Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΚΤΗΘΕΝΤΩΝ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΗ

Α. Αποδεικτικά μέσα και απόδειξη 7 την κρινόμενη υπόθεση πρόσωπο. Η απουσία οποιασδήποτε ανάμειξής του στη φε- ρόμενη ενώπιόν του υπόθεση, είτε ως έχοντος συμφέρον από την έκβασή της είτε ως εμπλεκόμενου στο κρίσιμο βιοτικό γεγονός (ακόμη και με την ιδιότητα του απλού πα- ρατηρητή), συνιστά εννοιολογικό στοιχείο της απονομής δικαιοσύνης. 28 Η αντικειμε- νικότητα του δικαστή και κατ’επέκταση η ορθότητα της κρίσης του κατοχυρώνονται, όταν αυτός δε συνδέεται με το προς διάγνωση συμβάν. Ζητούμενο, κατά τον σχημα- τισμό της ελάσσονος πρότασης, αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο ο δικαστής θα λάβει γνώση των γεγονότων. Το όργανο, διά του οποίου ο δικαστής αποκρυσταλλώνει τα ιστορικά γεγονότα και κατ’ εξαίρεση αίρει αμφιβολίες επί νομικών ζητημάτων, είναι η διαδικασία της απόδειξης, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το διαγνωστικό τμήμα κάθε δικονομικού δικαίου. Η απόδειξη είναι έννοια πολυσήμαντη. Συνιστά το διαγνωστικό όργανο, μέσω του οποίου ο δικαστής σχηματίζει την πεποίθηση ως προς την ελάσσονα καταρχήν πρό- ταση του δικανικού συλλογισμού (ΚΠολΔ 335) και ενίοτε, διαπιστώνει τους ισχύοντες και εφαρμοστέους κανόνες δικαίου (ΚΠολΔ 337). 29 Με τον όρο απόδειξη αποδίδο- νται ακόμη οι διαδικαστικές πράξεις των διαδίκων, του δικαστή ή και τρίτων προσώ- πων, 30 οι κατατείνουσες στον σχηματισμό δικανικής πεποίθησης σχετικά με την αλή- θεια ή μη ορισμένου πραγματικού ισχυρισμού ή (κατ’ εξαίρεση) αναφορικά με την ύπαρξη ή μη ορισμένου κανόνα δικαίου. 31 Στην έννοια της απόδειξης υπάγονται κά- ποιες φορές και τα ίδια τα μέσα της απόδειξης ή η επιτυχής έκβαση της αποδεικτικής διαδικασίας. 32 ΙΙ. Εξωτερικά στοιχεία της απόδειξης Απόδειξη είναι η διαδικασία, με την οποία διευκρινίζονται ερωτήματα αφορώντα στην ελάσσονα, κατά κύριο λόγο, πρόταση του δικανικού συλλογισμού. Δεν νοείται 28. Lent ,Wahrheitspflicht, σελ. 24· Walter , Freie Beweiswürdigung, σελ. 264· Jauernig / Hess , § 14 αρ. 1 επ. 29. Prütting , σε: Lüke/Prütting – Lexikon, σελ. 44· Jauernig / Hess , § 49 αρ. 2· επίσης Νικολόπουλος , Δι- κΑπ, σελ. 4 επ. 30. Τέτοιες διαδικαστικές πράξεις συνιστούν το αίτημα αποδείξεως του διαδίκου ή του προσθέτως πα- ρεμβαίνοντος καθώς και η εξέταση των διαδίκων ή των μαρτύρων από τον δικαστή, όχι όμως και η κατάθεση του διαδίκου ή του μάρτυρα. Κατά την κατάθεσή του, ο διάδικος ή ο μάρτυρας απο- τελούν μέσα της απόδειξης. Εκθέτουν τη γνώση τους ως προς τους αμφισβητούμενους πραγματι- κούς ισχυρισμούς, γνώση την οποία αξιολογεί ο δικαστής. Η από τον διάδικο ή τον μάρτυρα ανα- κοίνωση της γνώσης τους κατά την εξέτασή τους δεν επιφέρει νομικές μεταβολές στην εξέλιξη της δίκης ούτε κατατείνει σε αυτές. Αποτελεί απλώς ύλη προς αξιολόγηση αναφορικά με την αλή- θειά της και όχι αναφορικά με τα δικονομικά, έννομα, αποτελέσματά της. Πρβλ. σχετικά Μητσό- πουλο , σε: ΤιμΤ Ράμμου, σελ. 625, 629 επ.· αντίθετα Κ. Μπέης , Δ 1981, 504, 507.· Νικολόπουλος , Δι- κΑπ, σελ. 5. 31. Γέσιου-Φαλτσή , ΔικΑπ, σελ. 27· Νικολόπουλος , ΔικΑπ, σελ. 5· Jauernig / Hess , § 49 αρ. 1· Blomeyer , § 66 I. 32. Γέσιου-Φαλτσή , ΔικΑπ, σελ. 27· Jauernig / Hess , § 49 αρ. 2· Blomeyer , § 66 I.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=