ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
§1. Ο ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ 5 απαλλαγμένος από αμφιβολία σε σχέση με την αντικειμενικότητα-αμεροληψία της πραγματοποίησής του. Τα μάλλον περιορισμένα αποτελέσματα του ελέγχου αυτού επιβεβαιώνουν την ανάγκη για προσφυγή και σε κάποια άλλη μορφή (ελέγχου). Τις ελλείψεις των δύο προηγούμενων μορφών ελέγχου επιδιώκει να καλύψει ο λε- γόμενος «ενδιάμεσος έλεγχος» , δηλαδή ο έλεγχος εκείνος που κινείται μεταξύ του διοικητικού και του δικαστικού ελέγχου, αν και κατά κυριολεξίαν έχει ως κύριο ση- μείο αναφοράς τον πρώτο. Πηγή έμπνευσής του αποτέλεσε ο σκανδιναβικής προ- έλευσης θεσμός του κοινοβουλευτικού επιτρόπου της διοίκησης («Ombundsman»: Σουηδία, 1809) 5 . Ο θεσμός αυτός ενσωματώθηκε σταδιακώς στις έννομες τάξεις διαφόρων κρατών όπως και στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένω- σης, με τη μορφή του « Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή » 6 . Στην ελληνική έννομη τάξη ο θεσμός αυτός καθιερώθηκε με τη σύσταση ανεξάρ- τητης αρχής, του Συνηγόρου του Πολίτη 7 , ο οποίος μετά την αναθεώρηση του Συ- ντάγματος του 2001 απέκτησε και συνταγματική κατοχύρωση 8 . Η αρχή αυτή διοι- κείται από τον Συνήγορο του Πολίτη και έξι (6) Βοηθούς, οι οποίοι προΐστανται των οικείων κύκλων. Η αποστολή του Συνηγόρου έγκειται στην προστασία των δικαιω- μάτων του πολίτη, στον έλεγχο της νομιμότητας καθώς και στην καταπολέμηση της κακοδιοίκησης (άρθρο 3 παρ. 1 του Ν 3094/2003, όπως ισχύει). Ο νομοθέτης υπο- γραμμίζει την προστασία των θεμελιωδών και λοιπών δικαιωμάτων του πολίτη, αν και αυτή συνιστά πτυχή της αρχής της νομιμότητας, επιθυμώντας με τον τρόπο αυτόν να υπογραμμίσει την ιδιαίτερη σημασία του σεβασμού τους για την έννο- μη τάξη, ενόψει και του γεγονότος ότι αποτελούν θεμελιώδη συνιστώσα της αρχής του κράτους δικαίου. Πέραν της διασφάλισης της αρχής της νομιμότητας, ο Συνή- γορος του Πολίτη έχει ως αποστολή τον εντοπισμό και τον περιορισμό φαινομέ- νων κακοδιοίκησης, δηλαδή νομότυπων διοικητικών πρακτικών που ακυρώνουν το πνεύμα και τη λειτουργία των κανόνων δικαίου . Στην αρμοδιότητά του υπάγε- ται η έρευνα ατομικών διοικητικών πράξεων ή παραλείψεων ή υλικών ενεργειών οργάνων δημόσιων υπηρεσιών που προσβάλλουν δικαιώματα ή έννομα συμφέ- ροντα φυσικών ή νομικών προσώπων. Το κριτήριο της αρμοδιότητας του Συνη- γόρου είναι ποιοτικό-λειτουργικό και όχι «οργανικό». Τούτο, υπό την έννοια ότι αναζητείται εάν το προσβαλλόμενο δικαίωμα ή έννομο αγαθό εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιότητάς του. Υπό το φως του κριτηρίου αυτού πρέπει να ερμηνεύονται και 5. Βλ. Επ. Σπηλιωτόπουλου , Εγχειρίδιο, τ. 2, έκδ. 14 η , όπ.π., αρ. 391α, σ. 6, υποσημ. 5. 6. Βλ. άρθρο 228 ΣΛΕΕ. 7. Βλ. Ν 2477/1997, 3051/2002, Ν 3094/2003, 3769/2009, 3896/2010, 4097/2012 και 4443/2016 κα- θώς και ΠΔ 273/1999. 8. Βλ. άρθρο 103 παρ. 9 Σ. 6
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=