Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΝΟΙΑΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
Θεωρητική θεμελίωση 5 βασης θα πρέπει να διενεργείται « καλή τη πίστει, συμφώνως προς την συνήθη έννοιαν ήτις δίδεται εις τους όρους της συνθήκης, εν τω συνόλω αυτών και υπό το φως του αντικειμένου και του σκοπού της » (άρθρ. 31 ΣυμβΒιενν 1969). Κατ’επέκταση, η ομοιόμορφη εφαρμογή της Σύμβασης αξιώνει την ερμηνευτική επίλυση των ζητημάτων εμπίπτουν στο αντικει- μενικό πεδίο εφαρμογής της λαμβανομένου υπόψιν του διεθνούς χαρακτήρα της 16 . Την λύση αυτή υπαγορεύει εξάλλου και η απαιτούμενη ασφάλεια δικαίου στο πεδίο των δι- εθνών συναλλακτικών σχέσεων, υπό την έννοια ότι κάθε διάδικο μέρος γνωρίζει εκ των προτέρων πως η αναγνώριση ή μη της διαιτητικής συμφωνίας και απόφασης εξαρτάται κατ’ αποκλειστικότητα από τους ειδικότερους ορισμούς της Σύμβασης και όχι από ορι- σμένο εθνικό δίκαιο, οι αξιολογήσεις του οποίου ενδέχεται να είναι άγνωστες στον ενδι- αφερόμενο. Τυχόν αντίθετη προσέγγιση θα εξοβέλιζε τον επιδιωκόμενο από τη Σύμβα- ση « διεθνή συντονισμό του δικαστικού ελέγχου των διαιτητικών αποφάσεων 17 ». Ι.2. Αντικείμενο και σκοπός της Σύμβασης – η εύνοια υπέρ της αναγνώρισης και εκτέλεσης αλλοδαπών διαιτητικών συμφωνιών και αποφάσεων Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να αποδοθεί στο αντικείμενο και τον σκοπό ( object andpur- pose , ratio legis ) των διατάξεων της Σύμβασης 18 . Όπως εύστοχα σημειώνεται, βασική επι- δίωξη της Σύμβασης απωτέλεσε « ηδιευκόλυνσηστην εκτέλεση τωνσυμφωνιών διαιτησίας και των διαιτητικών αποφάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Αυτό το αντικεί- υιοθέτηση ή μη της Σύμβασης της Βιέννης του 1969 από τα συμβαλλόμενα στη Σύμβαση της Νέας Υόρκης Κράτη είναι εξάλλου άνευ σημασίας, δεδομένου ότι οι διατάξεις της πρώτης αναφορικά με την ερμηνεία των διεθνών συμβάσεων αποδίδουν κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης εθιμικό δημόσιο διεθνές δίκαιο (βλ. σχετ. Libyan Arab Jamahiriya/Chad, Judgement, ICJ Reports 1994, σ. 6, 21-22, παρ. 41· Kasikili/Sedudu Island (Botswana/Namibia), Judgement, ICJ Reports 1999, σ. 1045, σ. 1059, παρ. 18· LaGrand (Germany/USA), Judgment, ICJ Reports 2001, σ. 39, παρ. 99· Gardiner R ., Treaty Interpretation (2008), σ. 14 επ.· Orakhelashvili Al ., The Interpretation of Acts and Rules in Public International Law (2008), σ. 313· ShawΜ ., International Law 6 (2008), σ. 932 επ.· Πρβλ. επίσης Malaysian Historical Salvors SDN BHD v. The Governement of Malaysia, ICSID Case No. ARB/05/10, παρ. 56) 16. Παμπούκης Χ ., ό.π., σ. 23 « Ελλείψει ενοποιητικού ερμηνευτικού οργάνου η διαδικασία της ερμηνείας είναι σύνθετη και λεπτή. Στην ουσία θα πρέπει ο εθνικός δικαστής να λειτουργεί ως διεθνής (υπερεθνικός) δικαστής και αυτό σύμφωνα με τους γενικούς ερμηνευτικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου που παρέχουν γενικές κατευθύνσεις .»· Βλ. επίσης Μayer Ul ., The Enforcement of Annulled Arbitral Awards: Towards a Uniform Judicial Interpretation of the 1958 NewYork Convention, UniformLawReview 3/1998, σ. 583 επ. και ιδίως σ. 584-586, 597-598 υπέρ της επιστράτευσης των UNIDROIT Principles for International Commercial Contracts, με την παρατήρηση ότι « The autonomous interpretation of multilateral treaties like the 1958 New York Convention sometimes requires, in order to fill gaps for which the use of domestic law should be avoided, the application of widespread and commonly recognised principles. It is in such cases that the UNIDROIT Principles may be applied at an international level. » 17. Gaillard Emm./Savage J . ( επιμ .), ό.π., αρ. 269, σ. 136 18. Για την τελολογική μέθοδο ερμηνείας βλ. αντί πολλών Τσάτσο Κ ., Το πρόβλημα της ερμηνείας του δικαίου (1932), σ. 60 επ., σ. 90 επ., σ. 140 επ. 6
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=