ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

146 Διαχρονικό Ποινικό Δίκαιο την κίνηση της ποινικής δίωξης δυσχερώς μπορεί να νοηθεί εκκρεμής ποινική διαδικασία επί ορισμένης πράξης 348 , και επομένως για τις σχετικές υποθέσεις απομένει η δυνατότητα που προαναφέρθηκε, δηλαδή η υποβολή έγκλησης εντός τριμήνου από τη θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα 349 . Δεύτερον , ελλείψει ρητής πρόβλεψης του νόμου, θα πρέπει να γίνει δεκτή η δυνατότητα υποβολής της δήλωσης προόδου της διαδικασίας ενώπιον των αρχών (και με τις διατυ- πώσεις 350 ) του άρθρου 42 παρ. 2 ΚΠΔ, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 51 παρ. 1 ΚΠΔ. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται επιπρόσθετα προς την υποβολή δήλωσης στο εκάστοτε αρμόδιο όργανο ανάλογα με το διαδικαστικό στάδιο στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση 351 . Έτσι, η δήλωση προόδου της διαδικασίας υποβάλλεται, για παράδειγμα, και στον ανακριτή κατά τη διάρκεια της κύριας ανάκρισης 352 , αλλά αυτονόητα και ενώπιον του δικαστηρίου 353 , ότι δεν επιθυμεί τη συνέχισή τους (όπως προβλέπεται σήμερα, π.χ., στα εγκλήματα που αναφέρονται στο άρθρο 381 παρ. 1 εδ. β΄ και γ΄ ΠΚ), ειδάλλως αυτές συνεχίζονταν κανονικά. Στη συνέχεια, με το άρθρο 22 παρ. 1 του Ν 2721/1999 [ΦΕΚ Α΄ 112/3.6.1999] ορίστηκε ότι: «Για πράξεις [του άρθρου 79 Ν 5960/1933], για τις οποίες κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχει ασκηθεί αυτεπαγγέλτως ποινική δίωξη, η διαδικασία συνεχίζεται, αν εκείνος που δικαιούται σε έγκληση δηλώσει ότι επιθυμεί την ποινική δίωξη του κατηγορουμένου», ενώ η παρ. 2 του ίδιου άρθρου ανέφερε ότι: «Αν η δήλωση που προβλέπεται στην παρ. 1γ΄ του άρθρου 4 του Ν 2408/1996, όπως παραπάνω αντικαταστάθηκε, δεν υπάρχει και δεν υποβληθεί μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθώς και σε περίπτωση ανάκλησης της έγκλησης, η ποινική δίωξη παύει οριστικά». Επομένως, στην περίπτωση του αδικήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής περάσαμε από το καθεστώς της αυτεπάγγελτης δί- ωξης (μέχρι τις 3.6.1996) σε ένα ιδιότυπο καθεστώς “opt-out” (από τις 4.6.1996 μέχρι τις 2.6.1999), και τελικά σε ένα καθεστώς “opt-in” (από τις 3.6.1999 και έπειτα) παρόμοιο με εκείνο που καθιερώνει το άρθρο 464 του νέου Ποινικού Κώδικα. 348. Τούτο παρά τις δικαιοκρατικά επαινετέες ρυθμίσεις του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με τις οποίες επιχειρείται η πρόσδεση (στο μέτρο βέβαια του δυνατού) της διαδικασίας που προηγείται της κίνησης της ποινικής δίωξης σε εξατομικευμένη πράξη [βλ. τις διατάξεις των άρθρων 43 παρ. 1 εδ. γ΄ και 244 παρ. 1 εδ. γ΄ ΚΠΔ]. 349. Βλ. όμως ΔιατΕισΕφΠειρ 49/2019, ΝΟΜΟΣ [όπου και αναφορά σε «δήλωση προόδου της διαδικασίας» κατ’ άρθρο 464 ΠΚ πριν την κίνηση ποινικής δίωξης, η οποία απορρίφθηκε εντέλει για άλλους λόγους]. 350. Συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας υποβολής δια πληρεξουσίου [με τους ίδιους όρους που τάσσονται και επί έγκλησης]. 351. Βλ. ΑΠ 26/2001 ΠΛογ 2001, 410 [η δήλωση προόδου της διαδικασίας υποβλήθηκε στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών ενώ η υπόθεση βρισκόταν στο ακροατήριο]. 352. Αν και δεν προκύπτει υποχρέωση του ανακριτή να καλέσει τον παθόντα (ακόμη και αν αυτός είχε δηλώσει –υπό τον προϊσχύσαντα Κώδικα Ποινικής Δικονομίας– παράσταση πολιτικής αγωγής), δεν αποκλείεται κάτι τέτοιο. 353. Σε περίπτωση που δεν έχει εκπνεύσει η τετράμηνη προθεσμία και δεν παρευρίσκεται στο ακροατήριο ο παθών, το δικαστήριο μπορεί να διακόψει ή να αναβάλει τη δίκη σε ρητή δικάσιμο προκειμένου να δοθεί η σχετική δυνατότητα. Πάντως σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα ήταν μεν εσφαλμένη –από αμιγώς δικονομική άποψη τουλάχιστον– η κήρυξη της ποινικής δίωξης απαράδεκτης (κατ’ άρθρο 368 περ. γ΄ ΚΠΔ), πλην όμως μια τέτοια απόφαση θα οδηγούσε σε αχρείαστη ερμηνευτική αβεβαιότητα σχετικά με το αν καταλείπεται στον παθόντα η δυνατότητα να υποβάλει στη συνέχεια (και πάντως πριν την παρέλευση της τετράμηνης προθεσμίας του άρθρου 464 ΠΚ) τη σχετική δήλωση στους ανακριτικούς

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=