Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΓΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

10 1o Mέρος : Η δικαστική προστασία στην ενωσιακή έννομη τάξη - Σύμβαση Aarhus λέσουν αντικείμενο προσφυγής κανονιστικές πράξεις, η εφαρμογή των οποίων δεν απαι- τεί την έκδοση εκτελεστικών μέτρων, αρκεί μετά τις προαναφερθείσες τροποποιήσεις η ύπαρξη μόνον άμεσου συνδέσμου. Από τα ανωτέρω καθίσταται συνεπώς σαφές ότι το δικαιοδοτικό σύστημα της Ένωσης εί- ναι οριζόντια ενσωματωμένο, καθώς η εκδίκαση των διαφορών που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο κατανέμεται μεταξύ των δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης και των εθνικών δικαστηρίων 27 . Το κεντρικό ζητούμενο συνίσταται στην διασφάλιση της αποτελε- σματικής τήρησης του ενωσιακού δικαίου, η οποία βέβαια προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος μέσων ένδικης προστασίας, καθώς και των λοιπών οργα- νωτικών ρυθμίσεων, οι οποίες την διασφαλίζουν. Aξίζει δε να υπογραμμισθεί ότι η ύπαρ- ξη αποτελεσματικού δικαστικού ελέγχου με σκοπό την διασφάλιση της τήρησης των δι- ατάξεων του ενωσιακού δικαίου συνδέεται αναπόσπαστα με την αναγνώριση της αρχής του κράτους δικαίουως θεμελιακής αρχής της Ένωσης και την αναγνώρισή της ως Ένωσης αξιών, όπως έχει αναγνωρίσει το ΔΕΚ ήδη με την Απόφασή του στην Υπόθεση Les Verts κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και αναγνωρίζεται από το ΔΕΕ και μετά την κατοχύρωση των σχετικών προβλέψεων στο πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο (άρθρο 2 ΣΕΕ). 28 Β. Οι περιορισμοί της αρχής της θεσμικής και διαδικαστικής αυτονομίας των κρατών-μελών 1. Οι αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας ως βασικοί περιορισμοί Η ανάγκη για την διασφάλιση μιας σχετικής ομοιόμορφης και αποτελεσματικής εφαρ- μογής των ενωσιακών ρυθμίσεων, αλλά και των δικαιωμάτων, που απορρέουν από αυ- τές, των οποίων η άσκηση και εφαρμογή μπορεί να ετίθετο σε κίνδυνο από περιοριστικές εθνικές προσεγγίσεις, οδήγησε το ΔΕΚ στο να θέσει δύο σημαντικούς περιορισμούς στην αρχή της θεσμικής και διαδικαστικής δικονομίας των κρατών-μελών. Ο πρώτος περιορι- σμός συνίσταται στην αρχή της ισοδυναμίας (equivalence), σύμφωνα με την οποία οι εθνι- κοί δικονομικοί κανόνες που εφαρμόζονται για την επίλυση μιας διαφοράς που απορρέ- ει από το ενωσιακό δίκαιο, ήτοι αυτοί που αφορούν την προσφυγή στην δικαιοσύνη και την παρεχόμενη έννομη προστασία, δεν θα πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκοί από αυτούς που εφαρμόζονται σε παρόμοιες προσφυγές της εσωτερικής έννομης τάξης 29 . Ο δεύτε- νόμου συμφέροντος είναι, σύμφωνα με την σχετική νομολογία του Δικαστηρίου, μια ξεχωριστή προ- ϋπόθεση του παραδεκτού (Υπόθεση Mory SA και λοιποί κατά Επιτροπής). 27. Βλ. J.H. Jans/R. de Lange/S. Prechal, όπ.π. (σημ. 18), σελ. 241 επ.; U. Haltern, όπ.π. (σημ. 24), σελ. 46 επ. 28. ΔΕΚ C- 294/83, Υπόθεση Les Verts-Parti Ecologiste κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συλλογή 1986, I-1339; ΔΕΕ C-72/15, Yπόθεση PJSC Rosneft Oil Company , Aπόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, ECLI:EU:C:2017:236, σκέψη 73; ΔΕΕ C-64/16,Yπόθεση Associação Sindical dos Juízes Portugueses, Από- φαση της 27ης Φεβρουαρίου 2018, ECLI:EU:C:2018:117, σκέψεις 30-31. 29. ΔΕΚ C- 33/76, Yπόθεση Rewe , όπ.π. (σημ. 20); ΔΕΚ C-261/95, Υπόθεση Palmisani , Συλλογή 1997, I-04025; ΔΕΚ C-326/96, Yπόθεση Leve z, Συλλογή 1998, 07835, σκέψη. 41; ΔΕΕ C-.3/16, Υπόθεση Agi- no , Aπόφαση της 15ης Μαρτίου 2017, ECLI:EU:C:2017:209, σκέψη 48. Bλ. επίσης T. Tridimas , Enforcing

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=