ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ

2 Εισαγωγικές παρατηρήσεις Επομένως, ακόμη και τα καλύτερα σχεδιασμένα δημοκρατικά συστήματα απαιτούν θεσμι- κούς περιορισμούς στην πολιτική διακριτική ευχέρεια, προκειμένου να συμπληρώνουν τους δημοκρατικούς ελέγχους και να αποτρέπουν ανεπιθύμητες πολιτικές. Η εκχώρηση της νομισματικής πολιτικής σε πολιτικά ανεξάρτητους αλλά υπόλογους εμπειρογνώμονες μπορεί να ερμηνευθεί προς αυτή την κατεύθυνση 6 . Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται οι πιο πρόσφατες προσπάθειες για τον περιορισμό των φορέων χάραξης δημοσιονομικής πολιτικής με τη θέσπιση αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων, όπως των ανώτατων ορί- ων ελλείμματος, των ορίων δημόσιου χρέους και των ανώτατων ορίων δαπανών 7 , και αρ- γότερα με τη σύσταση Ανεξάρτητων Δημοσιονομικών Θεσμών. Στην παρούσα μονογραφία εξετάζονται εισαγωγικά δύο βασικά ζητήματα και συγκεκρι- μένα οι αιτίες του φαινομένου δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμμάτων και αύξησης του δημόσιου χρέους (Α) και οι τρόποι αντιμετώπισής τους (Β). Τέλος, παρέχονται ορισμέ- νες διευκρινίσεις αναφορικά με το αντικείμενο της παρούσας μονογραφίας (Γ). A. Οι αιτίες του φαινομένου της δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμμάτων και της αύξησης του δημόσιου χρέους Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, η θεωρία έχει προσπαθήσει να εξηγήσει τις αιτίες, για τις οποίες οι φορείς χάραξης πολιτικής επιλέγουν μη ορθολογικές δημοσιονομικές πο- λιτικές. Στον τομέα της δημοσιονομικής πολιτικής, η δημιουργία υπερβολικών ελλειμμά- των που οδηγούν στην αύξηση του ποσοστού χρέους προς το ΑΕΠ, καθώς και η τάση δι- ενέργειας δαπανών μέσω μη αναμενόμενων εσόδων, αποτελούν δύο από τα πιο συνήθη προβλήματα στον τομέα της δημοσιονομικής διαχείρισης. Εκτός από την απεριόριστη διακριτική δημοσιονομική πολιτική στις σύγχρονες δημοκρα- τίες, προβλήθηκαν από τη θεωρία 8 διάφορες άλλες αιτίες που οδήγησαν στη δημιουρ- γία ελλειμμάτων και στην αύξηση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ, όπως η ύπαρξη γενικών πληροφοριακών προβλημάτων από την πλευρά τόσο της κυβέρνησης όσο και του εκλογικού σώματος (“general informational problems”), η ύπαρξη πληροφο- ριακών ασυμμετριών μεταξύ της κυβέρνησης και του εκλογικού σώματος (“informational assymetries”), η δημιουργία πολιτικής πόλωσης και εκλογικής αβεβαιότητας (“political polarization and electoral uncertainty”), η άσκηση πιέσεων από ομάδες συμφερόντων (“common pool problems”), η χρονική ασυνέπεια της δημοσιονομικής πολιτικής (“time inconsistency of fiscal policy”), η εκμετάλλευση των μελλοντικών γενεών (“exploitation of 6. E. Thomson,“Who Should Control the Money Supply?”, American Economic Review, 1981, 71: 356-61. 7. G. Kopits and S. Symansky (1998),“Fiscal Policy Rules”, IMF Occasional Paper No 162. 8. Calmfors, L. (2005), What Remains of the Stability Pact andWhat Next?, Swedish Institute for European Policy Studies, Stockholm, Report No.8, November 2005, p.8, Debrun, X., Hauner, D. and M. S. Kumar (2009), “Independent Fiscal Agencies”, Journal of Economic Surveys 23, Morris, R., Ongena, H. and L. Schuknecht (2006), The Reform and Implementation of the Stability and Growth Pact, ECB Occasional Paper 47, Frankfurt, Calmfors, L. and S. Wren-Lewis (2011),“Fiscal Councils”, Economic Policy 68.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=