ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
§ Α. ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΠΟΙΝΗ 7 κή» σκοπιά στο πλαίσιο αυτής της θεωρήσεως του πράγματος, δεν «υπάρχει» το έγκλημα ως οντολογικό δεδομένο που υποτίθεται ότι εκ των υστέρων γνωρίζει και αναλύει ο επι- στήμονας, αλλά «κατασκευάζεται» κοινωνικά με την πρόσδοση σε κοινωνικά μη αποδε- κτά φαινόμενα, της «ετικέτας» του εγκλήματος (‘labeling approach’). Στο ίδιο ερμηνευτι- κό πλαίσιο κινούνται και στάσεις που αποσκοπώντας στην αυθεντικότερη αντίληψη της αποκλίνουσας συμπεριφοράς προβαίνουν σε φαινομενολογικής έμπνευσης αναστοχασι- κές θεωρήσεις της καθημερινότητας («εθνομεθοδολογία»). 23 Γενικότερα μπορεί να ισχυ- ριστεί πλέον κανείς, ότι η επιστημολογική πίστη της εγκληματολογίας σε διαπιστώσεις γε- γονότων που μπορούν να ελέγχονται εμπειρικά έχει κλονιστεί και αντικατασταθεί από «λόγους» (‘discourses’) που διαπλάθουν εναλλακτικές μεταξύ τους αλήθειες. 24 Από αυτό δεν συνάγεται πάντως ότι το έγκλημα δεν είναι υπαρκτό. Μια φαινομενολογική ανάλυση των διαδράσεων μεταξύ θανατοποινιτών και κοινού, που οι πρώτοι επιχειρούν για να ευ- αισθητοποιήσουν το δεύτερο, αποκαλύπτει μια αμφίσημη κατάσταση, όπου το ευάλωτο της θέσης τους συμπλέκεται με ορισμένη εκ μέρους τους μονομερή υποβάθμιση της οδύ- νης των θυμάτων τους. 25 (ε). Το έγκλημα ως αντικείμενο πολιτισμικών σπουδών . Σύμφωνα με τις ποικίλες θεωρί- ες του εν λόγω ερευνητικού πεδίου, το έγκλημα συλλαμβάνεται π.χ. είτε σε συνάρτηση με τα ανθρώπινα δικαιώματα και δη κατά περίπτωση ως προσβολή τους ή από αυτό ή, αντί- στροφα, από τις ευρείες ή κοινωνικά-ιστορικά αναντίστοιχες πλέον ποινικοποιήσεις συ- μπεριφορών (‘human rights violation’), είτε ως σύμπτωμα πολιτισμικής ποικιλομορφίας (‘diversity’). 26 Παράδειγμα της τελευταίας θεώρησης αποτελεί η σύλληψη του εγκλήματος ως συμπτώματος της «βουλιμίας» (‘bulimia’) του σύγχρονου κοινωνικού συστήματος που προκαλείται από τον αποκλεισμό μέρους της κοινωνίας την οποία υποτίθεται ότι επιδιώκει να συμπεριλάβει χωρίς διακρίσεις στους κόλπους του. Το έγκλημα γίνεται έτσι λιγότερο ερ- γαλειακό και περισσότερο «εκφραστικό» (‘expressivity thesis’), λιγότερο αποτέλεσμα δο- μικών αιτίων και περισσότερο τρόπος παραβίασης των ορίων (‘transgression’). 27 Στο πνεύ- μα της πολιτισμικής σκοπιάς, ακόμη και η ίδια η εγκληματολογία καλείται να αναδείξει το έγκλημα και τον κοινωνικό έλεγχο ως «αισθητικά» ζητήματα, όπως και να διαπλάσει η ίδια 23. Βλ. αναλυτικά σχετικά Αρχιμανδρίτου 1996(α): passim, Williams 2012: 410-36. 24. DiCristina 2006: 153-9. 25. Πρβλ. Tessler 2010: passim και ειδικά 136-7, 146. Μια οντολογική τροπή της φαινομενολογίας της δι- άδρασης μας οδηγεί στην υπαρκτική συναλληλία ως θεμέλιο και του εγκληματικού φαινομένου, από εκεί δε προβαίνει πια κανείς στην ολική υπέρβαση του αντικειμένου του ποινικού δικαίου, που κατα- νοείται ως προϊόν οντολογικής «έκπτωσης». Για αυτή την εμπνευσμένη από τον Martin Heidegger θε- ώρηση των πραγμάτων, βλ. Παπαχαραλάμπους 2020(α): 230 κ. επ. 26. Herring 2020: 2-3 και 38-49 (ειδικά για τη επίδραση του νομικού πολιτισμού των δικαιωμάτων στη νoμική ερμηνεία των αδικημάτων). Για τους πολιτισμικούς επηρεασμούς (κοινωνικούς, ηθικούς και πολιτικούς) της έννοιας του εγκλήματος, βλ. και Loveless/Allen/Derry 2020: 3-6. 27. Young 2007: 17-58. Για τις θεωρίες του εγκλήματος ως πολιτισμικών μορφών ζωής, βλ. και Williams 2012: 461-5. Σκληρή κριτική στον Young ασκεί πάντως ο Garland 2012: passim, που του καταλογίζει μια αντιμαρξιστική και ρομαντική επιστροφή στον ατομικισμό και τον ηδονιστικό υποκειμενισμό με εν πολλοίς «θολές» καταλήξεις.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=