ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΔΕΔΟΥΛΕΥΜΕΝΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΑΠΟ ΕΓΚΥΡΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ [Γ] Ε. ΣΧΙΖΑ 61 τρέπονται τα έννομα αποτελέσματα στα οποία αποβλέπει η άσκησή του 99 . Για να θεω- ρηθεί η άσκηση του δικαιώματος ως καταχρηστική θα πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονο- μικός σκοπός του δικαιώματος να προκύπτει από την συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή από την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε ή από τις πε- ριστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή την άσκησή του κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοι- νωνικού ανθρώπου 100 , ενώ, σε κάθε περίπτωση, δύναται να συνεκτιμηθούν τα κίνη- τρα, ο σκοπός του υποκειμένου της συμπεριφοράς, το είδος των μέσων που χρησι- μοποιήθηκαν, καθώς και όλες οι λοιπές περιστάσεις υπό τις οποίες εκδηλώνεται η επιλήψιμη συμπεριφορά, εφόσον καθιστούν περισσότερο εμφανή την τυχόν απόκλι- ση ιδίως από τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος 101 . Η καταχρη- στική άσκηση του δικαιώματος προϋποθέτει την γένεση και την ύπαρξή του. Συνεπώς η επίκληση περιστατικών, η αλήθεια των οποίων αποκλείει την γένεση ή συνεπάγε- ται την κατάλυση του δικαιώματος δεν θεμελιώνει και ένσταση καταχρηστικής άσκη- σής του, αλλά είτε συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της στηριζόμενης στο δικαίωμα αυτό αγωγής είτε θεμελιώνει άλλη παρακωλυτική ή καταλυτική του δικαιώματος έν- σταση 102 . Καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος υφίσταται και σε περίπτωση αδρά- νειας του δικαιούχου να ασκήσει το δικαίωμά του, η οποία, αν συνοδεύεται και από 99. Βλ. Ληξουριώτη Ι., Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις, 5η έκδ., 2017, σελ. 70 επ., Ντάσιο Λ., Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο, Τόμος Α/Ι (Ι-ΙΙ), 1999 σελ. 1025 επ. 100. Ολ ΑΠ 7/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ολ ΑΠ 8/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, κατά την οποία για την εφαρμογή του άρθρου 281 ΑΚ απαιτείται γενικώς η συνδρομή ιδιαίτερων περιστάσεων, αναγομένων στην συ- μπεριφορά τόσο του δικαιούχου όσο και του υπόχρεου, εφόσον όμως αυτή του τελευταίου τε- λεί σε αιτιώδη σχέση με εκείνη του δικαιούχου και δεν είναι άσχετη με αυτήν, ώστε η άσκηση του δικαιώματος να αποβαίνει αντίθετη στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνι- κού ανθρώπου και δεν αρκεί μόνον από την άσκηση του δικαιώματος από τον δικαιούχο να δη- μιουργούνται απλώς δυσμενείς ή και αφόρητες επιπτώσεις στον υπόχρεο. 101. ΑΠ 1258/2003 ΕΕμπΔ 2004, 57. 102. ΑΠ 1799/2006 ΤΝΠ Ισοκράτης, βλ. και ΑΠ 536/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, με την οποία κρίθηκε αφενός ότι η άμεση και καθαρή δήλωση του ενάγοντος ότι έχει πλήρως εξοφληθεί, είναι ικανοποιημένος και ουδεμία απαίτηση διατηρεί κατά του εναγομένου σχετικά με την επίδικη αξίωση, σε συνδυα- σμό με την μακροχρόνια αδράνειά του να διεκδικήσει αυτήν δικαστικώς ή ακόμα και εξωδίκως, συνιστά γνήσια περίπτωση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος αγωγής, αιτία για την οποία η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη, αφού προδήλως ο ενάγων αν και γνώριζε και είχε μάλιστα δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο ότι στερείται του δικαιώματος αυτού, έσπευσε να το διεκδικήσει, αφετέρου ότι η υπογραφή από τον ενάγοντα έγγραφης εξοφλητικής απόδειξης, σύμφωνα με την οποία ουδεμία απαίτηση έχει κατά του εναγομένου, συνιστά επίκληση ανυπαρξίας του δικαιώ- ματός του και ενδεχομένως θα μπορούσε να θεμελιώσει άρνηση της αγωγής ή ένσταση εξόφλη- σης ή παραίτησης από το δικαίωμά του, σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να θεμελιώσει έν- σταση καταχρηστικής άσκησης αυτού, η οποία προϋποθέτει υπαρκτό δικαίωμα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MjEyOTk=