ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ 348 ή εισάγοντας την υπόθεση με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όπου αυτό προβλέπεται, 632 ή διαβιβάζοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών στην περίπτωση της επόμενης παραγράφου ή υποβάλλοντας αίτηση για την έκδοση ποινικής διαταγής (άρθρο 409). Στα κακουργήματα ή πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς πλημμελειοδικείου, καθώς και στα πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς εφετείου (άρθρο 111 παρ. 6), κινεί την ποινική δίωξη μόνο εφόσον έχουν ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνησή της. Αν έχει προηγηθεί ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση ελέγχου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ή του Σώματος ή Υπηρεσίας Επιθεώρησης και Ελέγχου των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν 3074/2002 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη, μπορεί να μην ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση, εφόσον η ποινική δίωξη που πρόκειται να ασκηθεί αναφέρεται σε πράξεις ίδιες με εκείνες για τις οποίες διενεργήθηκε η Ε.Δ.Ε. ή αναφέρονται στο πόρισμα ή την έκθεση ελέγχου. 633 2. Αν διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση ή αυτεπάγγελτη προανάκριση κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση αρμόδιας κατά τον νόμο για έλεγχο αρχής για πλημμέλημα των προσώπων του άρθρου 111 παρ. 6, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών κινεί την ποινική δίωξη διαβιβάζοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών με σχέδιο κλητηρίου θεσπίσματος. Αν ο εισαγγελέας εφετών κρίνει ότι δεν συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις για την εισαγωγή της υπόθε- σης στο ακροατήριο με απευθείας κλήση, υποβάλλει σχετική πρόταση στο συμβούλιο εφετών διατηρώντας το δικαίωμα να διατάξει προηγουμένως προανάκριση για τη συμπλήρωση του αποδεικτικού υλικού. 3. Αν η μήνυση ή η αναφορά δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, 634 ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών 632. Η ποινική δίωξη ασκείται και με απευθείας παραπομπή της υποθέσεως στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου με σύνταξη και επίδοση προς τον κατηγορούμενο κλητήριου θεσπίσματος στα πλημμελήματα αρμοδιότητας μονομελούς πλημμελειοδικείου και στα πλημμελήματα αρμοδιότητας τριμελούς πλημμελειοδικείου μετά από διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης (τούτο όμως δεν προβλέπεται αλλά συνάγεται ερμηνευτικά ). 633. Επομένως, παράγεται απόλυτη ακυρότητα , αν ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών άσκησε ποινική δίωξη αμέσως με την πρώτη πληροφορία ή μήνυση ή έγκληση και χωρίς να έχει προηγηθεί προηγουμένως προκαταρκτική εξέταση ή κάτι ανάλογο από όσα αναφέρει η ανωτέρω διάταξη. Η διάταξη αντικειμενικά σκοπεί και στην προστασία των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου, ο οποίος δεν θα πρέπει να διασύρεται άδικα με την χωρίς προηγούμενη έρευνα κίνηση της ποινικής διώξεως για τέλεση κακουργήματος. Επομένως, η παράβαση της διάταξης συνεπάγεται απόλυτη ακυρότητα (άρθρο 171 παρ. 1 δ΄ ΚΠΔ). Εξάλλου, υφίσταται απόλυτη ακυρότητα και ένεκα παραβίασης των διατάξεων που καθορίζουν την κίνηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα (άρθρο 171 παρ. 1 β΄ ΚΠΔ). Το δικαστικό συμβούλιο (πλημμελειοδικών), μετά από σχετική αίτηση του θιγόμενου προσώπου, θα πρέπει σύμφωνα με το πνεύμα του άρθρου 176 ΚΠΔ να κηρύξει την ακυρότητα της ασκηθείσας ποινικής δίωξης και να υποδείξει στον εισαγγελέα την ορθή οδό, μέσω της οποίας θα οφείλει να πορευθεί. 634. Μια μήνυση ή αναφορά είναι νόμω αβάσιμη ή νομικά αστήρικτη , όταν τα καταγγελλόμενα, και αν ακόμα αποδεικνύονται αληθή, δεν πληρούν τη νομοτυπική υπόσταση του εγκλήματος που περιγράφεται στην οικεία ποινική διάταξη (αντικειμενική υπόσταση, υποκειμενική υπόσταση, εξωτερικός όρος του αξιοποίνου, υποκειμενικό στοιχείο του αδίκου) ή όταν γενικότερα δεν υφίσταται έγκλημα ή αξιόποινη πράξη κατά την έννοια του άρθρου 14 ΠΚ (πράξη, δηλαδή εκούσια ανθρώπινη συμπεριφορά, η οποία προβλέπεται από τον νόμο και συγχρόνως είναι άδικη και καταλογιστή στον πράξαντα) ή όταν συντρέχουν λόγοι εξάλειψης του αξιοποίνου (αμνηστία, παραγραφή του αξιοποίνου, μη εμπρόθεσμη υποβολή έγκλησης, έμπρακτη μετάνοια) ή υποχρεωτικής απαλλαγής από την ποινή (βλ. π.χ. 231 παρ. 2, 232 παρ. 2 ΠΚ) ή όταν λείπει δικονομική προϋπόθεση ή συντρέχει δικονομικό κώλυμα, ως π.χ. η παραγραφή ή το δεδικασμένο. Μια μήνυση ή αναφορά είναι ουσία προφανώς αβάσιμη , όταν τα καταγγελλόμενα γεγονότα αποδεικνύονται ως αναληθή, και είναι

RkJQdWJsaXNoZXIy MjEyOTk=