ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑ 341 διαφοράς, το δικαστήριο μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την αναβολή της συζήτησης εωσότου περατωθεί αμετάκλητα η ποινική διαδικασία». Στην περίπτωση αυτή η διατύπωση «Αν είναι εκκρεμής ποινική αγωγή...» σημαίνει την ύπαρξη εκκρεμοδικίας ένεκα ασκήσεως ποινικής δίωξης (π.χ. έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για απάτη ή για τοκογλυφία και συγχρόνως εκκρεμεί συναφής δίκη στο αστικό δικαστήριο για καταβολή αποζημίωσης λόγω απάτης ή για απόδοση των ποσών που δόθηκαν ως δάνειο με τους τόκους), ενώ δεν αρκεί η διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης για την αναβολή της πολιτικής δίκης . Β. Διατάξεις του ΚΠΔ που σχετίζονται με την ποινική δίωξη (μήνυση, έγκληση, προκαταρκτική εξέταση, έναρξη ποινικής δίωξης κ.λπ .) Άρθρο 27 ΚΠΔ (Άσκηση της ποινικής δίωξης 619 και ανεξαρτησία της αρχής που την ασκεί ): « 1. Την ποινική δίωξη την ασκεί στο όνομα της Πολιτείας ο εισαγγελέας των πλημμελειοδικών. Στα πρωτοδικεία Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης και Πατρών ο εισαγγελέας εφετών ορίζει, ειδικά για την άσκηση της ποινικής δίωξης κατά ανηλίκων, έναν εισαγγελέα πρωτοδικών και τον αναπληρωτή του. 2. Τα πρόσωπα που σύμφωνα με την παρ. 1 ασκούν την ποινική δίωξη είναι, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και με την επιφύλαξη των σχετικών διατάξεων του οργανισμού των δικαστηρίων και των άρθρων 333, 334 και 335 του κώδικα, ανεξάρτητα από κάθε άλλη αρχή, καθώς και από τα δικαστήρια όπου υπηρετούν. 3. Κατηγορούσα αρχή είναι ο εισαγγελέας κάθε δικαστηρίου.». Άρθρο 28 ΚΠΔ (Απόφαση του δικαστηρίου των εφετών για την άσκηση της ποινικής δίωξης): «1. Η ολομέλεια του εφετείου σε συμβούλιο, συγκαλούμενη ύστερα από αίτηση του εισαγγελέα εφετών ή κατά το άρθρο 14 παρ. 2 εδ. α του κώδικα οργανισμού δικαστηρίων και κατάστασης δικαστικών λειτουργών, έχει το δικαίωμα να παραγγέλλει στον εισαγγελέα εφετών να κινήσει την ποινική δίωξη για εγκλήματα εξαιρετικής σημασίας . Αν η ποινική δίωξη έχει ήδη ασκηθεί από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, η ολομέλεια έχει το δικαίωμα να διατάξει να υποβληθούν τα έγγραφα στον εισαγγελέα εφετών. Σε κάθε περίπτωση, κατά τη συνεδρίαση της ολομέλειας, παρίσταται και ο εισαγγελέας εφετών. 2. Και στις δύο περιπτώσεις της παρ. 1 η ολομέλεια ορίζει έναν από τους εφέτες με τον αναπληρωτή του, που εκπληρώνουν καθήκοντα ανακριτή στην υπόθεση. Ο εισαγγελέας εφετών έχει όλα τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του εισαγγελέα πλημμελειοδικών. Το συμβούλιο εφετών έχει τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του συμβουλίου πλημμελειοδικών και αποφασίζει για την κατηγορία σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.». Με άλλα λόγια, το βούλευμα που εκδίδει το συμβούλιο εφετών, είτε είναι απαλλακτικό είτε είναι παρα- πεμπτικό, δεν υπόκειται στα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης. Βλ. ωστόσο το άρθρο 483 παρ. 3 εδ. α ΚΠΔ που ορίζει: « Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί , εφόσον δεν έχει ήδη ασκηθεί έφεση από τον εισαγγελέα εφετών, να ζητήσει την αναίρεση οποιουδήποτε βου- λεύματος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εκδίδονται αμετακλήτως , με σχετική δήλωση στον γραμματέα του Αρείου Πάγου, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 480, το δεύτερο εδάφιο του οποίου εφαρμόζεται και σε αυτήν την περίπτωση.». 619. Η ποινική δίωξη σηματοδοτείται και πρέπει να ασκείται με την αναγραφή στο εξώφυλλο της δικο- γραφίας του νομικού χαρακτηρισμού της αξιόποινης ή των αξιόποινων πράξεων και των διατάξεων που τις προβλέπουν και με τη σύνταξη κατηγορητηρίου, που περιέχει τα πραγματικά γεγονότα της κατηγορίας. Στην πράξη όμως, όταν παραγγέλλεται κύρια ανάκριση, το κατηγορητήριο συντάσσει ο ανακριτής.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MjEyOTk=