Πάγου [με αναφορά μόνο στο άρθρο 243 εδ. β΄ ΑΚ], Γ. Μπουρμά , Άρθρο 117, σε Α. Χαραλαμπάκη , Ποινικός Κώδικας: Ερμηνεία κατ’ Άρθρο, σελ. 972, με περαιτέρω παραπομπές. 344. Βλ. τη ρητή πλέον πρόβλεψη του άρθρου 57 παρ. 3 ΚΠΔ. 345. Βλ. ΑΠ 1311/1997 ΠοινΧρ 1998, 469 [η οποία αναίρεσε απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας διότι η τελευταία δεν διέλαβε αν είχε κινηθεί ποινική δίωξη αυτεπαγγέλτως, προϋπόθεση που ρητά αναφερόταν στη διάταξη]. 346. Βλ. σχετικά Λ. Μαργαρίτη , σε Λ. Μαργαρίτη/Γ. Δημήτραινα , Ακάλυπτη επιταγή: Ζητήματα ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου, εκδ. Σάκκουλα: Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2001, σελ. 194 επ. 347. Το αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής διωκόταν αυτεπαγγέλτως μέχρι το 1996, οπότε προστέ- θηκε (δυνάμει του άρθρου 4 παρ. 1 περ. α΄ Ν 2408/1996, ΦΕΚ Α΄ 104/4.6.1996) νέα παρ. 5 στο άρθρο 79 Ν 5960/1933 περί επιταγής, σύμφωνα με την οποία «[η] ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση του κομιστή της επιταγής που δεν πληρώθηκε». Με το άρθρο 4 παρ. 1 περ. γ΄ Ν 2408/1996 προβλέφθηκε αρχικά ότι «για πράξεις, που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του ίδιου άρθρου, για τις οποίες κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχει ασκηθεί αυτεπαγγέλτως ποινική δίωξη, η διαδικασία συνεχίζεται κανονικά και η ποινική δίωξη παύει οριστικά, αν εκείνος που δικαιούται σε έγκληση δηλώσει ότι δεν επιθυμεί τη συνέχισή της. Η δήλωση γίνεται στις αρχές της παρ. 2 του άρθρου 52 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας». Με άλλα λόγια, στις εκκρεμείς υποθέσεις (δηλαδή εκείνες για τις οποίες είχε κινηθεί αυτεπαγγέλτως ποινική δίωξη) δινόταν απλώς δικαίωμα στον παθόντα να δηλώσει

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=