ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ - ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΤ' ΑΡΘΡΟ

1096  Μ. ΜΠΑΚΑΒΟΥ ΠΔ 18/1989 [2]  Π∆ 18/1989 Άρθ. 14 ΑΚΥΡΩΤΙΚΕΣ ∆ΙΑΦΟΡΕΣ οποίες παραπέμπονται υποθέσεις στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου προς εκδίκαση, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 4 του ΠΔ 18/1989, δεν δύνανται να θεωρηθούν ως τε- λειωτικές και, συνεπώς, να δώσουν λαβή για άρση αμφισβητήσεως, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του Κώδικα περί ΑΕΔ [ΑΕΔ 2/2008] . Για παράδειγμα, με την 2094/2011 απόφαση του Α΄ Τμήματος του Δικαστηρίου έγινε δεκτό ότι η διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 τουΝΔ496/1974 (Α΄ 204), κατά την οποία «ο νόμιμος και ο της υπερημερίας τόκος πάσης του νομικού προσώπου οφειλής ορίζε- ται εις 6%ετησίως, πλην εάν άλλως ορίζεται δια συμβάσεως ή ειδικού νόμου, άρχεται δε από της επιδόσεως της αγωγής», έρχεται σε αντίθεση προς κανόνες υπερνομοθε- τικής ισχύος, παραπέμφθηκε δε η υπόθεση ενώπιον της Ολομελείας, κατά το άρθρο 14 παρ. 2 περ. β΄, 4 και 5 του ΠΔ, λόγω μείζονος σπουδαιότητας και της αντίθεσης της ανωτέρω κρίσης προς τις 3/2006 (Ολ) και 972/2009 αποφάσεις του Αρείου Πάγου. Μετά τη δημοσίευση της ως άνω παραπεμπτικής απόφασης (6.7.2011), η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την 2812/2011 απόφαση, που δημοσιεύτηκε στις 2.11.2011, έκανε δεκτό ότι η διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα νόμων περί δι- κών του Δημοσίου (ΚΔ της 26.6/10.7.1944, Α΄ 139) είναι ανίσχυρη και μη εφαρμο- στέα, γιατί αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 1, 20 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 παρ. 1 της της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αυτής. Λόγω δε της αντίθεσης των γε- νομένων δεκτών με την ανωτέρω απόφαση προς τα κριθέντα με τις 1127/2010 και 1128/2010 αποφάσεις του Αρείου Πάγου, το Ελεγκτικό Συνέδριο παρέπεμψε το ζή- τημα της συνταγματικότητας ή μη της πιο πάνω διάταξης του Κώδικα νόμων περί δι- κών του Δημοσίου, όσον αφορά το ύψος του επιτοκίου για οφειλές του Δημοσίου, στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο προς άρση της αμφισβήτησης, σύμφωνα με τα άρ- θρα 100 παρ. 1 περ. ε΄ του Συντάγματος και 48 παρ. 2 του Κώδικα περί Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν 345/1976 (Α΄ 141). Κατόπιν τούτου, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου, με την 3990/2012 απόφαση, ανέ- βαλε την εκδίκαση της κρινόμενης αίτησης, μέχρι να δημοσιευθεί η απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου περί της συνταγματικότητας της πιο πάνω διάταξης του Κώδικα νόμων περί δικών του Δημοσίου, η οποία έχει το ίδιο περιεχόμενο με την ένδικη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ΝΔ 496/1974. Μόνο μετά την επίλυση του ως άνω ζητήματος, η Ολομέλεια του Δικαστηρίο επελήφθη και εξέδωσε απόφα- ση με την οποία περατώθηκε η διαφορά [ΣτΕ Ολ 2115/2014] . Σε αντίθεση με την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την απόφα- ση 3/2015 του Αρείου Πάγου έγινε δεκτό ότι η πρόσθετη αμοιβή του άρθρου 2 παρ. 3 του Ν 201/1975 δεν καταργήθηκε ούτε με το νόμο 2470/1997 ούτε με το Ν 3205/2003 και τούτο διότι, η εν λόγω πρόσθετη αμοιβή δεν συνιστά επίδομα ή ειδι- κή πρόσθετη παροχή αλλά μέρος των νομίμων αποδοχών που λαμβάνει υπάλληλος νοσηλευτικού ιδρύματος για την απασχόλησή του. Η άποψη δε αυτή, όπως έγινε δε- κτό από τον Άρειο Πάγο, ενισχύεται και από το ότι η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 3 του Ν 201/1975 πρόσθετη αμοιβή καταργήθηκε ρητώς, μετα- 45 46 47

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=