ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
13 ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ [1] θεωρίες και αναγνωρίζει αφενός τη συμβατική προέλευση της διαιτησίας και αφετέρου τη δικαιοδοτική της λειτουργία. Η διαιτησία χαρακτηρίζεται από μια συμβατική αφετηρία και ένα δικαιοδοτικό τέλος 36 . Η θεωρία αυτή αποτυπώνεται στην υπ’ αρ. 1219/2014 από- φαση του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με την οποία: «Ο θεσμός της διαιτησίας, εσωτερικής ή διεθνούς, είναι διφυής, με την έννοια ότι ρυθμίζεται από διατάξεις δικονομικού, αλλά και ουσιαστικού δικαίου (ΠρΑν V 279, 286), με προέχοντα πάντως το δικονομικό χαρακτήρα της διαιτησίας (ΑΠ 329/1977), αφού κύριο γνώρισμά της αποτελεί η άσκηση δικαιοδοτικού έργου. Κατά τη δικαιοδοτική λοιπόν θεωρία, που είναι σήμερα η περισσότερο αποδεκτή, η διαιτησία έχει συμβατική αφετηρία και δικαιοδοτικό τέλος. Έτσι κυρίαρχος είναι ο συμβατικός χαρακτήρας της ίδιας της συμφωνίας για τη διαιτησία, ο οποίος μειώνεται όσο η διαιτησία οδηγείται προς την απόφαση, που αποτελεί καθαρά δικαιοδοτική λειτουργία προς επίλυση ιδιωτικών διαφορών. Όμως οι υπαγόμενες στη διαιτησία διαφορές δεν επιλύονται από πολιτειακά όργανα, έστω και αν ως διαιτητές ορίστηκαν δικαστικοί λειτουργοί, γι’ αυτό και οι σχέσεις μεταξύ των μερών, αλλά και μεταξύ αυτών και των διαιτητών, δεν εκδηλώνονται σε περιβάλλον δημόσιου δικαίου». Γ. Ad hoc και θεσμική διαιτησία Στην πλειονότητα των περιπτώσεων που τα μέρη συμφωνούν την υπαγωγή των δια- φορών τους στη διαιτησία, το διαιτητικό δικαστήριο συγκροτείται κατά περίπτωση για την επίλυση συγκεκριμένης διαφοράς, με βάση τους κανόνες που έθεσαν τα μέρη ή διαμόρ- φωσε το διαιτητικό δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτή, γίνεται λόγος για ad hoc διαιτησία . Στο πλαίσιο της ad hoc διαιτησίας, τα μέρη είναι ελεύθερα να καθορίσουν αφενός τη σύν- θεση του διαιτητικού δικαστηρίου, αφετέρου τους κανόνες που θα διέπουν τη διαιτητική διαδικασία, ώστε να ανταποκρίνονται στη φύση της εκάστοτε προς επίλυση διαφοράς 37 . Η ad hoc διαιτησία είναι μια διαιτησία προσαρμοσμένη ουσιαστικά στις ανάγκες και στην ιδιομορφία της κάθε υπόθεσης. Το βασικό μειονέκτημα της ad hoc διαιτησίας έγκειται στο γεγονός ότι η ταχεία και αποτελεσματική επίλυση της διαφοράς εξαρτάται σε ένα μεγάλο βαθμό από το κλίμα συνεργασίας που πρέπει να χαρακτηρίζει τις σχέσεις μεταξύ των μερών αλλά και των δικηγόρων τους. Στη θεσμική διαιτησία (institutional arbitration), τα μέρη συμφωνούν τη διαιτητική επί- λυση των διαφορών τους, προσφεύγοντας στη δικαιοδοσία και τις υπηρεσίες ενός Θεσμού ή Κέντρου Διαιτησίας, υπό την εποπτεία του οποίου θα διενεργηθεί η διαιτησία. Σε αυτήν την μορφή διαιτησίας, τα μέρη έχουν μεν την ελευθερία ως προς την κατάρτιση της διαιτη- τικής συμφωνίας, υφίστανται όμως κάποιους περιορισμούς ως προς την ελεύθερη επιλογή των μελών του διαιτητικού δικαστηρίου και την ελεύθερη διαμόρφωση της διαιτητικής 36. Στ. Κουσούλης , Δίκαιο της Διαιτησίας, σελ. 8. 37. Όπως εύστοχα έχει διατυπωθεί, η διαιτησία συνιστά μία “tailor-made” διαδικασία, με την έννοια ότι η διαιτητική διαδικασία προσαρμόζεται στις εκάστοτε ανάγκες των μερών.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=