ΟΙ ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΗ

| Πρόλογος α΄ έκδοσης | | X | από τους παράγοντες της διοικητικής δίκης ορισμένες διαδικαστικές ενέργειες που σχε- τίζονται με την πρόοδο της δίκης μέχρι την έκδοση της δικαστικής απόφασης. Ratio της πρόβλεψης των δικονομικών προθεσμιών είναι η ταχεία και σε εύλογο χρό- νο απονομή της δικαιοσύνης καθώς και η αποτροπή αιφνιδιασμού των διαδίκων 4 . Με τις σχετικές ρυθμίσεις τίθενται συγκεκριμένες προθεσμίες και χρονικά διαστήματα, τα οποία αναγκαίως οφείλει να τηρήσει ο διάδικος προκειμένου να μην στερηθεί του δικαι- ώματος δικαστικής προστασίας του (άρθρο 20§1 Συντ.). Σε κάθε περίπτωση, οι τιθέμενοι χρονικοί περιορισμοί είναι θεμιτοί, μόνον εφόσον συνάπτονται με τη λειτουργία των δι- καστηρίων, την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης, την επιδίωξη της ασφάλειας του δικαίου και δεν πλήττουν τον πυρήνα του προστατευόμενου συνταγματικού δικαι- ώματος 5 . Υπό το πρίσμα αυτό, η θέσπιση για τον διοικούμενο δικονομικών προθεσμι- ών σύντομων και μη εύλογων, με βάση τις συντρέχουσες περιστάσεις, για την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων, θα πρέπει να αποφεύγεται, προκειμένου να μην παρεμποδίζεται ουσιωδώς η πρόσβαση στη δικαιοσύνη και να μην θίγεται ο πυρήνας του δικαιώματος για τη διεκδίκηση των νόμιμων δικαιωμάτων του 6 . Γενικώς, λοιπόν, ο εθνικός νομοθέτης δύναται μεν να επιβάλλει την υποχρέωση τήρησης προθεσμιών, το οποίο δικαιολογείται, άλλωστε, για λόγους ασφαλείας δικαίου, αλλά η διάρκεια της προθεσμίας και η αφετηρία της πρέπει να προκύπτουν από σαφείς κανόνες δικαίου 7 , ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης του διαδίκου και στέρησης, για τον λόγο αυτόν, του δικαιώματος δικαστικής προστασίας του 8 . Το εγχείρημα της κωδικοποίησης, καταγραφής και ανάλυσης όλων των δικονομικών ρυθμίσεων που περιέχουν προθεσμίες και συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια για τις ενέργειες των διαδίκων ήταν ιδιαίτερα δυσχερές. Τούτο οφείλεται στο ότι στον Κώδικα 4. Π. Λαζαράτος , Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, ο.π., αρ. περιθ. 399 επ. 5. Βλ. αντί πολλών ΑΕΔ 33/1995, ΣτΕ Ολ 1583/2010, ΣτΕ 1589/1991, ΕΔΔ 1991, 398, ΑΠ 1196/1999 ΝοΒ 1999, 1620, ΑΕΔ 27/2004 ΕλλΔνη 2005, 374, ΕΔΔΑ της 28.5.2009 (Τσελίκα-Σκούρτη κατά Ελλάδας) και από τη θεωρία βλ. Κ. Χρυσόγονο , Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, Νομική Βιβλιοθήκη, 2006, σ. 447 επ. 6. ΣτΕ Ολ 3030/2008, ΣτΕ 972/2013, 3581/2008, ΑΕΔ 2/1999. 7. ΣτΕ 2366/2018, 2815/2012. 8. Σε αντίστοιχους περιορισμούς υπόκειται εξ άλλου το δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστήριο και κατά το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως «δια την προάσπισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών» (ΕΣΔΑ, ΝΔ 53/1974, Α΄ 256), που ευρίσκει πεδίο εφαρμογής «επί αμφι- σβητήσεων επί δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αστικής φύσεως» καθώς και «επί του βασίμου πάσης κατηγορίας ποινικής φύσεως» (βλ. ΕΔΔΑ απόφαση επί του παραδεκτού της 30.8.2007, Millon κατά Γαλλίας, αριθμός προσφυγής 6051/06, ΕΔΔΑ, απόφαση της 16.12.1992, de Geouffre de la Pradelle κατά Γαλλίας, σκέψεις 33-35, ΕΔΔΑ απόφαση, επί του παραδεκτού, της 23.1.2003, Geffre κατά Γαλλί- ας, αριθμός προσφυγής 51307/99, ΕΔΔΑ απόφαση της 26.5.2011, Legrand κατά Γαλλίας, αριθμός προ- σφυγής 23228/08, σκέψη 34).

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=