ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

X μου από το επουσιώδες και νομικώς αδιάφορο. Τα συνηθέστερα λάθη επίλυσης στον τομέα των πραγματικών περιστατικών είναι: (i) Η παραμέληση ή ελλιπής καταγραφή των δεδομένων του πρακτικού, έστω και αν η ακριβής σύλληψη, συστηματική διάρθρωση και παράστασή του αποτελεί το θε- μέλιο για την εργασία στα επόμενα στάδια και ειδικά στην υπαγωγή τους πάνω στον κανόνα δικαίου. (ii) Η παραμέληση αυτή συχνά εκφράζεται με την αυθαίρετη περικοπή ή επέκτα- ση του πρακτικού. Ορισμένα νομικά ερωτήματα αποκλείονται από τη διερεύνηση ή ασχολείται ο φοιτητής με ερωτήματα που δεν έχουν καν τεθεί προς εξέταση. Ειδι- κά το τελευταίο, χαρακτηριστικό σύμπτωμα κακώς εννοούμενης επίδειξης γνώσεων αλλά και δείγμα ένδειας αφαιρετικής ικανότητας, συναντάται συχνά στις εξετάσεις. (iii) Η συχνή παραμόρφωση των δεδομένων, έτσι ώστε ο φοιτητής να φθάσει στο επιθυμητό εκ των προτέρων επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Σημαντικό είναι τονισθεί ότι τα πραγματικά περιστατικά δεν θα πρέπει να αμφισβητούνται αλλά να θεωρού- νται δεδομένα και αποδεδειγμένα. Δεν αποκλείεται, πάντως, από τα ήδη υπάρχοντα πραγματικά περιστατικά να συνάγονται λογικά άλλα περιστατικά. Τα ερωτήματα που καλείται να απαντήσει ο φοιτητής μπορεί να είναι είτε ειδικά (π.χ. αποτελεί ένα εθνικό μέτρο κρατική ενίσχυση; ή νομιμοποιείται ενεργητικά ο Α στην άσκηση της προσφυγής ακυρώσεως;) είτε γενικά (υπάρχουν ζητήματα τριβής των εθνικών μέτρων με το ενωσιακό δίκαιο; ή ποια θα είναι η τύχη της ασκηθείσας προ- σφυγής ακυρώσεως;). Στη δεύτερη περίπτωση η εργασία του φοιτητή γίνεται δυσκο- λότερη, αφού αυτός θα πρέπει να προβεί σε μια γενικότερη διερεύνηση όλων των προϋποθέσεων εφαρμογής ενός κανόνα δικαίου (π.χ. όλων των όρων παραδεκτού αλλά και του βάσιμου μιας προσφυγής). Στην περίπτωση αυτή συνιστάται ο τεμαχι- σμός του γενικού ερωτήματος σε ιδιαίτερα, μικρά υποερωτήματα, που πρέπει να τε- λούν σε μια λογική αλληλουχία μεταξύ τους. Η επίλυση των υποερωτημάτων δίνει θάρρος, αφού ήδη επιτυγχάνεται ένα μερικό αποτέλεσμα και συγχρόνως διευκολύνει την κατανομή του κρίσιμου χρόνου που πρέπει συνολικά να αφιερωθεί στην άσκηση. (β) Νομικός χαρακτηρισμός και επίλυση των τιθέμενων ζητημάτων μέσω της ανεύ- ρεσης των κατάλληλων διατάξεων (βάσεων).  Έχοντας ο φοιτητής κατανοήσει πλή- ρως το ιστορικό (πραγματικά περιστατικά) και τα ερωτήματα που καλείται να απαντή- σει πρέπει να προχωρήσει στην ανεύρεση της κατάλληλης διάταξης του ενωσιακού δικαίου, που θα του προσφέρει τις λύσεις στα ζητήματα που έχει να αντιμετωπίσει. Η ανεύρεση του κανόνα δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, αφού προϋποθέτει πολύ καλή γνώση και συστηματική εποπτεία του νομικού συστήματος και του συγκεκριμένου κλάδου. Εδώ φαίνεται και η αξία της θεωρίας, την οποία πρέπει να γνωρίζει με επάρ- κεια ο φοιτητής. Ειδικότερα για τον κλάδο του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης η

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=