ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ: ΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ
6 Προστατευόμενες περιοχές: νομική θεώρηση του σύγχρονου πλαισίου 2. Αφετέρου, η αξίωση διαβίωσης εντός ενός περιβάλλοντος οικολογικά ισόρροπου αναδεικνύεται ως δικαίωμα του κάθε πολίτη. Συνοπτικά, ως α) ατομικό δικαίωμα, απο- τελεί αρνητική εγγύηση αποχής του Κράτους από κάθε αντίθετη της συνταγματικής προστασίας του περιβάλλοντος ενέργεια και δεύτερον παρέχει αμυντική προστασία σε περίπτωση προσβολής του από το κράτος. Εξάλλου, η εργασία, η κυκλοφορία, η ζωή εντός ενός υγιεινού και αισθητικά ποιοτικού περιβάλλοντος αποτελεί ειδικότερη έκφαν- ση του δικαιώματος της προσωπικότητας (άρθρο 5 Σ). Επίσης, αποτελεί β) κοινωνικό δι- καίωμα, 11 ως σχετικό με τον ανθρώπινο χώρο και τις ανθρώπινες σχέσεις εντός αυτού ως στοιχείο συγκεκριμένης κοινωνίας (ή και ευρύτερης, στις περιπτώσεις προστασίας του περιβάλλοντος υπό το πρίσμα του διεθνούς δικαίου ως ανθρώπινο «κοινό» αγαθό) και γ) πολιτικό δικαίωμα, 12 υπό το πρίσμα της συμμετοχής του ατόμου στη διαμόρφωση περιβαλλοντικών πολιτικών (το οποίο επιμερίζεται στα δικαιώματα ελεύθερης πρόσβα- σης στην περιβαλλοντική πληροφορία, συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων που αφο- ρούν το περιβάλλον ή ενδέχεται να το επηρεάσουν καθώς και ελεύθερης πρόσβασης στη δικαιοσύνη σε περίπτωση προσβολής ή μη επαρκούς προστασίας ενός προστατευ- όμενου περιβαλλοντικού αγαθού). 13 τόσο η ΚεντρικήΔιοίκηση όσο και ηΝομαρχιακήΑυτοδιοίκηση δεν έχουν διακριτική ευχέρεια επιβολής κυρώσεων στους παραβάτες, αλλά δέσμια υποχρέωση. Το είδος της επιβαλλομένης κυρώσεως ανήκει κατ’ αρχήν στη διακριτική ευχέρεια της Διοικήσεως, υπό τους όρους και προϋποθέσεις του άρθρου 30 του Ν 1650/1986, συνδέεται δε με τη φύση και την έκταση της προκαλουμένης ρυπάνσεως ή υποβαθ- μίσεως του περιβάλλοντος και τη δυνατότητα αποτροπής τους. Σε περίπτωση όμως έντονης υποβάθ- μισης ή καθ’ υποτροπή προκλήσεως ρυπάνσεως ή αν η επιχείρηση παραλείπει να συμμορφωθεί προς τα υποδεικνυόμενα μέτρα, ως και όταν η λήψη αποτελεσματικών μέτρων είναι ανέφικτη, τότε δεν αρ- κεί η επιβολή αλλεπάλληλων προστίμων, αλλά προβλέπεται κατά νόμο η διακοπή της ρυπογόνου δρα- στηριότητας. […] Η οικεία Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση έχει την αρμοδιότητα να επιβάλλει ως διοικητι- κή κύρωση την ολική ή μερική, προσωρινή ή οριστική, διακοπή της λειτουργίας της δραστηριότητας σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του εν λόγω νόμου και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδο- νται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, ενώ, και από τις διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 2 του Ν 1650/1986 συ- νάγεται ότι η οικείαΝομαρχιακή Αυτοδιοίκηση έχει την αρμοδιότητα να επιβάλλει την προσωρινή απα- γόρευση ή οριστική διακοπή λειτουργίας επιχείρησης που προκαλεί ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος» . 11. Σιούτη (2011) 34-35. 12. Ibid ., 39-41. 13. Βλ. σχετικά τη Σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρό- σβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα της 25ης Ιουνίου 1998 (Σύμβαση του Aarhus). Σημειώνεται πως στο πεδίο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης αλλά και στον τομέα του περι- βάλλοντος εν γένει η πρόσβαση στην περιβαλλοντική πληροφορία μέσω ειδικά της δημόσιας δι- αβούλευσης με πολίτες και ενδιαφερόμενους φορείς είναι συστατικό στοιχείο και προϋπόθεση νομιμότητας της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ενώ αποτελεί ενωσιακή (Οδηγία 85/337) και διεθνή υποχρέωση σύμφωνα με τη Σύμβαση του Aarhus. Η ΕΕ ενέκρινε τη Σύμβα- ση με την Απόφαση 2005/370/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 124) και την υλοποίησε με τον Κανονισμό 1367/2006 (ΕΕ L 264/13). Παράλληλα, η ενωσιακή έννομη τάξη διαθέτει ένα σύνολο κανόνων οι οποίοι κατοχυρώνουν την αρχή του δικαιώματος προσβάσεως του κοινού στις περιβαλλοντικές πληροφορίες που κατέχουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών (Oδηγία 90/313/ΕΟΚ του Συμ-
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=