Η ΒΑΡΙΑ ΑΜΕΛΕΙΑ ΣΤΟ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

10 Η βαριά αμέλεια στο Ιδιωτικό Δίκαιο προσώπων τους ή των εκπροσώπων τους ή των τρίτων στους οποίους έχει ανατεθεί επαγ- γελματικά η φύλαξη του αντικειμένου της ασφάλισης ». Βάσει της εν λόγω διατάξεως, λοιπόν, ο ασφαλιστής απαλλάσσεται από την καταβολή του ασφαλίσματος, σε περίπτωση που ο λήπτης της ασφάλισης ή οιοσδήποτε εκ των αναγρα- φομένων σ’ αυτήν προσώπων, ο κύκλος των οποίων διαγράφεται ανεξαρτήτως της συν- δρομής τωνπροϋποθέσεων της προστήσεως 46 , έχει αθετήσει τουλάχιστοναπόβαριάαμέ- λειασυγκεκριμένες υποχρεώσεις 47 . Στην επίμαχηρύθμιση τίθεται, στηνπραγματικότητα, ο ορισμός τουασφαλιστικούκινδύνου, ηκάλυψη τουοποίουαποτελεί τοδικαιοπρακτικόθε- μέλιο της σύναψης της σύμβασης ασφάλισης ζημίας 48 . Ταυτοχρόνως εκδηλώνεται, για λό- γους γενικότερουσυμφέροντος, ηπροστατευτικήλειτουργία του νομοθέτηπρος τοασθε- νέστερο στη σύμβαση ασφάλισης μέρος, που είναι κατά κανόνα το συμβαλλόμενο με τον ασφαλιστή για σκοπούς μη επαγγελματικούς πρόσωπο, καθόσον στην ιδιωτική ασφάλι- ση, ηοποίασυνιστάκαταναλωτικόαγαθό ευρείας χρήσης, είναι εμφανής ηανάγκη τέτοιας προστατευτικής παρέμβασης υπέρ του ασφαλισμένου, δεδομένου ότι ελλείπει κατά βάση και εκ προοιμίου η διαπραγματευτική ισοδυναμία των μερών και υφίσταται ο κίνδυνος η παρεχόμενη ασφαλιστική κάλυψη ναφαλκιδευτεί στην περίπτωση αυτή μέσω της ασκού- μενης υπό άνισους όρους συμβατικής ελευθερίας 49 . Βεβαίως, η προκληθείσα ζημία από οικείο πταίσμα τουλάχιστον βαριάς αμέλειας, δηλαδή από δόλο ή βαριά αμέλεια, δεν εί- ναι ορθό να επιβαρύνει τον ασφαλιστή και δεν μπορεί ναυπαχθεί στην έννοια τουασφαλι- στικού κινδύνου και ως εκ τούτου ο νομοθέτης επιτάσσει την απαλλαγή του ασφαλιστή 50 . Στις ασφαλίσεις, κυρίως, ζημιών απαντά συχνά η αναγραφή ειδικής ρητής συμβατικής υποχρέωσης λήψης από τον αντισυμβαλλόμενο – λήπτη της ασφάλισης συγκεκριμένων μέτρων πρόνοιας, κατάλληλων μέτρων προστασίας, για την αποτροπή επέλευσης του ασφαλιζόμενου κινδύνου ή/και τον περιορισμό της έκτασης της προκληθείσας ζημίας. Επιπλέον, συνηθίζεται στην πράξη το περιεχόμενο της προπεριγραφείσας διάταξης να επαναλαμβάνεται μερικώς στους γενικούς ασφαλιστικούς όρους 51 και να αποκλείεται η ασφαλιστική κάλυψη εάν η πραγματοποίηση του ασφαλισμένου κινδύνου και η εν συ- νεχεία ασφαλισθείσα ζημία προκλήθηκε από δόλο ή βαριά αμέλεια του ασφαλισμένου, καθώς και των σύνοικων, προστηθέντων και νόμιμων εκπροσώπων του 52 . Προσέτι, η βαριά αμέλεια μνημονεύεται και στο άρθρ. 7 παρ. 1 του ν. 2496/1997, το οποίο προβλέπει ότι: « Ο λήπτης της ασφάλισης υποχρεούται εντός οκτώ (8) ημερών από τότε που έλαβε γνώση της επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης να ειδοποιήσει τον 46. ΑΠ 1137/2008, ΝοΒ 56 (2008), 2445. 47. MünchKomm-Hanau , § 277, αρ. 18, König , ο.π., σ. 23, Ρούσσος , ο.π., 321, 322. 48. Ρούσσος , ο.π., 321, 322. 49. ΟλΑΠ 14/2013, ΤΝΠ QUALEX, ΑΠ 1542/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΑθ 369/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. 50. Ρούσσος , ο.π., 321, 322. 51. Δέλλιος , Γενικοί Όροι Συναλλαγών – Ατομική και συλλογική προστασία των καταναλωτών από την έλλειψη ουσιαστικής διαπραγμάτευσης των όρων της σύμβασης, 2 η έκδοση, 2011, αρ. 78, σ. 3 (ΙΙ). 52. MünchKomm-Hanau , § 277, αρ. 18, König , ο.π., σ. 23.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=