Ο ΝΕΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΤΟΥ Ν 4855/2021

10 Άρθρο 57 – ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ δεχόταν ότι απαράδεκτη κηρύσσεται η χρονικά μεταγενέστερη ποινική δίωξη , αν και οι δύο ποι- νικές διώξεις βρίσκονται στο ίδιο διαδικαστικό στάδιο 13 . Υποστήριξη βρήκε, όπως ήδη ειπώθηκε, και η δεύτερη από τις παραπάνω δύο εκδοχές, σύμφωνα με την οποία, απαράδεκτη κηρύσσεται η σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο ασκηθείσα ποινική δίωξη , ανεξάρτητα από το βαθμό της διαδικαστικής της ωριμότητας 14 . Από άποψη θεμελιώσεως, η μεν πρώτη εκδοχή ρίχνει το βάρος στην έτσι επίτευξη του σκοπού του θεσμού της εκκρεμοδικίας (: ικανοποίηση των αρχών της ταχείας διεξαγωγής της δίκης, της οικονομίας των διαδικαστικών ενεργειών και της ασφάλειας του δικαίου), η δε δεύτερη εκδοχή εδραιώνει την κατάληξή της στην από άλλη σκοπιά ικανοποίηση της αρχής της ασφάλειας του δικαί- ου, στην αποτροπή ύποπτων μεθοδεύσεων και στη δυνατότητα συσχετισμού, μετά την κήρυξη του απαραδέκτου, των δύο σχηματισθεισών δικογραφιών. Η αριθμητική πολλαπλότητα και η ποιοτική βαρύτητα των επιδιωκόμενων σκοπών φαίνεται να δίνει το προβάδισμα στην πρώτη εκδοχή. Ωστό- σο, δύσκολα μπορεί να παραβλέψει κανείς και την αναμφισβήτητη συμβολή της δεύτερης εκδοχής στην αναγκαία καθαρότητα της ποινικής δίκης και στην απάμβλυνση της απ’ αυτή προκαλούμενης παρακωλύσεως της ταχείας διεξαγωγής της διαδικασίας. Η πρόκριση της μιας ή της άλλης εκδοχής δεν εμφανίζεται ως εύκολη υπόθεση. Ενόψει τούτου και της ανυπαρξίας σχετικού με την εκκρε- μοδικία κανονιστικού πλαισίου, η νομοθετική παρέμβαση καθίσταται αναγκαία . Πράγματι, με το νέο ΚΠΔ προβλέφθηκε ρύθμιση σχετική με την εκκρεμοδικία. Ειδικότερα, στο άρθρο 57 § 3 ΚΠΔ ορίζεται ότι «αν σε βάρος του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη ασκήθηκαν περισσότερες διώξεις, κηρύσσονται απαράδεκτες λόγω εκκρεμοδικίας εκείνες οι οποίες ασκήθη- καν μεταγενέστερα, εφόσον δεν προηγούνται διαδικαστικά» . Στην Αιτιολογική Έκθεση σκέψεις δικαιολογούσες την επιλογή δεν καταγράφονται. Απλώς αναφέρονται: «Για λόγους πληρότητας ρυθμίστηκε στην παρ. 3 του άρθρου 57 η δικονομική αντιμετώπιση της εκκρεμοδικίας, καθώς προ- βλέφθηκε ότι «αν σε βάρος του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη ασκήθηκαν περισσότερες διώ- ξεις, κηρύσσονται απαράδεκτες λόγω εκκρεμοδικίας εκείνες οι οποίες ασκήθηκαν μεταγενέστερα, εφόσον δεν προηγούνται διαδικαστικά». Τούτο αποτελούσε μεν σαφή νομολογιακή θέση (ΣυμβΑΠ 2001,25, ΠλημΑθ 198/2001 ΠΛογ 2001,225, ΔιαρκΣτρατΘεσ 122/1987 Αρμ 1988,60, ΠλημΛαρ 29/2003 Δικογρ 2003,325, ΔιαρκΣτρατΑθ 390/1996 ΠοινΧρ 1997,710. - Η ΠλημΠατρ 181/1989 (ό.π.), υιοθετήσα- σα καθ’ ολοκληρία την πρόταση του Εισαγγελέα Ζύγουρα, δέχτηκε ότι: «Η κήρυξις της μεταγενέστερης ποινικής διώξεως ως απαραδέκτου έχει ως προϋπόθεσιν, είτε την έκδοσιν δύο κλητηρίων θεσπισμάτων κατά του αυτού προσώπου διά την αυτήν αξιόποινον πράξιν, είτε την έκδοσιν ενός τουλάχιστον βουλεύ- ματος αφορώντος το αυτό πρόσωπον και την ιδίαν αξιόποινον πράξιν. Προ της εκδόσεως είτε δύο κλητη- ρίων θεσπισμάτων, είτε ενός τουλάχιστον βουλεύματος εν σχέσει με τον ίδιον πρόσωπον και την αυτή αξι- όποινον πράξιν, δεν τίθεται θέμα κηρύξεως της οψιγενούς ποινικής διώξεως ως απαραδέκτου, αλλά και το ανακύπτον πρόβλημα επιλύεται διά του συσχετισμού των συναφών υποθέσεων». Η τελευταία απόφαση επικαλείται ως θεμέλιό της αντίστοιχη θέση του Δέδε (Το αντικείμενον της ποινικής δίκης, σελ. 188)· πρό- κειται για παρανόηση, αφού ο Δέδες (ό.π.) τονίζει χαρακτηριστικά: «Η εισαγγελική αρχή συσχετισμόν συ- ναφών υποθέσεων δύναται να ενεργήση, ή αν θέλωμεν να δεχθώμεν ανάλογον εφαρμογήν, συσχετισμόν και των το αυτό αντικείμενον εχουσών πλειόνων δικογραφιών. Η περαίωσις όμως εκάστης των δικογρα- φιών είναι ζήτημα ανεξάρτητον του συσχετισμού αυτού. Ο εισαγγελεύς δεν δύναται να ανακαλέση οιαν- δήποτε των πράξεων δι’ ων ηγέρθη ποινική τις δίωξις». 13. Βλ. ΑΠ 1811/1994 ΠοινΧρ 1995,71. 14. Βλ. Ανδρουλάκη , ό.π., Ζαχαριάδη , ό.π., Καρρά , ό.π., του ίδιου, Κριτική επισκόπηση ποινικής δικονομι- κής νομολογίας του Αρείου Πάγου των ετών 1999-2000, ΠοινΧρ 2000,967, Παπαδαμάκη , Ποινική Δικο- νομία, 2019, σελ. 278, Παπαχαραλάμπους , Παρατηρήσεις στην ΑΠ 930/2001 ΠΛογ 2001,2220. - Ευρύτε- ρα βλ. Μυλωνόπουλου , Εφαρμόζεται η αρχή ne bis in idem όταν η ποινική δίωξη έχει παύσει στην Ο.Δ. της Γερμανίας με βούλευμα του δικαστηρίου σύμφωνα με την παρ. 153 ΙΙ γερμ. ΚΠΔ; ΠοινΧρ 2012,319 επ., Τζαννετή , Η ταυτότητα της δικονομικής πράξης, 2010, σελ. 63 επ. 8 9

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=