ΔΗΜΟΣΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑ & ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

7 σης. Αντίθετα αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο η αναγκαιότητα της σύνδεσης της αντεγκληματικής πολιτικής με την ευρύτερη κοινωνική πολιτική, στο βαθ- μό που η υποχώρηση του κοινωνικού κράτους μεγεθύνει τις ανισότητες και γεν- νά ανασφάλεια, η οποία απλώς επιτείνεται εν μέρει από τις αναπαραστάσεις της εγκληματικότητας. Όμως, απέναντι στην παγκοσμιοποίηση του οργανωμένου εγκλήματος και στη χαοτική αταξία που επιφέρουν οι νέες μορφές της τρομοκρατίας και του κυβερνο- εγκλήματος, είναι σίγουρο πλέον ότι η κατοχύρωση και η εμπέδωση της δημόσι- ας ασφάλειας πρέπει να εδράζεται σε μία δυναμική αντεγκληματική πολιτική, τε- χνολογικά και οργανωτικά προηγμένη με άξονα τη συνεργασία των χωρών, των κυβερνήσεων και των διεθνών οργάνων, ώστε να διατυπωθούν και να εφαρμο- σθούν οι κατάλληλες πολιτικές πρόληψης και διαχείρισης των παγκόσμιων ή πε- ριφερειακών κινδύνων. Για την Ελλάδα τούτο σημαίνει την ενεργή συμμετοχή της στην οικοδόμηση του ευρωπαϊκού χώρου ασφάλειας, ως χώρου εσωτερικής ασφάλειας των πολιτών της Ε.Ε., στη βάση της διαμόρφωσης μιας οργανωμένης και οργανικής διευρω- παϊκής πολιτικής δημόσιας ασφάλειας, μίας πολιτικής ικανής να αντιμετωπίσει τις νέες ασύμμετρες ή υβριδικές απειλές αποτελεσματικά με σεβασμό των θεμε- λιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η νέα ταυτότητα της δημόσιας ασφάλειας, δηλαδή η αναγωγή της από εθνικό σε ευρωπαϊκό διακύβευμα, προϋποθέτει την υπέρβαση των διαχειριστικών-τεχνοπροληπτικών μεθόδων αντεγκληματικής πο- λιτικής και την κοινή αποδοχή ενός προτύπου ασφάλειας που θα συνδέει οργανι- κά το δικαίωμα στην ασφάλεια με την ασφάλεια των δικαιωμάτων των πολιτών. Αυτό συνδέεται με το δεύτερο ερώτημα που θέσαμε αναφορικά με την παγκο- σμιοποίηση της ανασφάλειας. Το έγκλημα και ιδιαίτερα αυτό της τρομοκρατί- ας και της μαζικής τυφλής βίας λειτουργεί εκφοβιστικά για την παγκόσμια κοινή γνώμη. Παραλύει τα αντανακλαστικά ορθολογικής πρόσληψης των γεγονότων. Ομογενοποιεί τις συνειδήσεις κάτω από ένα πέπλο συλλογικής ανασφάλειας και γενικευμένου πανικού. Καθιστά τον πολίτη καχύποπτο απέναντι στην όποια ετε- ρότητα του άλλου, αλλά και δεκτικό απέναντι στις πλέον ακραίες συντηρητικές θέσεις. Επαναχαράσσει τις διαχωριστικές γραμμές μέσα στην κοινωνία, τη στιγ- μή που η παγκόσμια κοινή γνώμη αναζητά τον εντοπισμό των ενόχων και απαιτεί τη τιμωρία τους. Το γεγονός ότι ο εχθρός παραμένει αόρατος ή μη εντοπίσιμος, μεγεθύνει τις αναπαραστάσεις της ανασφάλειας και καλλιεργεί αμυντικές τάσεις στο κοινωνικό σώμα. Και όμως ο φόβος δεν μπορεί να νικηθεί με αμυντικές ή εν- δοσκοπικές αντιδράσεις. Αντίθετα, εγκαθιδρύεται ως κατάσταση πραγμάτων, ως μόνιμη απειλή απέναντι στην έννομη εθνική ή διεθνή τάξη, αναπαράγοντας αβε- βαιότητα και αστάθεια. Επίσης, η άρνηση του κινδύνου από την τρομοκρατία δε μειώνει το αίσθημα ανασφάλειας. Το καθιστά απλώς πιο ανορθολογικό, πιο δύ- σκολα διαχειρίσιμο.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=