ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

17 § 2. Τα συστατικά της εμπορικότητας - Γενική περιγραφή ΙΙ. Έννοια αγοράς. Ως έννοια, η αγορά δεν ταυτίζεται με το σύνολο των συναλλακτικών πρά- ξεων, αλλά αποτελεί ένα χώρο δυνητικό, όπου δηλ. είναι δυνατόν να συναντηθεί η προσφο- ρά με τη ζήτηση και να συναφθούν τέτοιες πράξεις 30 : Σε μια εποχή παγκοσμιοποιημένης οι- κονομίας (όσο και αν πολλοί την εξορκίζουν) η αγορά θα πρέπει καταρχήν να νοηθεί με την ευρύτατη δυνατή έννοια, ώστε να περιληφθούν σ’ αυτήν όλες οι συναλλαγές, οπουδήποτε στον κόσμο. Θα μπορεί όμως να νοηθεί και στενότερα, κατά τις επιμέρους μορφές και δια- στάσεις της, π.χ. ως ευρωπαϊκή ή ασιατική αγορά, εθνική αγορά (η ενοποίηση των εθνικών αγορών παράγει «κοινή» ή «ενιαία» αγορά), κεφαλαιαγορά, αγορά χρήματος, κεφαλαίου και συναλλάγματος, ασφαλιστική αγορά, χρηματιστήριο («ρυθμιζόμενη αγορά»), αγορά αγοραπωλησιών επιχειρήσεων, λαϊκή αγορά της γειτονιάς, λαχαναγορά, αγορά του βιβλίου, αγορά εργασίας, αγορά των ξενοδοχείων της Μυκόνου, διεθνής αγορά ναύλων, αγορά πε- τρελαιοειδών, αγορά των εκπτώσεων, κλπ. Η αγορά είναι συνήθως ένας «γεωγραφικός χώ- ρος», ενδεχομένως με κάποια χρονική παράμετρο, μπορεί όμως να είναι και κάποιο ιδεατό πεδίο συναλλαγών, στο οποίο η πρόσβαση γίνεται διαμέσου ηλεκτρονικών υπολογιστών. Τη μορφή αυτή έχουν κυρίως οι αγορές του διαδικτύου (ηλεκτρονικό εμπόριο, «e-cοmmerce») και άλλες αγορές, που υποστηρίζονται με ηλεκτρονικά συστήματα, ιδίως ψηφιακές πλατφόρ- μες (digital platforms). Αυτό που έχει σημασία είναι ότι - μικρή ή μεγάλη - κάθε αγορά νοη- ματοδοτεί τις επιμέρους συναλλαγές και τις ανάγει σε ρυθμιστέα περιστατικά, ακριβώς διότι «συμβαίνουν» σ’ αυτήν. Το τελευταίο δείχνει ότι, περισσότερο και από χώρο , η αγορά αποτελεί διαδικασία (καταρ- χήν ανταγωνιστική) συναλλαγών, αυτό δε είναι που επιτρέπει και τη σύλληψη και ρύθμισή της από το δίκαιο. Και πάλι όμως η αγορά δεν θα ταυτίζεται με τη διαδικασία σύναψης και εκτέλεσης όλων των επιμέρους συναλλαγών που εκτυλίσσονται σ’ αυτή, αλλά με τη συνολική («αποκαλυπτική» - Hayek ) διαδικασία του ανταγωνισμού, στην οποία εντάσσεται κάθε συ- ναλλαγή. ΙΙΙ. Νομική έννοια της αγοράς. Η αγορά δεν συνιστά πάντοτε νομική έννοια, παρά μόνο όταν ο νόμος αναφέρεται σ’ αυτήν. Στην τελευταία περίπτωση αποτελεί θέμα ερμηνείας (με τη βο- ήθεια των εμπορικών συνηθειών), αν ο νόμος εννοεί οποιαδήποτε αγορά (όπως π.χ. στο άρ- θρο 1 § 4 α’ ν. 2251/1994) ή εξειδικευμένες αγορές (όπως π.χ. εις ΑΚ 530 ή άρθρο 2 π.δ. 219/1994 περί εμπορικών αντιπροσώπων 31 ) ή ακόμη, όπως π.χ. εις ΑΚ 1039, κάποια αγορά που να δικαιολογεί τη συγκεκριμένη έννομη συνέπεια 32 . Ιδιαίτερη λειτουργία έχει η «σχετική 30. Βλ. Μαρίνο , Αθέμιτος ανταγωνισμός, 2015, σ. 1, Τριανταφυλλάκη , Δίκαιο του ελεύθερου ανταγω- νισμού, 2011, σ. 3 («...ένα εκπληκτικό διαδραστικό μέσο αμφίδρομης επικοινωνίας των υποκειμέ- νων της (επιχειρήσεις, καταναλωτές)...»), ΕφΑθ 3385/2015 ΔΕΕ 2015, 1010, ΕφΘεσσ 74/2017 ΕπισκΕΔ 2017, 535. 31. «…στις αγορές πρώτων υλών» . 32. Για το άρθρο 1039 ΑΚ λέγεται χαρακτηριστικά ( Απ.Γεωργιάδης, ΕμπρΔ, 2010, σ. 636), ότι θα πρέπει η εκποίηση να γίνεται «κάτω από φυσιολογικές συνθήκες, σύμφωνα δηλαδή με τις εμπορικές συνήθειες. Αυτό θα συμβαίνει, όταν η εκποίηση γίνεται από πωλητή πραγμάτων της ιδίας κατηγορίας και το κινη- τό είναι από τα πράγματα που κατά συνήθεια πωλούνται στην συγκεκριμένη εμποροπανήγυρη ή αγο- ρά. Άρα δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της ΑΚ 1039, αν λ.χ. εκποιηθεί απολωλός κόσμημα σε ζωο- πανήγυρη ή κλεμμένη ραπτομηχανή σε κουρείο» . Βλ. επίσης Α.Τούση, ΕμπρΔ I, 4η έκδ., 1988, σ. 423, σημ. 10: «Δεν δύναται π.χ. ο αγοράζων μιαν ενδυμασίαν είς τι χαρτοπωλείον να ισχυρισθεί ότι καλύ- πτεται από το άρθρ. 1039. Το χαρτοπωλείον εις την περίπτωσιν αυτήν δεν είναι αγορά διά την ενδυ-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=