ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ (2 ΤΟΜΟΙ)

Άρθρο 1 Κεφ. 1ο: Γενικές διατάξεις 4 Α. Καραντάνα Οι συνταγματικές αυτές αρχές επιβάλλουν εξάλλου τη σαφήνεια και την προβλέψιμη εφαρμογή των εκάστοτε θεσπιζομένων κανονιστικών ρυθμίσεων 3 και πρέπει να τηρού- νται με ιδιαίτερη αυστηρότητα, όταν πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν σο- βαρές οικονομικές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους 4 . ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ∆ΠρΛαρ 1735/2017 «Η πράξη καταχώρισης του τίτλου της φορολογικής οφειλής στα Βιβλία της Φορολογικής ∆ιοίκησης δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και δεν ταυτίζεται με την τα- μειακή βεβαίωση της οφειλής, η οποία προβλεπόταν στον ΚΕ∆Ε, πριν από την ισχύ του Κώδι- κα Φορολογικής ∆ιαδικασίας. Απαράδεκτη η ανακοπή κατά της πράξης καταχώρισης. Αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και προσβάλλεται παραδεκτά με ανακοπή η ατομική ειδοποίηση. Με την ανακοπή δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας της καταλογιστικής πρά- ξης, που αποτελεί το νόμιμο τίτλο και κατά του οποίου προβλέπεται η άσκηση προσφυγής...» (πα- ρατ. Γ. Μέντη, ∆∆ίκη 2018/495). ΣτΕ ΕΑ 215/2016 «Η προβλεπόμενη από τον Κώδικα Φορολογικής ∆ιαδικασίας πράξη καταχώ- ρισης του τίτλου της φορολογικής οφειλής στα βιβλία της Φορολογικής ∆ιοίκησης δεν ταυτίζεται, κατά τη νομική της φύση, με την ταμειακή (εν στενή εννοία) βεβαίωση της οφειλής προς το ∆ημό- σιο, η οποία προβλέπεται από τις διατάξεις του ΚΕ∆Ε, όπως αυτές ίσχυαν προ της ενάρξεως της ισχύος του ΚΦ∆, αλλά, αποτελούσα, σε αντίθεση με εκείνη, εσωτερική απλώς διοικητική διαδι- κασία, μη παράγουσα για τον διοικούμενο έννομες συνέπειες, δεν φέρει εκτελεστό χαρακτήρα. Επομένως, δεν χωρεί ανακοπή κατά της ρηθείσας πράξης καταχώρισης». ∆ΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ Ε.2211/2020 α) Κοινοποίηση διοικητικής κωδικοποίησης Κώδικα Φορολογικής ∆ιαδι- κασίας (ΚΦ∆, Ν 4174/2013, Μέρος Α΄, (Α΄ 170), ενημερωμένης έως τον Ν 4764/2020 (Α΄ 256/23.12.2020) και β) Κοινοποίηση παραρτήματος με συ- ναφείς αποφάσεις και εγκυκλίους - ενημερωμένου έως 31.12.2020. ΣτΕ 3777/2008, ΣτΕ 4731/2014, ΣτΕ 640/2015. Βλ και ΣτΕ Ολ 1738/2017, που έκρινε ότι η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, η οποία απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου και ιδίως από τις διατά- ξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 25 παρ. 1 εδ. α΄ του Συντάγματος και ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, επιβάλλει, ιδίως, τη σαφή- νεια και την προβλέψιμη εφαρμογή των εκάστοτε θεσπιζομένων κανονιστικών ρυθμίσεων και πρέ- πει να τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα, όταν πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν σοβα- ρές οικονομικές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους, όπως είναι οι διατάξεις που προβλέπουν την επιβολή επιβαρύνσεων υπό την μορφή φόρων, τελών, εισφορών και οποιασδήποτε φύσεως κυ- ρώσεων για παράβαση των σχετικών διατάξεων. Ειδικότερα, η ως άνω θεμελιώδης αρχή, η οποία εξυπηρετεί σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, επιτάσσει η κατάσταση του διοικουμένου, όσον αφο- ρά την εκ μέρους του τήρηση των κανόνων της σχετικής με τις ανωτέρω επιβαρύνσεις νομοθεσί- ας, να μη μπορεί να τίθεται επ’ αόριστον εν αμφιβόλω. 3. ΣτΕ 2811/2012, ΣτΕ 144, 1976/2015. 4. ΣτΕ 144, 1976/2015, ΣτΕ 1623/2016, ΣτΕ 675/2017.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=