Η ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΘΕΤΗ

2 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τέλος, δεν αφορά την αόριστη υποχρέωση του νομοθέτη να «πραγματώσει το Σύ- νταγμα» 6 υπό την έννοια της λήψης μέτρων για την εξασφάλιση των κοινωνικών δι‑ καιωμάτων ή της κοινωνικής διάστασης των αμυντικών δικαιωμάτων 7 . Δεν πρόκει‑ ται δηλαδή για τον νομοθέτη που επιδιώκει τους σκοπούς του Συντάγματος, αλλά για τον νομοθέτη που κινείται εντός των ορίων του 8 . Ως αποκλειστική αρμοδιότη‑ τα του νομοθέτη νοείται η αρμοδιότητα εκείνη, η άσκηση της οποίας δεν δύναται να μεταβιβασθεί μέσω εξουσιοδότησης – νομοθετικής ή απευθείας εκ του Συντάγ‑ ματος. Αλλά ακόμη κι όταν χωρεί εξουσιοδότηση, αυτή οφείλει να παρασχεθεί σύμ‑ φωνα με τα διαλαμβανόμενα στα άρθρα 43 και 44 παρ. 1 του Συντάγματος, άλλως ο νομοθέτης ασκεί πλημμελώς την αρμοδιότητά του καταλείποντας ταυτόχρονα περι‑ θώρια υπερδραστηριότητας στη διοίκηση. Έτσι, η αδράνεια του νομοθέτη δεν περιλαμβάνει μόνο την έννοια της μη άσκησης ή της πλημμελούς άσκησης από τον νομοθέτη της αποκλειστικής του αρμοδιότητας, αλλά εμπερικλείει ταυτόχρονα και την αντίστοιχη δράση της διοίκησης στη θέση του νομοθέτη. Περιλαμβάνει, εν ολίγοις, την έννοια της υφαρπαγής της εξουσίας του αδρανούς νομοθέτη από την υπερδραστήρια διοίκηση. Όταν δε αναφερόμαστε στη διοίκηση στα πλαίσια της αδράνειας, εννοούμε πρωτίστως το Υπουργικό Συμ‑ βούλιο, του οποίου τα μέλη εκδίδουν υπουργικές αποφάσεις (ά. 43 παρ. 2 εδ. β’ Σ) ή υπογράφουν τα διατάγματα του Προέδρου της Δημοκρατίας αναλαμβάνοντας ταυ‑ τόχρονα και την πολιτική ευθύνη (ά. 35 παρ. 1 Σ), και το οποίο προτείνει την έκδο‑ ση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου (ά. 44 παρ. 1 Σ). Εννοούμε, δευτερευόντως, όλες τις διοικητικές αρχές, οι οποίες προτιμούν να παραβιάσουν τον νόμο ή ακόμα και το Σύνταγμα, αλλά πάντως όχι να αφήσουν ανεφάρμοστη μία κατ’ αρχήν ερμη‑ νευτική εγκύκλιο. Δεν περιλαμβάνεται στην έννοια της διοίκησης, όπως την αντιλαμ‑ βανόμαστε στα πλαίσια της αδράνειας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος μπο‑ ρεί να ορίζεται ως όργανο άσκησης της εκτελεστικής εξουσίας (ά. 26 παρ. 2), αλλά ο ρόλος του παραμένει διαχρονικά ρυθμιστικός με ελάχιστα περιθώρια λήψης απο‑ φάσεων κατά διακριτική ευχέρεια 9 . Ακόμα κι όταν εκδίδει τα διατάγματα του ά. 43, 6. Αντώνης Μανιτάκησ , «Η προτεραιότητα εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου έναντι του Συντάγματος, η εναρμονισμένη με το κοινοτικό δίκαιο ερμηνεία του Συντάγματος και η τεχνική της αναλογικότη‑ τας», Εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου 3/2015, σελ. 317‑335, σελ. 333: «Ο εφαρμοστής και ερμηνευ- τής του το κάνει να μιλάει. Φωνή αποκτά το Σύνταγμα, όταν πραγματώνεται και πραγματώνεται μέσα από τη νομοθετική, δικαστική, κυβερνητική , διοικητική και δικαστική πρακτική.». 7. Λίνα Παπαδοπούλου , «Η κανονιστικότητα και εκδικασιμότητα των κοινωνικών δικαιωμάτων, και ταυ‑ τόχρονα μία συνηγορία υπέρ του status mixtus των δικαιωμάτων», Το Σύνταγμα , ΤοΣ 3-4/2020, σελ. 929‑984, σελ. 949 επ. 8. Βλ. Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλοσ , «Μεταξύ συνταγματικών σκοπών και συνταγματικών ορίων: η διαλεκτική εξέλιξη της συνταγματικής πραγματικότητας στην εθνική και στην κοινοτική έννομη τάξη», Εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου, 5/2008, σελ. 733‑752. 9. Πρόκειται για την περίπτωση επιλογής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας του αρχηγού της υπηρεσι‑ ακής Κυβέρνησης μεταξύ των Προέδρων των Ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας, όπως ορίζεται στο ά. 37 παρ. 1 Σ, καθώς επίσης και για τη διάλυση της Βουλής με προεδρική πρωτοβουλία, όταν συντρέ‑ χουν οι δύο προϋποθέσεις που προβλέπονται στο ά. 41 παρ. 1 εδ. α’ Σ.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=