ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

4 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ δηλ. την εξουσία του κυρίου να επιχειρεί οποιαδήποτε υλική ενέργεια πάνω στο πράγμα 6 . Πράγματι, τούτο συμβαίνει με τα περισσότερα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, που πλήτ- τουν μεν τη δυνατότητα του κυρίου να ασκεί τις εκ της κυριότητας εξουσίες του, χωρίς όμως ο ιδιοκτήτης να χάνει και την κυριότητα. Η κλοπή ή η ληστεία, π.χ., δεν επιφέρουν απώλεια της κυριότητας. Ο κύριος του κλεμμένου πράγματος, όμως, δεν μπορεί να ασκή- σει τις εξουσίες που απορρέουν από αυτήν, έτσι ώστε η νομική αναγνώριση του δικαιώ- ματός του να στερείται ουσιαστικού αντικρίσματος. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, τού- το δεν είναι απόλυτο. Η υπεξαίρεση, π.χ., μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της κυριότητας με ειδοποιΐα ή αν το πράγμα πωληθεί από το δράστη σε καλόπιστο τρίτο (άρθρ. 1036 ΑΚ) κλπ. Ομοίως απώλεια της κυριότητας μπορεί να προκαλέσει η φθορά ξένης ιδιοκτησίας, αν ο δράστης καταστρέψει το ξένο πράγμα ολοκληρωτικά, π.χ. χύνει ξένη βενζίνη σε υπό- νομο, καίει το ξένο πράγμα κλπ. Γι’ αυτό και ορθό είναι ότι προστατευόμενο έννομο αγα- θό των διατάξεων που προβλέπουν εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας είναι η κυριότητα εν γένει και όχι μία πλευρά αυτής. Από τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, ωστόσο, μόνον δύο στρέφονται αποκλειστικά κατά της κυριότητας: η υπεξαίρεση και η φθορά ξένης ιδιοκτησίας. Τα λοιπά πλήττουν συγχρόνως και άλλα έννομα αγαθά. Η κλοπή, π.χ., προσβάλλει επί πλέον και την κατο- χή, η κλοπή αρχαίων την πολιτιστική κληρονομιά, ενώ η ληστεία πλήττει και την προσω- πική ελευθερία. Από την άλλη πλευρά, εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, που πλήττουν ευ- θέως την κυριότητα προβλέπονται και εκτός του εικοστού τρίτου κεφαλαίου του ΠΚ, όπως π.χ. η έκθεση πλοίου σε κίνδυνο κατάσχεσης ή δήμευσης με διενέργεια λαθρεμπορίου (άρθρ. 297 ΠΚ), όπου η εγκληματική συμπεριφορά συνίσταται στην πρόκληση κινδύνου απώλειας της κυριότητας. ΙΙ. Ιδιοκτησία και περιουσία Από την ιδιοκτησία ο ποινικός μας κώδικας διακρίνει το έννομο αγαθό της περιουσίας, την οποία προστατεύει αυτοτελώς με τις διατάξεις της δεύτερης ενότητας του εικοστού τρίτου κεφαλαίου (άρθρ. 385-405 ΠΚ, “εγκλήματα κατά της περιουσίας”). Όπως θα δούμε διε- ξοδικότερα στον οικείο τόπο (Μέρος Δεύτερο § 1), ως περιουσία νοείται το σύνολο των οικονομικών αξιών ενός προσώπου, που δεν αποδοκιμάζονται από το δίκαιο. Περιουσία και ιδιοκτησία δεν ταυτίζονται εννοιολογικά, αφού προσβολή της ιδιοκτησίας μπορεί να στοιχειοθετηθεί και χωρίς βλάβη της περιουσίας π.χ. κλοπή πράγματος στερούμενου οι- κονομικής αξίας. Γι’ αυτό και η περιουσιακή ζημία δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενι- κής υπόστασης των εγκλημάτων κατά της ιδιοκτησίας 7 . Στην πράξη όμως κατά κανόνα συ- 6. Γι’ αυτό και ορθά επισημαίνεται ότι πέραν της καθαρά νομικής σχέσης που εκφράζει η κυριότητα, η ποι- νική έννοια της ιδιοκτησίας έχει και μια πραγματική-κοινωνική πλευρά ( Μπιτζιλέκης , 3). Αυτό βεβαί- ως ουδόλως δικαιολογεί την ακραία άποψη ότι η ιδιοκτησία είναι πράγμα, όπως έχει υποστηριχτεί («το πράγμα που ανήκει σε άλλον»: έτσι Παύλου-Αποστολίδου , 28). 7. Όπως ορθά παρατηρείται, πρόκειται για έννοιες επαλλάσσουσες , αφού η ιδιοκτησία περιλαμβάνει και πράγματα που στερούνται περιουσιακής αξίας (π.χ. οικογενειακή φωτογραφία), ενώ αντιστρόφως στην περιουσία ανήκουν και αντικείμενα (ευρεσιτεχνίες, πνευματική ιδιοκτησία) που δεν αποτελούν αντικεί- μενα της ιδιοκτησίας ( Μπιτζιλέκης , 8).

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=