ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (GDPR)

Εισαγωγή XVII της Οδηγίας 95/46/ΕΕ. Ορισμένες από τις αρχές αυτές, που έχουν ήδη εξειδικευθεί από τη νομολογία κυρίως του ∆ικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναπτύσσονται περαιτέρω και διευρύνονται και, παράλληλα, θεσπίζονται νέες διαδικασίες με σκοπό τον αποτελεσματικότερο έλεγχο του σεβασμού των κανόνων προστασίας. Γενικότερα, ο ΓΚΠ∆ αποτελεί ένα μεγάλο βήμα στην εξέλιξη της νομικής προστασίας της ιδιωτικότητας. Από την άποψη αυτή, μπορεί να θεωρη- θεί ότι ανήκει σε μία επόμενη γενιά κανόνων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Σκοπός του ΓΚΠ∆ είναι ασφαλώς η ενίσχυση της προστασίας της ιδιωτικότητας του ατόμου. Παραλλήλως όμως επιδιώκεται και η εξασφάλιση της ορθής λειτουργίας της κοινής αγοράς που αποτελεί μία από τις βάσεις του ενωσιακού οικοδομήματος. Ο ευρωπαίος νομοθέτης θε- ώρησε ότι η ανυπαρξία κανόνων στη χρήση των προσωπικών δεδομένων δημιουργεί άνισες συνθήκες στην άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων και στρέβλωση του ανταγωνισμού και, για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος αυτός, έκρινε αναγκαία τη σχετική κανονιστική παρέμβασή του. Αρχικά ο ενωσιακός νομοθέτης επιχείρησε να ικανοποιήσει τους σκοπούς αυτούς με την έκ- δοση Οδηγίας, της Οδηγίας 95/46/ΕΕ. Αποδείχθηκε όμως ότι η εφαρμογή των διατάξεών της δεν ήταν ομοιόμορφη στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί η επιδιωκόμενη συνεκτική εφαρμογή. Για το λόγο αυτό στην επόμενη νομοθετική παρέμβαση κρίθηκε αναγκαία η επιβολή των σχετικών κανόνων με τη μορφή Κανονισμού. Απώτερος στό- χος της ψήφισης του ΓΚΠ∆, που αποτελεί τον πυρήνα της νέας ευρωπαϊκής δέσμης κανόνων προστασίας δεδομένων, είναι η διαμόρφωση ενός ισχυρότερου και πιο συνεκτικού νομικού πλαισίου που θα έχει ομοιόμορφη εφαρμογή σε όλη την επικράτεια της Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό ενισχύεται η συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών προστασίας δεδομένων με τη θέ- σπιση συγκεκριμένων διαδικασιών, των μηχανισμών συνεργασίας και συνεκτικότητας, με τους οποίους επέρχεται ουσιαστική διαφοροποίηση στη δράση των εποπτικών αρχών σε υποθέσεις διακρατικού χαρακτήρα και ποιοτική μεταβολή της λειτουργίας τους, προβλέπονται δε, μεταξύ άλλων, αμοιβαία συνδρομή και κοινοί έλεγχοι. Επιπλέον δίνεται έμφαση στην κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των εποπτικών αρχών, οι οποίες, και υπό το καθεστώς του ΓΚΠ∆, διατηρούν την τριπλή λειτουργία, ενημερωτική, ρυθμιστική και ελεγκτική, την οποία ασκούσαν υπό την ισχύ της Οδηγίας. Αναποφεύκτως ο ΓΚΠ∆ αφήνει περιθώρια στους εθνικούς νομοθέτες να θεσπίσουν ειδικότερες, συμπληρωματικές ή αποκλίνουσες διατάξεις σε ορισμένα, όχι λίγα, ζητήματα, προκειμένου να εξειδικεύσουν και σε κάποιο βαθμό να προσαρμόσουν τις ρυθμίσεις του στα δεδομένα κάθε χώρας. Σε ένα θέμα που καλύπτει οριζοντίως όλες τις φάσεις της προσωπικής, επαγγελματικής και οικονομικής δραστηριότητας των πολιτών ήταν ανέφικτο να επιβληθούν άκαμπτοι ενιαίοι κανόνες. Ήδη, έχει δημοσιευθεί ο Ν 4624/2019, για τις ρυθμίσεις του οποίου η ΑΠ∆ΠΧ εξέδω- σε την γνωμοδότηση 1/2020. Στη γνωμοδότηση αυτή, η οποία εκδόθηκε μετά τη δημοσίευση του νόμου δεδομένου ότι το σχετικό σχέδιο δεν είχε αποσταλεί στην Αρχή για να εκφράσει τις απόψεις της πριν από την κατάθεσή του στη Βουλή, περιέχονται παρατηρήσεις και σχόλια που αποτελούν σημαντικό βοήθημα στην αποσαφήνιση της εννοίας διατάξεων του νόμου αυτού, ως προς τις οποίες ανακύπτουν ερμηνευτικές αμφιβολίες, και στη συσχέτιση ορισμένων από

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=