NOMINEE DIRECTORS - ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ

Έννοια, νομική θέση και διορισμός των εντεταλμένων διοικητικών συμβούλων 9 του, ουσιαστικά καθίσταται αντιπρόσωπος του εντολέα ενώ ως σύμβουλος αποκτά κα- ταρχήν την ιδιότητα του αντιπροσώπου της εταιρείας 40 · επομένως, σε δεδομένο χρόνο ο εδσ, αφενός εκπροσωπεί τον εντολέα, αφετέρου δε αντιπροσωπεύει την εταιρεία. Οι δύο αντιπροσωπευόμενοι, ο εντολέας και η εταιρεία, προσδοκούν αντίστοιχα από τον εδσ-αντιπρόσωπό τους, την εξυπηρέτηση και τη διασφάλιση των συμφερόντων τους. Ως εκ τούτου, ο εδσ καθίσταται υπόχρεος προς εκπλήρωση καθηκόντων εμπιστοσύ- νης 41 που πηγάζουν από τις σχέσεις αντιπροσώπευσής του, τόσο προς την εταιρεία όσο και προς τον εντολέα του. Χαρακτηριστική περίπτωση ορατής και εύλογα πιθανής σύ- γκρουσης συμφερόντων, γενικότερα δε, σύγκρουσης της επιχειρηματικής πραγματικό- τητας με τον νομικό ορθολογισμό. Είναι λοιπόν σύμφωνη με το δίκαιο η αντιπροσώπευση περισσοτέρων του ενός αντιπρο- σωπευόμενων; ιδιαίτερα όταν η πιθανότητα σύγκρουσης των συμφερόντων τους είναι ορατή ή εύλογα πιθανή; Στο πλαίσιο των γενικών αρχών του δικαίου της αντιπροσώ- πευσης, η απάντηση στα ερωτήματα είναι καταρχήν καταφατική· η νομολογία παρέχει επαρκές περιπτωσιολογικό πλαίσιο εφαρμογής αυτών των γενικών κανόνων δικαίου. Ο αντιπρόσωπος δεν μπορεί νόμιμα να καταστεί υπόχρεος προς εκπλήρωση καθηκόντων σε άλλο πρόσωπο, όταν αυτά τα καθήκοντα αποκλίνουν από τα καθήκοντά του προς τον αντιπροσωπευόμενο, εκτός στις περιπτώσεις όπου υπάρχει προς τούτο, η πλήρης εγνω- σμένη συναίνεση (informed consent) 42 του αντιπροσωπευόμενου 43 . Στην Bristol and West Building Society v Mothew 44 αποφασίσθηκε πως το έμπιστο πρόσωπο που ενερ- γεί για δύο αντιπροσωπευόμενους, ενδεχομένως με συγκρουόμενα συμφέροντα, χωρίς την εγνωσμένη συναίνεση αμφοτέρων, παραβιάζει την υποχρέωση αδιαίρετης πίστης (undivided loyalty), θέτει δε τον εαυτό του σε θέση που το καθήκον του προς τον ένα αντιπροσωπευόμενο είναι δυνατό να συγκρουσθεί με το καθήκον του προς τον άλλο. Στην περίπτωση του εδσ τίθεται και το ζήτημα της δυνατότητας της εταιρείας να συναι- νέσει στον περιορισμό των καθηκόντων του προς την εταιρεία, προς όφελος του συμφέ- ροντος του εντολέα, αποδεχόμενη μάλιστα και την πιθανότητα σύγκρουσης συμφερό- ντων. Ουσιαστικά, είναι ορατή και εύλογη η πιθανότητα σύγκρουσης των καθηκόντων εκπροσώπησης (representational duties) του εδσ προς τον εντολέα με τα καθήκοντα 40. Για τη νομική θέση των συμβούλων ως αντιπροσώπων της εταιρείας βλ. Π. Κακόπιερος supra, Κεφ. 2, παρ. 2, Οι Σύμβουλοι ως Αντιπρόσωποι της Εταιρείας, σελ. 68 και επόμ. 41. Όπως η εξυπηρέτηση του βέλτιστου συμφέροντος του αντιπροσωπευόμενου, η αποφυγή σύγκρου- σης καθήκοντος και συμφέροντος, η μη αποκόμιση προσωπικού κέρδους, το καθήκον εχεμύθειας, κ.ά. 42. Η συμφωνία προσώπου που επιτρέπει την επέλευση γεγονότος, βασιζόμενη σε πλήρη αποκάλυψη των αναγκαίων γεγονότων προς λήψη της ορθής απόφασης. 43. Anglo-African Merchants Ltd v Bayley [1970] 1 Q.B. 311, [1969] 2 All E.R. 421, North & South Trust Co. v Berkeley [1971] 1 W.L.R. 470, [1971] 1 All E.R. 980. 44. (1998) Ch.1, [1996] 4 All E.R. 698.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=