Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΣΥΓΧΥΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ

XII ΣΥΝΟΨΗ Πρώτα όμως θα επιχειρηθεί μια σύντομη εισαγωγή στο σήμα και μια εντονότε- ρη γνωριμία με τις λειτουργίες που εκείνο επιτελεί· για ποιο λόγο, άραγε, αυτό, μάς είναι χρήσιμο; Κατόπιν θα εκτεθεί αναλυτικά η μεθοδολογία βάσει της οποίας ο κρίνων θα κατα- λήξει στη συνδρομή (η μη) κινδύνου σύγχυσης. Προτρέχοντας ίσως, θα ήταν χρή- σιμο να τονίσουμε ότι πρόκειται για μια διαδικασία, της οποίας το αποτέλεσμα – παρά το προκαθορισμένο των σταδίων της και τον πλούτο κριτηρίων – μόνο σί- γουρο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Ακόμα και η ίδια η νομολογία του Δικαστη- ρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) δεν διακρίνεται από κάποια ιδιαίτερη σταθε- ρότητα· αυτό βέβαια παρατηρείται και στους λοιπούς τομείς δικαίου (θεωρούμε μάλιστα ότι η - συν τω χρόνω – επανεξέταση και μεταβολή θέσεων αποτελεί και ένδειξη «υγείας»). Πλην όμως, στο δίκαιο του σήματος, αυτό παρατηρείται με με- γαλύτερη συχνότητα και ένταση. Αυτά έχοντας κατά νου, η φράση που έχουμε συνηθίσει να συναντούμε στη νομική επιστήμη, ότι « κάθε περίπτωση εξετάζεται ad hoc », βρίσκει ίσως εδώ απόλυτη δικαιολόγηση. Καμία ένδειξη, κανένα ερέθι- σμα, δεν προδικάζει αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το εξής ζήτημα το οποίο και θα μας απα- σχολήσει σε μεγάλο μέρος της μελέτης: εκείνο της ταύτισης – και όχι απλώς ομοι- ότητας – τόσο σε επίπεδο ενδείξεων, όσο και σε επίπεδο διακρινόμενων αγαθών. Το ερώτημα διατυπώνεται ως εξής: είναι προεξοφλημένος ο κίνδυνος σύγχυσης σε μια τέτοια τυπολογία περιπτώσεων; Με δεδομένο ότι ο καταναλωτής βρίσκε- ται ενώπιον των ίδιων προϊόντων τα οποία, προσέτι, φέρουν και την ίδια ένδει- ξη, η εντύπωση η οποία αρχικά δημιουργείται είναι ότι ο τελευταίος δεν θα έχει τα περιθώρια να «αποδράσει» από τη σύγχυση· κι ως εκ τούτου θα πλανηθεί, πι- στεύοντας ότι πρόκειται για τη «μάρκα» που χρόνια εμπιστεύεται. Είναι, όμως, αυτό πάντοτε ακριβές και ποια η θέση της νομολογίας επί του θέματος; Ο κίνδυνος σύγχυσης αποτελεί κρίσιμη έννοια διότι αποτελεί συχνά το κατώφλι για την παροχή προστασίας στο σηματούχο. Αυτός «προστατεύεται» από τρί- τους οι οποίοι προκαλούν τον κίνδυνο της προαναφερθείσας σύγχυσης, επιχει- ρώντας να προσεγγίσουν το σήμα του. Κατά τούτο, έχει κάποιας μορφής απόλυ- το δικαίωμα επί της ένδειξης από την οποία αυτό (ενν. το σήμα) συνίσταται. Αν όμως αυτό το διαβάσουμε αντίστροφα, οι λοιποί «παίκτες της αγοράς» κατ’ απο- τέλεσμα περιορίζονται κατά την επιλογή της ένδειξης με την οποία θα εκτεθούν στις συναλλαγές. Πρόκειται για μια λογική διαπίστωση: απόλυτο δικαίωμα σημαίνει και περιορισμό (ή κατ’ άλλους προσδιορισμό) του χώρου ελευθερίας των υπολοίπων. Αυτή η δι- ελκυστίνδα μεταξύ κατοχύρωσης απόλυτου δικαιώματος - του ενός - και ελευθε- ρίας δράσης - των άλλων – στον ανταγωνισμό, θα αποτελεί συχνά το ερμηνευτικό μας καταφύγιο στην προσπάθεια να προσεγγίσουμε προβληματικές του δικαίου του σήματος. Οριοθετώντας τους δύο χώρους – αυτόν του απόλυτου δικαιώμα- τος του ενός και εκείνον της ελευθερίας δράσης των τρίτων - το σημείο στο οποίο

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=