Η ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΘΕΤΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 5 ματα πριν από αυτό. Ο λόγος δεν έγκειται στο γεγονός ότι το ίδιο το Σύνταγμα προ‑ βλέπει περιπτώσεις διασταύρωσης των λειτουργιών 13 , αλλά στο ότι όταν προβλέπει άσκηση κανονιστικής αρμοδιότητας, ακόμα και αυτόνομης, το κάνει με όρους ευ‑ ρείς, αφηρημένους, επιδεκτικούς πολλαπλών ερμηνειών. Επιπλέον, ακόμα κι όταν δεν προβλέπει – συνταγματικά επιτρεπτή – διασταύρωση, πολλαπλασιάζει τα ενδε‑ χόμενα για – μη συνταγματικά ανεκτή – σύγχυση των λειτουργιών. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που διερωτάται κανείς αν η αυστηρή τυπολογία της αδράνειας, την οποία θα καταρτίσουμε στην παρούσα μελέτη, εξυπηρετεί κάποιον σκοπό, εφόσον στα πλαίσια του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος ο νομοθέτης καθοδηγείται εξ ορισμού από το όργανο εκείνο, από το οποίο κινδυνεύει η εξουσία του, δηλαδή από το εκτε‑ λεστικό. Στα ανωτέρω έρχεται να προστεθεί και η de facto νομοθετική αρμοδιότη‑ τα των Υπουργών 14 , αφού τα νομοσχέδια που καταρτίζονται από αυτούς, ή πάντως από μία πλειάδα ειδικών για αυτούς, καταλήγουν συστηματικά να ψηφίζονται από τη Βουλή και, αντιστρόφως, όλοι ανεξαιρέτως οι νόμοι που ψηφίζονται ήταν πριν νο‑ μοσχέδια και όχι προτάσεις νόμου. Εν ολίγοις, το ερώτημα που τίθεται είναι αν, πέρα από μία εμμονή ως προς το τεχνικά ορθό, ο ορισμός και η τυπολογία της αδράνειας εξυπηρετούν κάποιον ουσιαστικό σκοπό. Η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι θετική. Κατά κύριο λόγο εξυπηρετείται ο προ‑ φανής και απόλυτα ουσιαστικός σκοπός της συνταγματικότητας της δράσης των συ‑ ντεταγμένων οργάνων όταν νομοθετούν ή όταν δρουν κανονιστικά. Με άλλα λόγια, το σύνολο της κατασκευής της αδράνειας του νομοθέτη αποβλέπει κατ’ αρχήν στη διαφύλαξη του κράτους δικαίου, αλλά και στην εγγύηση των επιμέρους στοιχείων που συνθέτουν το κράτος δικαίου 15 . Κρίνεται, για παράδειγμα, απαραίτητο να θε‑ μελιώσουμε ποιος – ο τυπικός ή ο ουσιαστικός νομοθέτης – και υπό ποιες προϋπο‑ θέσεις – εύρος εξουσιοδότησης και όργανο που την αξιοποιεί – μπορεί να περιορί‑ σει ένα συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, ή ακόμα περισσότερο, αν είναι ή όχι συνταγματικά ανεκτή η αναδρομική επικύρωση αναρμοδίως εκδοθείσας διοικητι‑ κής πράξης, ειδικά αν εκκρεμεί δίκη κατά της πράξης αυτής 16 . Και φυσικά θεμελιώ‑ Αντ. Ν. Σάκκουλα, 2016, 871 σελ., σελ. 662 επ. 13. Για τη διασταύρωση των λειτουργιών βλ. ενδεικτικά Γιάννης Τασόπουλοσ , Τα θεσμικά αντίβαρα της εξουσίας και η αναθεώρηση του Συντάγματος , Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Σάκκουλας Α.Ε., 2007, 217 σελ. 14. Φαίδων Βεγλερήσ , «Η νομοπαραγωγική δράσις της Διοικήσεως», Εφημερίς των Ελλήνων Νομικών 1962, σελ. 273‑291, σελ. 290: «Εξάλλου, δια λόγους αναγόμενους εις την αποκρυσταλλωθείσαν από του 1946 σχέσιν των κομματικών δυνάμεων εν τη ημετέρα Βουλή, η περίπτωσις απορρίψεως νομο- θετικού μέτρου, εις το οποίον η Κυβέρνησις αποδίδει σημασίαν, εκδηλούσα το σχετικόν ενδιαφέρον της, είναι σήμερον εκτός των ιστορικών πιθανοτήτων.». 15. Για την έννοια του κράτους δικαίου βλ. Φίλιππος Σπυρόπουλοσ , Συνταγματικό Δίκαιο , Αθήνα-Θεσ‑ σαλονίκη, Εκδόσεις Σάκκουλας Α.Ε., 2018, 451 σελ., σελ. 65 επ, καθώς και Κώστας ΧρυσόγονοΣ , Συ- νταγματικό Δίκαιο , 2η έκδοση, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014, 594 σελ., σελ. 337 επ. 16. Βλ. ενδεικτικά Ευγενία Πρεβεδούρου , Η κατάργηση της διοικητικής δίκης , Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκ‑ δόσεις Σάκκουλα, 2012, 372 σελ.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=