ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Έννοια, συνταγματικά θεμέλια και ιστορική εξέλιξη της διοικητικής δικαιοδοσίας 9 Αποτελεσματική είναι η δικαστική προστασία όταν παρέχεται σε οριστικό επί- πεδο σε εύλογο χρόνο 30 και υφίσταται ταυτοχρόνως πάντοτε η δυνατότητα για προ- σωρινή παροχή της προκειμένου να αποτραπούν άλλως αναπότρεπτες βλάβες. Έτσι από το άρθρο 20 § 1 Συντ. απορρέει και το δικαίωμα προσωρινής δικα- στικής προστασίας 31 . Κάθε διάταξη νόμου που το αποκλείει σε κάποιο πεδίο δι- οικητικής δραστηριότητας ή για τμήμα της διοικητικής διαφοράς είναι κατ’ αρ- χήν αντισυνταγματική. Στοιχείο αποτελεσματικότητας της δικαστικής προστασίας στο διοικητικό δικονομικό δίκαιο είναι και η συναγωγή τεκμηρίου αληθείας των ισχυρισμών του αιτούντος, όταν η διοίκηση δεν αποστέλλει το φάκελο της υποθέσεως στο δικα- στήριο μετά την έκδοση σχετικής προδικαστικής αποφάσεως 32 . Αντίθετες στο δικαίωμα πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστα- σίας στο διοικητικό δικονομικό δίκαιο είναι περαιτέρω, αφενός μεν η παλαιότε- ρη απαγόρευση αναγκαστικής εκτελέσεως κατά του ελληνικού ∆ημοσίου, αφετέ- ρου δε, κατά μία άποψη, η νομοθετική πρόβλεψη αμάχητων τεκμηρίων σε βάρος του ιδιώτη 33 . Η απαγόρευση αναγκαστικής εκτελέσεως για χρηματικές απαιτήσεις σε βά- ρος του ∆ημοσίου προβλεπόταν στο άρθρο 8 ν. 2097/1952 και είχε επεκταθεί προς όφελος των δήμων και κοινοτήτων με το ν.δ. 31/1968. Καταργήθηκε με το άρθρο 94 § 4 εδ. 3 Συντ. και τον εκτελεστικό του ν. 3068/2002. (γ) Τα όργανα της δικαστικής προστασίας ∆ικαστήρια υπό την έννοια του άρθρου 20 § 1 Συντ. είναι μόνο τα κρατικά, ελ- ληνικά δικαστήρια, που συγκροτούνται κατ’ άρθρο 87 § 1 Συντ. κατά πλειοψηφία από τακτικούς δικαστές, οι οποίοι απολαμβάνουν λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας 34 . ∆εν υπάγονται συνεπώς στα δικαστήρια του άρθρου 20 § 1 Συντ. ούτε τα όργα- να συναινετικής διαιτησίας, ούτε τα λεγόμενα εκκλησιαστικά δικαστήρια 35 , ούτε το ∆ΕΕ και το Ε∆∆Α. ∆εν είναι ομοίως δικαστήρια, οι διοικητικές επιτροπές που επιλαμβάνονται διοικητικών προσφυγών και τα πειθαρχικά συμβούλια. ∆ικαστή- 30.  Για το ζήτημα του ευλόγου χρόνου απονομής προσωρινής δικαστικής προστασίας σε σχέση με το άρθρο 6 § 1 ΕΣ∆Α, πρβλ. Σταμάτη, Ε∆∆ 1985.300 επ., Χρυσανθάκη, ∆ 1991.809 επ., Ανδρου- λάκη, ΘΠ∆∆.2015.1 επ. 31.  Για τη σύνδεση του δικαιώματος παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας με το άρθρο 20 § 1 Συντ., βλ. αντί πολλών Κλαμαρή, όπ.π., σ. 153-211, Bettermann, Αρμ 1980.713 επ., Σκου- ρή, όπ.π., σ. 61. 32.  Το τεκμήριο συναγόταν νομολογιακώς. Προβλέπεται πλέον ρητά στο άρθρο 43 ν. 4055/2012. 33.  Πρβλ. για το θέμα ∆αγτόγλου (όπ.π.), αρ. 75 επ., Μπέη, ∆ 1978.761 επ. 34.  Πρβλ. ∆αγτόγλου, όπ.π., αρ. 82. Βλ. και ΟλΣτΕ 825/1988. 35.  Πρβλ. ΣτΕ 2565/1969, ΟλΣτΕ 2800/1972, Λαζαρίμο, ΝοΒ 1960.1557. Για τα πειθαρχικά συμβού- λια, βλ. ΟλΣτΕ 189/2007, ∆ 2007.663, ΣτΕ 2037/2011. Ειδικά για τα υπηρεσιακά συμβούλια των δικαστικών υπαλλήλων, βλ. ΣτΕ 334/2008, 3020/2011. 13

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=