ΚΤΗΣΗ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΚΙΝΗΤΟΥ ΑΠΌ ΚΑΛΟΠΙΣΤΟ ΣΥΝΑΛΛΑΣΣΟΜΕΝΟ

255 Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΜΕΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΛΟΠΙΣΤΗ ΚΤΗΣΗ ΕΝΝΟΜΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ μάτων των τρίτων πάνω στο κινητό επέρχεται με την απόκτηση της κατοχής του πράγματος από τον καλόπιστο αποκτώντα. Ό,τι ισχύει λοιπόν για την παράδοση της νομής στο πλαίσιο της καλόπιστης κτήσης της κυριότητας του κινητού ισχύει mutatis mutandis και στην καλόπιστη απόσβεση περιορισμένων εμπράγματων δικαιωμάτων τρίτων πάνω στο κινητό. Ακόμα και αν ο καλόπιστος αποκτών αποκτά από κύριο κατά ΑΚ 1034, η απόσβεση των περιορισμένων εμπράγμα- των δικαιωμάτων επέρχεται με την απόκτηση από τον καλόπιστο αποκτώντα της κατοχής του πράγματος. Αν λοιπόν μισθωτής, που οφείλει μισθώματα αρκετών μηνών, εκποιήσει εισκομισθέν κινητό σε καλόπιστο αποκτώντα, συμφωνήσουν όμως να παραμείνει για κάποιο χρονικό διάστημα ο μισθωτής στην κατοχή του κινητού (π.χ. ως θεματοφύλακας), τότε ο αποκτών αποκτά κυριότητα πάνω στο κινητό (ΑΚ 1034 σε συνδυασμό με ΑΚ 977 εδ. α΄ περίπτ. 1) βεβαρημένη όμως με το νόμιμο ενέχυρο του εκμισθωτή, το οποίο θα αποσβεστεί μόλις ο αποκτών λά- § 934, αρ. 11) η απώλεια της κυριότητας του αληθινού δικαιούχου, η οποία ρυθμίζεται αποκλειστικά από την § 934 Αlt. 1 ΒGΒ, και η κτήση της κυριότητας από τον καλόπιστο αποκτώντα δεν ναυαγούν λόγω της ύπαρξης της § 936 ΙΙΙ ΒGB, η οποία μοναδικό σκοπό έχει να προστατεύσει το τυχόν περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα (ενέχυρο, επικαρπία) του τρίτου κατόχου πάνω στο πράγμα. Ο κύριος λόγω της σύναψης της ενοχικής σχέσης της μίσθωσης με τον επικαρπωτή δημιουργεί το φαινόμενο δικαιώματος κυριότητας στο πρόσωπο του τελευταίου, κάτι το οποίο θα μπορούσε να είχε αποφύγει, αν, αντί να συ- στήσει επικαρπία υπέρ του μεταβιβάζοντος μη κυρίου, κρατούσε ο ίδιος την κατοχή του πράγματος και επέτρεπε την πρόσβαση στο κινητό και τη χρήση του μόνο σε κάποιον βοη- θό νομής, έτσι, ώστε, αν ο τελευταίος ιδιοποιείτο τη νομή και μεταβίβαζε την κυριότητα σε καλόπιστο τρίτο, ο καλόπιστος να μην αποκτά κυριότητα λόγω της ιδιότητας του κινητού ως απολωλότος (§ 935 Ι BGB). Κατά την κρατούσα άποψη της γερμανικής θεωρίας ( Wester- mann, Harry, SachenR, § 50, 3, Wilhelm, SachenR, αρ. 917, Palandt/Bassenge, § 936, αρ 3, b σε συνδυασμό με § 934, αρ. 3, Hk-BGB/Eckert, § 936, αρ. 3, Βamberger/Roth/Kindl, § 936, αρ. 7, MüK/Quack, § 936, αρ. 21, Döring, NJW 1996, σ. 1443, 1446-1447, Wolff/ Raiser, SachenR, § 70 ΙΙ, υποσημ. 5, Hager, Verkehrsschutz durch redlichen Erwerb, σ. 330-331, MüK/Oechsler, § 934, αρ. 9) η κυριότητα του αληθινού δικαιούχου δεν αποσβή- νεται. Αφού το περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα του κατόχου διατηρείται δυνάμει της § 936 ΙΙΙ BGB έναντι του αποκτώντος την αξίωση απόδοσης του πράγματος, πρέπει και η κυριότητα ως ισχυρότερο δικαίωμα να διατηρείται κι αυτή. Επίσης, ο αποκτών πρέπει να δείχνει λιγότερη εμπιστοσύνη στα λόγια του μεταβιβάζοντος μη κυρίου και περισσότερη στην κατοχή, η οποία παραπέμπει σε περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα του τρίτου, στα χέρια του οποίου βρίσκεται στο πράγμα. Πρέπει δηλαδή ο αποκτών να απευθύνεται στον κάτοχο του κινητού, προκειμένου να αποσαφηνίζεται η πραγματική κατάσταση. Σε κάθε περίπτωση το γεγονός, ότι με την εφαρμογή της § 936 ΙΙΙ BGB επιχειρείται να λυθεί το επίμαχο ζήτημα υπέρ του αληθινού δικαιούχου μαρτυρά την προσπάθεια θεραπείας ενός συμπτώματος και όχι της αιτίας, η οποία πρέπει να αναζητηθεί στο κείμενο της § 934 Αlt. 1 ΒGΒ, που δέχεται την καλόπιστη κτήση της κυριότητας με έκταξη της νομής (βλ. Μusielak, JuS 1992, σ. 713, 719).

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=