ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΝΟΜΙΚΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ 24 ριο. Σε περίπτωση που επιτευχθεί συμφωνία για την επιβληθείσα ποινή μεταξύ Εισαγγελέα και κατηγορουμένου συντάσσεται πρακτικό το οποίο υπογράφεται από τον Εισαγγελέα, τον κατηγορούμενο και τον συνήγορό του. Στο πρακτικό περιέχεται η ομολογία του κα- τηγορουμένου, αφού το υπάρχον υλικό δεν είναι επαρκές, η ομολογία του κατηγορουμέ- νου είναι το κύριο στοιχείο που μπορεί να στηρίξει την διαδικασία της ποινικής διαπραγ- μάτευσης. Στο πρακτικό πρέπει να περιέχεται και το ύψος της ποινής, που πρέπει να είναι ανάλογη με την απαξία της πράξεως του κατηγορουμένου. Για την επιβολή της ποινής λαμβάνεται υπόψη η προσωπικότητα του κατηγορουμένου, ο τρόπος τελέσεως της πρά- ξεως, ο βαθμός της υπαιτιότητος αυτού, και η βιωτική του κατάσταση και οι οικονομικοί όροι αυτού, διαφορετικά παραβιάζεται η αρχή του τεκμηρίου της αθωότητος. Το ύψος της ποινής που θα προταθεί από τον Εισαγγελέα δεν μπορεί να είναι ανώτερω των 5 ετών για τα κακουργήματα που τιμωρούνται με ποινή καθείρξεως μέχρι δέκα ετών και τα 7 έτη για τα κακουργήματα που τιμωρούνται με ποινή άνω των δέκα ετών και δύο ετών για τα πλημμελήματα. Η ποινή αυτή δεν μπορεί να είναι κάτω των δύο ετών για τα κακουργήμα- τα που τιμωρούνται με κάθειρξη. Για την εκτέλεση της ποινής εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αναστολής και μετατροπής της ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας (άρθρα 99, 100, 104Α, 105Α του ΠΚ). Στο πρακτικό διαπραγμάτευσης ορίζεται και πληρεξούσιος και αντίκλητος, που θα εκπροσωπήσει τον κατηγορούμενος στο ∆ικαστήριο που θα ακολου- θήσει. Στην περίπτωση επιβολής μέτρων δικονομικού καταναγκασμού, αν το πρακτικό ποινικής διαπραγμάτευσης έχει συνταγεί πριν την απολογία του κατηγορουμένου, η ανάκριση θεωρείται περαιωμένη ως προς αυτόν. Στην περίπτωση που οι κατηγορούμενοι είναι περισσότεροι γι’ αυτούς η ανάκριση συνεχίζεται κανομικά. Στην περίπτωση που συντρέχουν περισσότερα κακουργήματα τα οποία δεν περιλοαμβάνονται μεταξύ αυτών που επιτρέπεται η σύνταξη του πρακτικού ποινικής διαπραγμάτευσης, γι’ αυτά η ανακρι- ση συνεχίζεται. Στην περίπτωση που ο Εισαγγελέας κρίνει πως πρέπει να επιβληθούν στον κατηγορούμενο μέτρα δικονομικού καταναγκασμού, παραγγέλλει τον ανακριτή να λάβει απολογία του κατηγορουμένου, οπότε μετά την λήψη της απολογιας του κατηγορουμένου επιβάλλονται και τα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού. Ο Εισαγγελέας με διάταξη του στην περίπτωση αυτή (αν το πρακτικό διαπραγμάτευσης έχει συνταγεί μετά την απολογία του κατηγορουμένου δύναται με διάταξη του να άρει ή να αντικαταστήσει τα επιβληθέντα μέτρα δικονομικού καταναγκασμού. Η υπόθεση επί πλημμελημάτων εισάγεται με απευ- θείας κλήση στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο και στο Μονομελές Εφετείο επί κακουρ- γημάτων και στις δύο περιπτώσεις ορίζεται συνήγορος. Συνήγορος ορίζεται ο αναφερό- μενος στο πρακτικό διαπραγμάτευσης εκτός αν αυτός κωλύεται οπότε ορίζεται συνήγορος από τον πίνακα του οικείου δικηγορικού Συλλόγου. Το ∆ικαστήριο κηρύσσει ένοχο τον κατηγορούμενο και δύναται να μειώσει περαιτέρω την ποινή του κατηγορουμένου. Η οριζόμενη στο πρακτικό διαπραγμάτευσης ποινή θα ληφθεί υπόψη ως πρόταση του Ει- σαγγελέα προς το ∆ικαστήριο, γιατί η ποινή επιβάλλεται από το ∆ικαστήριο. Το ∆ικαστήριο δύναται να εφαρμόσει την διάταξη του άρθρου 368 παρ. 1 περ. β΄ και γ΄ του ΚΠ∆ να

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=