ΕΠΙΚΑΙΡΑ ZΗΤΗΜΑΤΑ OΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

| 10 | Λάμπρος Χ. Μαργαρίτης περί του εγκλήματος και της ποινής 3 και δη για τους παρακάτω (από τον Ανδρου- λάκη 4 επισημαινόμενους) λόγους: «Η ποινή επιβάλλεται σήμερα ως αυτονόητη και αναγκαία αντίδραση στο έγκλη- μα - επιβάλλεται χάριν προστασίας της κοινωνίας με την πάταξη των αφόρητα αντικοινωνικών μορφών συμπεριφοράς, δηλαδή των εγκλημάτων. Η ποινή κα- ταγιγνώσκεται ως κακό προκειμένου να γίνει αισθητή ως τέτοιο, σε εκδήλωση ιδιαίτερης αποδοκιμασίας του δράστη από μέρους της κοινωνικοηθικά στηριγμέ- νης έννομης τάξης. 5 Και από μόνες αυτές τις παραδοχές συνάγεται ότι η ποινική δίωξη δεν αρμόζει να ανατίθεται στα χέρια ιδιωτών. Εάν η ποινή είναι αναγκαία κάτω από ένα κοινωνικοπολιτειακό πρίσμα, πως θα μπορούσε να ανατίθεται η επιβολή της και γενικότερα η ποινική διαδικασία στην ιδιωτική βούληση; Και πώς θα ήταν νοητό η αποδοκιμασία εκ μέρους της έννομης τάξης να εξαρτάται όχι από την πολιτειακή εξουσία που την ενσαρκώνει, αλλά από την ιδιωτική βού- ληση; Αλλά και η ίδια η σοβαρότητα των συνεπειών της ποινικής δίωξης και κύ- ρωσης καθιστά τελείως ανεπίτρεπτο τον ενδεχόμενο εκφυλισμό της σε ένα όρ- γανο ιδιωτικής διαμάχης και αντεκδίκησης. Η βούληση του οποιουδήποτε ιδιώτη δεν αρκεί για να περιέλθει κάποιος στη θέση του κατηγορουμένου και να υποστεί τις βαρειές δυσμενείς συνέπειες που αυτή μπορεί να επισύρει». Κατά κανόνα, η εισαγωγή του συστήματος της κρατικής διώξεως των εγκλημάτων συμβαδίζει με την αποδοχή της αυτεπάγγελτης διώξεώς τους. 6 Έτσι η πρωτοβου- λία για την κίνηση του μηχανισμού επιβολής της ποινής 7 ανήκει κατά κανόνα στα 3. Γι’ αυτό, ενώ παλαιότερα αναγνωριζόταν και σ’ εμάς ως έναν βαθμό, κατ’ απομίμηση γαλλι- κών μάλλον προτύπων, ο θεσμός της «ιδιωτικής κατηγορίας» (άρθρο 24 της προϊσχύσασας Ποιν. Δικονομίας), αυτός καταργήθηκε όπως, έπρεπε, με τον ν. 2236/1920. 4. Ό.π. 5. Βλ. Ανδρουλάκη , Το πρωτείο της ποινής, Υπερ 1998, 1171 επ. (= ZStW 1996, 300 επ.). 6. Σαφές, πάντως, είναι ότι συνιστούν δύο διαφορετικά προβλήματα το ποιος κινεί τη ποινική δίωξη και ποιος έχει την πρωτοβουλία για την κίνησή της. Τη διαφορά των δύο τούτων προ- βλημάτων, αποδίδει χαρακτηριστικά το άρθρο 1 του προϊσχύσαντος Ιταλικού ΚΠΔ: «L’ azione penale e publica, e, quando non sia necessaria la querela (…), e iniziata d’ ufficio (…)». Και το άρθρο 20 της δικής μας προϊσχύσασας Ποινικής Δικονομίας έλεγε: «Η καταδίωξις των πται- σμάτων, πλημμελημάτων και κακουργημάτων γίνεται συνήθως εξ επαγγέλματος και πάντοτε δια κατηγορίας (accusation)»· βλ. Ανδρουλάκη , ό.π. 7. Για τη δίκη ως μηχανισμό επιβολής της απαντήσεως της οργανωμένης κοινωνίας για συγκεκριμέ- νο έγκλημα βλ. Μανωλεδάκη , Σχετικά με τη φύση της ποινικήςδίκης, Αρμ 1977, 705 επ., Αργυρό- πουλου, Ο θεσμικός ρόλος του συνηγόρου στην ποινική δίκη, σε: Πρακτικά 1ου Διεθνούς Συνε- δρίου Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, 1998, σελ. 9 επ., Μαργαρίτη, Προκαταρκτική εξέταση και εκκρεμότητα ποινικής δίκης, σε: Μελέτες για εμβάθυνση στην ποινική δικονομία, τεύχ. Α’, 1990, σελ. 19 επ., Παπαδαμάκη, Ποινική Δικονομία, 2014, σελ. 9 επ.- Για τις άλλες απόψεις που αφο- ρούν τη φύση της ποινικής δίκης βλ. Ανδρουλάκη , Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, σελ. 36-27, Βουγιούκα, Ποινικόν Δικονομικόν Δίκαιον, Ι, 1988, σελ. 31 επ., Δαλακούρα, Ποινικό Δικο- νομικό Δίκαιο, Ι, 2019, σελ. 17 επ., Fenge, Νομική Μεθοδολογία και δικονομική επιστήμη (μετ. Καϊση) Αρμ 1975, 473 επ., Bulow, Die Lehre von den Prozesseinreden und die Prozessvorausset-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=