ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΣΤΗ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

VIII Πρόλογος - Ευχαριστίες «η νομική ρύθμιση εξυπηρετεί άμεσα, κατά μεγάλο μέρος, οικονομικά συμφέροντα. Και στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες αυτό δεν γίνεται κατά άμεσο τρόπο [...], τα οικονομικά συμφέροντα ανήκουν στους πιο ισχυρούς παράγοντες, που επηρεάζουν την διαμόρφωση του δικαίου [...]» 2 . Ο διάλογος δεν θα μπορούσε ν’ αφήσει αδιάφορους τους εκπροσώπους του κλα- σικού φιλελευθερισμού, με τον F. A. von Hayek να αφιερώνει σημαντικό μέρος της μελέτης του στις σχέσεις του δικαίου με την αγορά 3 . Και εδώ, η «Aγορά» και η «Tάξη» η οποία επικρατεί σε αυτήν αποτελώντας σχεδόν λογικό προαπαιτούμενο για τη δημιουργία της, ανάγονται σε πρωταρχικούς παράγοντες για τη δημιουρ- γία του δικαίου∙ η σύνδεση αυτή θεμελιώνεται ως εξής: η «αγορά» ανάγεται από τον Hayek στον χώρο εντός του οποίου οι κοινωνοί αναπτύσσουν ελεύθερα την δραστηριότητά τους, το δε αποτέλεσμα της συμβίωσής τους αποτελεί τον συμβι- βασμό των αντιτιθέμενων στόχων τους∙ εντός της αγοράς, παράγεται μια αυθόρ- μητη «ρυθμιστική τάξη», την οποία ο Hayek χαρακτηρίζει ως «κανόνες δίκαιης συμπεριφοράς» και ανάγει σε «δίκαιο της ελευθερίας» στο πλαίσιο της θεωρί- ας του. Σε αυτήν αντιπαρατίθεται η κατασκευασμένη «Τάξη», η βασιζόμενη στη «Θέση», που ταυτίζεται εννοιολογικά με τη νομοθεσία και χαρακτηρίζεται από το εγγενές στοιχείο της καταπίεσης των κοινωνών. Έτσι, η έννοια του «Νόμου» ταυ- τίζεται στη θεωρία του Hayek με το αυθόρμητο δίκαιο που ισχύει στην «Αγορά» (η οποία, ωστόσο, δεν ταυτίζεται με την Οικονομία) και ανταποκρίνεται στον αβία- στο «ρυθμό», τον «Κόσμο»∙ αντιθέτως, η οργανωμένη ρύθμιση, η «Τάξη», αντι- μετωπίζεται ως το αρχετυπικό παράδειγμα της κοινωνικής καταπίεσης 4 . Έτσι, οι τυπικές πηγές του δικαίου αντιμετωπίζονται ως ένα προσωρινό κακό (καν έστω «αναγκαίο»), με την οικεία θεωρία να ανάγει σε «Κόσμο των Ιδεών» της την αυ- τορρύθμιση, νοούμενη ως την υπαγωγή όλων σχεδόν των κοινωνικών σχέσεων σε ρυθμιστικές τάξεις εξωκρατικής προέλευσης. Στην ιδεατή αυτή φάση της θεω- ρίας του Hayek, η ρυθμιστική αρμοδιότητα του Κράτους γίνεται ανεκτή εφ’ όσον περιοριστεί στη θέσπιση οργανωτικών κανόνων. Εξ άλλου, ο «πατριάρχης» της οικονομικής ανάλυσης του δικαίου, R. Coase, δεί- χνει μια κατά τι μεγαλύτερη ανοχή απέναντι στους νομικούς κανόνες (οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως πρόσθετοι περιορισμοί στην οικονομική συμπεριφορά των κοινωνών), υπό την προϋπόθεση όμως ότι η αποτελεσματικότητά τους θα είναι τέτοια που να οδηγεί στη μεγιστοποίηση του κοινωνικού οφέλους – δηλαδή, στον δραστικό περιορισμό του οικονομικού κόστους που συνεπάγεται η εφαρμογή τους. Τις αδρές γραμμές ολόκληρης της θεωρητικής βάσης της οικονομικής ανά- λυσης του δικαίου (και σαφή ένδειξη της υποσυνείδητης θεώρησης των υποστη- 2.  Weber, M . (1973)∙ η ελληνική μετάφραση από Κυπραίο, Μ . (1979), σελ. 346-347. 3.  Hayek, F.-A . [2013 (1973)], p. 118 et seq.. 4. Ibid.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=