ΕΣΔΑ ΚΑΙ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑΣ

Πρόλογος | XV παιδιών γεννημένων σε γάμο και χωρίς γάμο η συγγραφέας καταλήγει στη διαπίστω- ση της πλήρους εναρμόνισης του ελληνικού δικαίου με τη νομολογία του ΕΔΔΑ. Περαιτέρω, ένα ακόμη ζήτημα που αναδεικνύεται από τη νομολογία του Δικαστηρί- ου του Στρασβούργου είναι ο καταλυτικός ρόλος της προστασίας του συμφέροντος του παιδιού στα ζητήματα θεμελίωσης και προσβολής της πατρότητας, τόσο στις πε- ριπτώσεις όπου το παιδί έχει «νομικό πατέρα», όσο και σε εκείνες που δεν έχει. Έτσι η συγγραφέας προχωρεί σε μια ενδιαφέρουσα ανάλυση σειράς σχετικών ζητημάτων, από τον άκαμπτο χαρακτήρα των προθεσμιών για την προσβολή της πατρότητας και της εκούσιας αναγνώρισης, ως την αναψηλάφηση αποφάσεων λόγω μεταγενέστερης πραγματογνωμοσύνης DNA. Ενόψει της διαπίστωσης ότι η προστασία του συμφέρο- ντος του παιδιού αποτελεί την κοινή συνισταμένη και την κατεξοχήν ερμηνευτική πυ- ξίδα όλων των αποφάσεων του ΕΔΔΑ, η συγγραφέας αναδεικνύει την ανάγκη μεγα- λύτερης προσαρμογής της νομολογίας των ελληνικών δικαστηρίων στην αρχή αυτή. Η υιοθεσία ανηλίκων από ετερόφυλα ζευγάρια και πρόσωπα χωρίς σύζυγο ή σύ- ντροφο συγκροτεί μια ακόμη ομάδα ζητημάτων που άπτονται της μετεξέλιξης των παραδοσιακών οικογενειακών σχέσεων. Παρότι η ΕΣΔΑ δεν αναγνωρίζει «δικαίωμα στο υιοθετείν», η νομολογία του ΕΔΔΑ προσεγγίζει πολλές επιμέρους θεματικές της υιοθεσίας, όπως τα ηλικιακά όρια, το ζήτημα της (μη) αναγνώρισης υιοθεσίας που τε- λέστηκε στο εξωτερικό, τη συμμετοχή των φυσικών γονέων στη διαδικασία της υιο- θεσίας, τα δικαιώματα του παιδιού που υιοθετείται (ιδίως το ρόλο του στη διαδικασία της υιοθεσίας και την ένταξή του στην οικογένεια του θετού γονέα) (π.χ. Schwizgebel κ. Ελβετίας , 2010, Negrepontis-Gannisis κ. Ελλάδας , 2011, Plan and Purcenau κ. Ανδόρ- ρας , 2004). Στα περισσότερα από αυτά τα ζητήματα διαπιστώνεται η συνάρθρωση του ελληνικού δικαίου με τη νομολογία του ΕΔΔΑ. Το δεύτερο μέρος της μελέτης εστιάζει στην «αποδοχή των νεωτερικών οικογενει- ακών σχέσεων», με αφετηρία την ιατρική υποβοήθηση της αναπαραγωγής ετερό- φυλων ζευγαριών και προσώπων χωρίς σύζυγο ή σύντροφο. Η εξωσωματική γονι- μοποίηση έχει οδηγήσει το ΕΔΔΑ στην έκδοση εμβληματικών αποφάσεων, που δεν μπορούν παρά να επηρεάσουν ισχυρά τον Έλληνα νομοθέτη και εφαρμοστή του δικαίου (π.χ. Evans κ. Ηνωμένου Βασιλείου , 2007, Costa and Pavan κ. Ιταλίας , 2012). Αντίστοιχες παρατηρήσεις ισχύουν ως προς το ειδικότερο και ευαίσθητο ζήτημα της παρένθετης μητρότητας, η οποία αποτελεί νόμιμη μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής στην Ελλάδα ήδη από την πρωτοποριακή νομοθέτηση του 2002 (Ν. 3089/2002). Η πρόσφατη γνωμοδότηση του ΕΔΔΑ και η μεταγενέστερη νομολογία του καταγράφουν μια τάση για διεθνή αναγνώριση των οικογενειακών καταστάσεων που έχουν ήδη δημιουργηθεί στο εξωτερικό. Συνθέτοντας τη νομολογία του ΕΔΔΑ, η συγγραφέας αποτυπώνει και κωδικοποιεί τα σχετικά κριτήρια που θα πρέπει να καθοδηγούν την ελληνική νομολογία στο ζήτημα της ίδρυσης συγγένειας μεταξύ παι- διού που γεννήθηκε από παρένθετη μητέρα (στην ημεδαπή ή στο εξωτερικό) και των «κοινωνικών» γονέων του. Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα ζητήματα τίθενται και σε σχέση με την απόκτηση παιδιών, μέσω υιοθεσίας ή ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, από ομόφυλα ζευγά- ρια και άτομα με ομοφυλοφιλικό σεξουαλικό προσανατολισμό (π.χ. Ε.Β. κ. Γαλλίας , 2008, Χ. και άλλοι κ. Αυστρίας , 2013). Η συγγραφέας εξετάζει κριτικά τη νομολογία του

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=