ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2016/343

| 6 Ι. Ανάλυση 2.1. Τεκμήριο αθωότητας Το πρώτο μέρος του Κειμένου Εργασίας (ενότητες 2 και 3) εξετάζει τις κρίσιμες πτυχές και τους κανόνες που περικλείονται στην έννοια του τεκμηρίου αθωότητας, το οποίο και αναλύ- εται στα συστατικά του μέρη. Η Ενότητα 2 αναλύει τα επιμέρους συστατικά μέρη του τεκμη- ρίου αθωότητας (καθαυτό τεκμήριο αθωότητας, 2.1· δημόσιες αναφορές για την ενοχή του προσώπου, 2.2· εμφάνιση υπόπτων / κατηγορουμένων, 2.3· βάρος απόδειξης, 2.4· δικαίωμα σιωπής και το δικαίωμα της μη-αυτοενοχοποίησης, 2.5). Η Ενότητα 3 αναπτύσσει τις συγκρι- τικές μας παρατηρήσεις επί του εν λόγω θέματος. Το καθεαυτό τεκμήριο αθωότητας (άρθρα 1 και 3 της Οδηγίας) διασφαλίζεται τόσο για τους υπόπτους όσο και για τους κατηγορούμενους είτε μέσω διατάξεων που υπάρχουν στα Συ- ντάγματα και στους Κώδικες Ποινικής Δικονομίας (Αυστρία, Κύπρος), είτε μονομερώς στις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Ρουμανία, Σλοβακία, Πορτογαλία). Στην περί- πτωση της Ρουμανίας, η προτεινόμενη τροποποίηση της νομοθεσίας αποβλέπει στην ενί- σχυση των υφισταμένων διασφαλίσεων του τεκμηρίου αθωότητας. Στην δε Βουλγαρία, δικονομικός όρος του «ύποπτου» δεν υφίσταται, εξ ου και το τεκμήριο της αθωότητας δια- σφαλίζεται μόνο για όσους κατηγορούνται επισήμως για ένα έγκλημα. Όσον αφορά τις δημόσιες αναφορές στην ενοχή των υπόπτων και των κατηγορουμένων (άρθρα 4 και 10 της Οδηγίας), η Κύπρος φαίνεται να είναι η μόνη από τις έξη χώρες των εταί- ρων της κοινοπραξίας PRESENT, η οποία προσέθεσε στην νομοθεσία της πρόνοια με σκο- πό την συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 4, αν και θα πρέπει να σημειωθεί πως στον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο δεν έχει περιληφθεί διάταξη που να προνοεί για ένδι- κη θεραπεία, κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 4.2 και 10 της Οδηγίας. Επί του παρόντος, έχει κατατεθεί αλλά εκκρεμεί η ψήφιση σχετικής νομοθετικής πρόνοιας από το Ρουμανικό Κοινοβούλιο. Η ισχύουσα αυστριακή νομοθεσία προβλέπει αποζημίωση μόνο σε περίπτω- ση παραβίασης του τεκμηρίου αθωότητας από τα μέσα ενημέρωσης, αλλά όχι από τις εθνι- κές αρχές. Γενικότερα, η απαγόρευση των δημόσιων αναφορών στην ενοχή υπαγορεύεται από τη θεμελιώδη αρχή του τεκμηρίου αθωότητας, η οποία και παραβιάζεται σε περίπτωση ύπαρξης σχετικών δημοσίων αναφορών. Εξ ου και φαίνεται πως η απαγόρευση δημοσίων αναφορών υπήρξε η πτυχή εκείνη του τεκμηρίου αθωότητας όπου δεν υπήρξε ανάγκη νομο- θετικής μεταρρύθμισης προκειμένου να επιτευχθεί συμμόρφωση με την Οδηγία. Ένας άλλος τομέας όπου και υφίστατο – και εξακολουθεί να υφίσταται – ανάγκη περαιτέ- ρω προσπάθειας είναι το ζήτημα της εμφάνισης των υπόπτων και των κατηγορουμένων (άρθρο 5 της Οδηγίας): ορισμένα αλλά όχι όλα τα Κράτη Μέλη που εξετάζονται στην μελέτη έχουν συμμορφωθεί με την υποχρέωση ότι «oι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αποφεύγουν να εμφανίζουν τους υπόπτους ή τους κατηγορουμένους ως ενόχους, είτε στο δικαστήριο είτε δημόσια, μέσω της εφαρμογής μέτρων σωματικού περιορισμού» (σκ. 20 της Οδηγίας) και να λαμβάνουν αναλόγως τα «κατάλληλα μέτρα». Η νομοθετική πρόνοια που βρίσκεται ενώ- πιον του ρουμανικού κοινοβουλίου θα αποτελέσει, εφόσον ψηφιστεί, αποτελεσματική μετα- φορά της Οδηγίας ως προς αυτό το σημείο. Στην Αυστρία, ο κατηγορούμενος συνοδεύεται από φύλακα (§ 239 StPO) μόνο όταν εκείνος τελεί υπό κράτηση (Untersuchungshaft)· υπό

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=