ΕΣΔΑ ΚΑΙ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑΣ

76 | ΕΣΔΑ και ίδρυση της συγγένειας άλλου δικαιώματος, καθώς και η πρακτική σημασία της κατηγοριοποίησης δεν χαρα- κτηρίζονται πάντα από σαφήνεια. Παρ’όλα αυτά, μια ενδελεχής εξέταση της σχετικής νομολογίας επιτρέπει τη διατύπωση των εξής παρατηρήσεων: Όταν η πατρότητα αμφισβητείται από τον ίδιο τον «νομικό πατέρα», το Δικαστήριο αποφεύγει συχνά να προσδιορίσει κατά πόσον οι διαδικασίες που αποσκοπούν στη λύση του νομικού δεσμού μιας υπάρχουσας οικογένειας σχετίζονται με την οικογε- νειακή ζωή του ενδιαφερόμενου, αναφέροντας ότι ο προσδιορισμός της πατρότητας αφορά σε κάθε περίπτωση την ιδιωτική του ζωή 320 . Ο λόγος φαίνεται να είναι ότι οι υποθέσεις άρνησης της πατρότητας αποσκοπούν στη λύση των υφισταμένων οικο- γενειακών δεσμών και όχι στην προστασία τους. Με άλλα λόγια, το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται κατά πόσον το δικαίωμα σε «σεβασμό της (...) οικογενειακής ζωής» που προβλέπεται στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ προστατεύει την οικογενειακή ζωή υπό την αρ- νητική της όψη, εκείνη δηλαδή του να μη συνδέεται ο πατέρας με κάποιο παιδί που δεν είναι δικό του. Αντίθετα, εφαρμόζει το εν λόγω άρθρο υπό την οπτική γωνία του δικαιώματος σε σεβασμό της ιδιωτικής ζωής του ενδιαφερόμενου. Όταν οι διαδικασίες αμφισβήτησης της πατρότητας εγείρονται από τον φερόμενο ως βιολογικό πατέρα, κρίσιμο στοιχείο για την κατηγοριοποίηση της υπόθεσης είναι η τυχόν δημιουργία de facto οικογενειακών δεσμών. Αν οι εν λόγω δεσμοί υφίστανται, τότε η υπόθεση εξετάζεται υπό το φως του δικαιώματος σε σεβασμό της οικογενει- ακής ζωής. Ωστόσο, ακόμη και όταν δεν έχουν αναπτυχθεί στην πράξη οικογενεια- κοί δεσμοί μεταξύ του πατέρα και του παιδιού, η σχέση τους μπορεί να εξετασθεί υπό το πρίσμα της οικογενειακής ζωής. Πρόκειται για τις περιπτώσεις της λεγόμενης «επιδιωκόμενης οικογενειακής ζωής» ( intended family life , vie familiale projetée ). Εν προκειμένω, ο πατέρας επιθυμούσε να δημιουργήσει οικογένεια με το παιδί, αλλά δεν το κατάφερε, παρά τη θέλησή του και για λόγους που δεν καταλογίζονται σε αυ- τόν. Καθοριστικά στοιχεία για τον εν λόγω χαρακτηρισμό της σχέσης είναι η επίδειξη ενδιαφέροντος και δέσμευσης από μέρους του πατέρα προς το παιδί πριν και μετά τη γέννησή του 321 . Αντίθετα, ο απλός βιολογικός δεσμός που δεν συνοδεύεται από επίδειξη κάποιου, στοιχειώδους έστω, ενδιαφέροντος εκ μέρους του πατέρα δεν αρκεί προκειμένου η εν λόγω σχέση να χαρακτηριστεί ως οικογένεια. Έτσι, η υπόθεση της πατρότητας εξετάζεται υπό το φως της ιδιωτικής ζωής 322 . Με άλλα λόγια, το Δικαστήριο αποδίδει μεγάλη σημασία στον συναισθηματικό δεσμό μεταξύ πατέρα και παιδιού. Η αγάπη και η αφοσίωση ή ακόμη και η πρόθεση ανάπτυξης αυτών των συναισθημάτων δια- 320. Βλ. π.χ. ΕΔΔΑ, Shofman κ. Ρωσίας , 24.11.2005, παρ. 30, Ostace κ. Ρουμανίας , 25.2.2014, παρ. 30. 321. ΕΕπιτροπήΔΑ, Μ.Β. κ. Ηνωμένου Βασιλείου , απόφαση επί του παραδεκτού, 6.4.1994, ΕΔΔΑ, Nylund κ. Φινλανδίας , απόφαση επί του παραδεκτού, 29.6.1999, Nekvedavicius κ. Γερμανίας , απόφαση επί του παραδεκτού, 19.6.2003, L. κ. Ολλανδίας , όπ.π., παρ. 36, Rozanski κ. Πολωνίας , 10.3.2005, Anayo κ. Γερμανίας , 21.12.2010, παρ. 57, Genovese κ. Μάλτας , 11.10.2011, παρ. 29. 322. Βλ. για παράδειγμα, ΕΔΔΑ, Ahrens κ. Γερμανίας , όπ.π., παρ. 59, όπου ο προσφεύγων διατηρούσε αμιγώς σεξουαλικές επαφές με τη μητέρα του παιδιού και δεν επέδειξε κανένα συναισθηματι- κό δεσμό ή βούληση δέσμευσης με αυτό.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=