ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ [1] Μια πιο χαλαρή μορφή της διαμεσολάβησης, με την έννοια της απλής διευκόλυνσης της επαφής των διαδίκων, και με αισθητά λιγότερο ενεργό ρόλο του ενδιάμεσου προσώπου, είναι η συμφιλίωση - συνδιαλλαγή (conciliation). Πρόκειται για μία απόπειρα συμβιβασμού με τη συμμετοχή ενός τρίτου προσώπου (συμφιλιωτή), ο οποίος δεν εκφράζει την προσω- πική του θέση ως προς το υπό εξέταση ζήτημα και περιορίζεται στην απλή διευκόλυνση της προσέγγισης των ενδιαφερόμενων μερών. Οι δύο θεσμοί παρουσιάζουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα η διάκριση διαμεσολάβησης και συμφιλίωσης να μην είναι πάντοτε ευδιάκριτη. Σύμφωνα με τον Κανονισμό Συμφιλιώσεως της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο 8 : «ο συμφιλιωτής υποστηρίζει τα μέρη με αδέσμευτο και ανεξάρτητο τρόπο στην προσπάθειά τους για ειρηνική επίλυση της διαφοράς» . Από την διαιτησία θα πρέπει να διακρίνεται ο συγγενής θεσμός της διαιτητικής πραγ- ματογνωμοσύνης . Πρόκειται για δημιούργημα της θεωρίας και συναντάται συχνά στις συναλλαγές. Ο θεσμός της διαιτητικής πραγματογνωμοσύνης μνημονευόταν παρεμπιπτό- ντως στο προϊσχύσαν άρθρο 678 παρ. 3του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, σύμφωνα με το οποίο: «Διαφορές για τις αμοιβές, τις αποζημιώσεις και τα έξοδα διαιτητών και διαιτητών πραγματογνωμόνων μπορούν να εισαχθούν και στο δικαστήριο του τόπου όπου έχει διεξα- χθεί η διαιτησία ή η διαιτητική πραγματογνωμοσύνη» 9 . Παρά τη ρητή αυτή αναφορά, η διαι- τητική πραγματογνωμοσύνη δεν ρυθμίζεται νομοθετικά στην Ελλάδα 10 . Καθότι διαιτησία και διαιτητική πραγματογνωμοσύνη αποτελούν συγγενείς θεσμούς, γίνεται δεκτό ότι οι διατάξεις για τη συμφωνία διαιτησίας (άρθρα 867 επ. ΚΠολΔ) εφαρμόζονται αναλογικά και στη διαιτητική πραγματογνωμοσύνη 11 , στο βαθμό που συνάδουν με τη φύση και το χαρακτήρα του θεσμού αυτού 12 . Σε αντίθεση με τη διαιτησία, που έχει ως αντικείμενο την επίλυση μιας διαφοράς, η διαιτητική πραγματογνωμοσύνη περιορίζεται στην διαπί- στωση από κάποιο τρίτο πρόσωπο (τον διαιτητή πραγματογνώμονα) ενός πραγματικού γεγονότος ή στην εξακρίβωση του περιεχομένου μιας αόριστης έννοιας. Στην διαιτητική πραγματογνωμοσύνη, οι συμβαλλόμενοι αναθέτουν σε τρίτο πρόσωπο την, βάσει των ειδικών του γνώσεων, εξακρίβωση ορισμένων αμφισβητούμενων περιστατικών, κατά τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης. Ο προσδιορισμός δε αυτός πρόκειται να αποτελέσει το πραγματικό υλικό της δικαστικής απόφασης, δεδομένου ότι το δικαστήριο που θα επιλη- φθεί της υπόθεσης, θα θέσει ως βάση της δικαστικής του κρίσης την εκτίμηση του διαιτητή πραγματογνώμονα. Ως εκ τούτου, η γνωμοδότηση του διαιτητή πραγματογνώμονα δεν δύναται να αποτελέσει υποκατάστατο δικαστικής απόφασης. Στο σημείο αυτό έγκειται και 8. UNCITRAL Conciliation Rules. 9. Το άρθρο 878 παρ. 3 ΚΠολΔ κρίνεται ότι καταργήθηκε σιωπηρώς με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α’ 87), δεδομένου ότι με αυτό ορίζεται ότι αντικαθίσταται το Τέταρτο Βιβλίο (άρθρα 591 έως 681 Δ) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και παρατίθενται ως νέες διατάξεις τα άρθρα 591 έως και 645 (τα οποία εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου για τα κατατιθέμενα από τις 1.1.2016 ένδικα μέσα και αγωγές). 10. Βλ. ΑΠ 1733/2009 (ΤΝΠ Qualex). 11. Γ. Βερβενιώτης , Διαιτητική Πραγματογνωμοσύνη, σελ. 155. 12. Μ. Μαργαρίτης, Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, 2012, ΤΟΜΟΣ ΙΙ, σελ. 435.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=