ΕΥΕΛΙΚΤΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου 9 νος λήξεως της συμβάσεως εργασίας, η οποία έτσι καθίσταται αορίστου χρόνου 43 . Συνή - θης είναι η κατάρτιση συμβάσεων εργασίας που συνδέονται με την περάτωση του συγκε - κριμένου έργου ή εργασίας, τα οποία έχει αναλάβει ο εργοδότης με την ιδιότητά του ως εργολάβος στο πλαίσιο σύμβασης έργου, ανεξάρτητα από το αν η χρονική διάρκεια του έργου ή της εργασίας μπορούσε να υπολογισθεί ή όχι εκ των προτέρων 44 . Συνοψίζοντας, εγγενές στοιχείο της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι ότι τα μέρη γνωρίζουν επακριβώς το χρονικό σημείο της λήξης της 45 . Αντίθετα, μια σύμβαση εργασίας είναι αορίστου χρόνου, όταν δεν έχει οριστεί καθόλου η χρονική διάρκεια της σύμβασης ή όταν ορίζεται ρητά ότι θα ισχύσει εις το διηνεκές, δηλ. αορίστως. Πρόκειται για τα βασικά δεδομένα διάκρισης των συμβάσεων. Για την διάκριση μεταξύ των δύο αυ - τών συμβατικών τύπων κρίσιμοι παράγοντες είναι το είδος και ο σκοπός της εργασιακής σύμβασης. Κρίσιμη είναι η συσχέτιση με την χρονική διάρκεια της σύμβασης. Έτσι, όταν ο μισθωτός προσλαμβάνεται από τον εργοδότη, προκειμένου ο εργολάβος ως εργοδότης να εκπληρώσει υποχρέωση παροχής έργου που είχε αναλάβει έναντι άλλου 46 , τότε η σύμ - βαση εργασίας συνέχεται άρρηκτα με τη σύμβαση έργου. Το έργο αφορά σε γεγονός μελ - λοντικό, αλλά με αβέβαιο τον ακριβή χρόνο λήξεως. Συνεπώς, συμβάσεις εργασίας που συνάπτει με εργαζόμενους στο πλαίσιο άσκησης της επιχειρηματικής του ελευθερίας ο εργολάβος, προκειμένου να ανταποκριθεί αυτός στις υποχρεώσεις εκτέλεσης του έργου κατά το τεθέν χρονοδιάγραμμα, συνέχονται άρρηκτα με την εκτέλεση του αναληφθέντος έργου, δεν χάνουν την ιδιαιτερότητά τους και επομένως οι συμβάσεις εργασίας διαρκούν μέχρι της αποπερατώσεως του αναληφθέντος έργου εκ μέρους του εργοδότη 47 .Εάν όμως από την σύμβαση συνάγεται ότι ο εργαζόμενος προσελήφθη για να εργάζεται σε διά - φορα έργα που αναλαμβάνει ο εργοδότης διαδοχικά ή ταυτόχρονα, π.χ. ως μέλος μονί - μων συνεργείων ή λόγω της ειδικότητος ή της εξειδικευμένης εμπειρίας του, τότε η σύμ - βασή του είναι αορίστου χρόνου, έστω και αν εργάζεται κάθε φορά σε ορισμένο έργο 48 . 43. ΑΠ 936/2004, ό.π. Στην προκειμένη περίπτωση επρόκειτο περί εκτελέσεως Τμήματος του έργου κατα - σκευής της ΕΓΝΑΤΙΑΣ οδού. Ο εργοδότης προσλάμβανε τους μισθωτούς με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου αφού δεν μπορούσε να προβλέψει και εκ των προτέρων να εκτιμήσει τα χρονικά όρια αποπερα - τώσεως του ανατεθειμένου έργου. Σύγκρ. Κουκιάδη , ό.π., σ. 1066 επ.. 44. Ντάσιος , Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο, 1995, Τ. Α/Ι, σ. 505. ΑΠ 1318/1998 ΕλλΔνη 40, 109. 45. ΑΠ 900/2018 ΔΕΝ 2019, 551, ΑΠ 16/2012 ΔΕΕ 2013, 163. 46. ΑΠ 1568/1980 ΔΕΝ 37, 203, ΑΠ 792/1998 ΔΕΝ 55, 581. 47. Σύγκρ. Λαδά , Παρατ. σε ΕφΠειρ 644/2002 ΔΕΕ 2004, σ. 598 επ. Η επιχείρηση – μηχανουργείο στις 27.9.1999 προσέλαβε, μεταξύ άλλων, και τον μισθωτό προκειμένου να προσφέρει την εργασία του ως λεβητοποιός κατά την εκτέλεση και μέχρι πέρατος των σχετικών εργασιών του έργου, που είχε αναλάβει η επιχείρηση. Η σύμβαση αυτή συμφωνήθηκε ορισμένου χρόνου, δηλ. συμφωνήθηκε να ισχύει μέχρι το πέρας της εκτέλεσης των παραπάνω εργασιών, που είχε αναλάβει η επιχείρηση, το οποίο δεν μπορού - σε να υπολογισθεί εξ αρχής. Κάτι βέβαια που προκύπτει τόσο από την φύση της εργασίας (μετασκευές πλοίου από συνεργείο της επιχείρησης) όσο και από το σκοπό για τον οποίο συμφωνήθηκε (εκτέλεση και αποπεράτωση μόνο των εργασιών μετασκευής του πλοίου). 48. Βλ. Αλληλογραφία ΔΕΝ 2015, 812. 15

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=