Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

2 Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ στικού αγώνα που θα άνοιγε με την προσφυγή ενός υποψηφίου κατά οποιασδήποτε πρά- ξης της διαδικασίας, άλλοτε βάσιμα και άλλοτε καθαρά παρελκυστικά. Την άκανθο αυτή επιχείρησε – έστω και καθυστερημένα – να αφαιρέσει ο Έλληνας νομοθέ- της από την εγχώρια κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα, αξιοποιώντας ευθέως ευρω- παϊκή διοικητική εμπειρία, με την ίδρυση της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), ενός ανεξάρτητου διοικητικού οργάνου που αποτελεσματικά και ταχέως θα έλυνε τις όποιες διαφορές ανέκυπταν κατά το στάδιο ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων ανά- μεσα στους ενδιαφερόμενους συμμετέχοντες στη διαγωνιστική διαδικασία, πριν και κυρί- ως, χωρίς την ανάγκη καταφυγής στη Δικαιοσύνη. Δεδομένου του κατά τεκμήριο ασφαλούς χρονικού διαστήματος που έχει περάσει από την ίδρυση της ΑΕΠΠ τον Ιούνιο 2017, η παρούσα μονογραφία επικεντρώνεται στη μελέ- τη του τρόπου λειτουργίας της στην πράξη μέσα από την εξέταση υποθέσεων που επιλή- φθηκε και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων εφαρμογής της. Τελικά επιτυγχάνει ή όχι το σκοπό της; Αποτελεί επιτελικό παράγοντα για την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν από τις αναθέσεις των δημοσίων συμβάσεων σε σύντομο χρόνο; Πρόκειται για ένα όργα- νο που σχεδιάστηκε άρτια, μη ύπαρξης ανάγκης βελτίωσης του manual λειτουργίας του ή εντοπίζονται σημεία στα οποία η ενίσχυση του ρόλου της θα βοηθούσε ακόμα περισσότε- ρο στην επίτευξη του σκοπού της; Προκειμένου να δοθεί μία αξιόπιστη απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα, ο άξονας ανά- πτυξης της όλης θεματικής αποτελείται από τις εξής επιμέρους ενότητες: Εν αρχή, μία συ- νοπτική αναφορά στη φύση, τη φιλοσοφία και τον τρόπο λειτουργίας της Αρχής, μία ανα- φορά στο χαρακτήρα και τις ιδιαιτερότητες της ενδικοφανούς προσφυγής που ασκείται ενώπιόν της ως διοικητική προδικασία και μία ουσιαστικής σημασίας κρίση επί του επικα- λούμενου από τους προσφεύγοντες εννόμου συμφέροντος. Στη συνέχεια, ακολουθεί η επι- σκόπηση και καταγραφή των βασικότερων σημείων ορισμένων κατηγοριών υποθέσεων που χειρίστηκε η Αρχή, οι οποίες είναι ενδεικτικές πλην αντιπροσωπευτικού χαρακτήρα ως προς τα νομικά ζητήματα που κατά κύριο λόγο αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει. Η ενό- τητα αυτή αναπτύσσεται τόσο μέσα από μία συγκριτική μελέτη της διοικητικής νομολογί- ας της ΑΕΠΠ, ήτοι υποθέσεων με τις οποίες ασχολήθηκε «σε πρώτο και τελευταίο βαθμό» (υπό την έννοια ότι δεν ακολούθησε η μετέπειτα προσβολή των αποφάσεών της στα διοι- κητικά δικαστήρια), αλλά κυρίως, μέσα από την εξέταση υποθέσεων που τελικά ήχθησαν ενώπιον της Δικαιοσύνης, η οποία αναδεικνύει και τη διαδραστική σχέση και θεσμική επι- κοινωνία που καλείται να έχει η Αρχή με τον διοικητικό δικαστή. Η έρευνα που διενεργήθηκε είναι στοχευμένη στην κριτική αποτίμηση του έργου της ΑΕΠΠ μέσα από την εξέταση των βασικότερων νομικών ζητημάτων, τα οποία αποδεδειγμένα συ- ναντώνται συχνά στη διοικητική (ενώπιον της Αρχής) και δικαστηριακή πρακτική, τα οποία είναι νευραλγικής σημασίας για την τελική έκβαση των δημοσίων συμβάσεων εν γένει. Για το λόγο αυτό, συνειδητά και κατ’ επιλογήν παραβλέπεται η εκτενής αναφορά στη δομή, τη συγκρότηση και το διαδικαστικό λειτουργίας της Αρχής, παρά μόνο γίνεται μία λακω- νική αναφορά όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο για τη σφαιρική συγκρότηση της συλλογι-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=