ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

Πρόλογος Όπως είχα ήδη τονίσει στον πρόλογο της 1ης έκδοσης του παρόντος, η νομική επιστή- μη, ως εφηρμοσμένη επιστήμη, αποτελεί κενό γράμμα, χωρίς τη μόνιμη και ζωντανή σύνδεσή της με τη νομολογία, που δίνει την εικόνα της πραγμάτωσης της νομικής θεω- ρίας μέσα από τη ζώσα δικανική πραγματικότητα. Τα ανωτέρω ισχύουν πολλώ μάλλον για το ποινικό δίκαιο, που αποτελεί έναν από τους πιο «ζωντανούς» και άμεσα συνυ- φασμένους με την καθημερινή πράξη κλάδους του δικαίου. Η διάγνωση αυτή αποτε- λεί βίωμα του συγγραφέα του παρόντος πονήματος, που επί δεκαετίες προσπαθεί, αφ’ ενός μεν να εμπλουτίσει τη δογματική του κατάρτιση μέσω των εξαιρετικά πολύτιμων εμπειριών που προσφέρει η ενασχόληση με την πράξη, αφ’ ετέρου δε να εφαρμόσει στην πράξη τις στέρεες και βαθιές γνώσεις που προσφέρει η ενασχόληση με το ποινικό δόγμα, θέτοντας έτσι εαυτόν στην υπηρεσία της προσπάθειας ομαλής και λειτουργικής «ζεύξης» θεωρίας και νομολογίας. Τις εμπειρίες αυτές θέλησα να μεταφέρω στο παρόν πόνημα, το οποίο σκοπό έχει να σταχυολογήσει μία σειρά σημαντικών αποφάσεων της νομολογίας, που σηματοδότη- σαν την εξέλιξη αυτής, συνδέοντάς τις και με τις αντίστοιχες θέσεις στη θεωρία, έτσι ώστε να μπορέσουν να αναλυθούν και να αξιολογηθούν στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Η ζεύξη αυτή υπηρετεί, για τους λόγους που προανέφερα τόσο τη θεωρία όσο και τη νομολογία επ’ ωφελεία της νομικής επιστήμης στο σύνολό της. Λίγες μόνο εβδομάδες πριν από την προηγούμενη έκδοση, το φθινόπωρο του 2019, είχε τεθεί σε ισχύ ο νέος Ποινικός Κώδικας. Είναι προφανές ότι λόγω του βραχύτατου χρονικού διαστήματος που είχε εμφιλοχωρήσει δεν είχε καταστεί δυνατή η αποτύπω- ση των αλλαγών που επέφερε το νέο δίκαιο σε πλήρη έκταση, αλλά και δεν υπήρχε νο- μολογία εκδοθείσα υπό το κράτος των νέων Κωδίκων που θα μπορούσε να αναδειχθεί. Αυτές τις ανάγκες έρχεται να καλύψει η παρούσα έκδοση μαζί με μία ευρεία προσθήκη νέων ζητημάτων αλλά και ριζική ανανέωση της θεματικής γενικότερα. Ταυτόχρονα, επι- καιροποιήθηκε με τα εντελώς πρόσφατα νομολογιακά και βιβλιογραφικά δεδομένα η ανάπτυξη όσων θεμάτων της προηγούμενης έκδοσης διατηρήθηκαν και στην παρούσα. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, οι αποφάσεις της νομολογίας που έχουν σπουδαιότη- τα και ενδιαφέρον είναι πάμπολλες, με αποτέλεσμα τυχόν εξαντλητική αναφορά σε αυ- τές να καθίσταται αδύνατη. Έτσι, η αναγκαία επιλογή έπρεπε να γίνει με βάση κάποια κριτήρια, από τα οποία, βέβαια, δεν θα μπορέσει ποτέ να λείψει ένα στοιχείο αυθαιρε- σίας και υποκειμενικότητας. Τα βασικά, πάντως, κριτήρια για την επιλογή των αποφά- σεων ήταν, αφενός ο συσχετισμός τους με ένα ή περισσότερα θεωρητικά και πρακτικά ζητήματα του ποινικού δικαίου, αφετέρου το εάν μια συγκεκριμένη απόφαση αποτέ- λεσε είτε κορύφωση της σχετικής νομολογίας είτε σταθμό στην εξέλιξη αυτής πάνω στο συγκεκριμένο δογματικό ζήτημα. Όπως θα γίνει εύκολα αντιληπτό, λήφθηκε μέριμνα προκειμένου να υπάρξει μια σχετική «διασπορά» της θεματικής, σε ένα όσο το δυνα- VII

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=