ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2016/343

7 | Ν. Χατζημιχαήλ – Εισαγωγή οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις δεν εφαρμόζονται χειροπέδες στο Δικαστήριο. Στη Βουλ- γαρία, η νομοθεσία ορίζει ότι σε κάθε περίπτωση τα μέτρα σωματικού περιορισμού πρέπει να είναι κατάλληλα και αναγκαία, ωστόσο στην πράξη η προϋπόθεση αυτή σπάνια τηρείται όταν πρόκειται για δίκες υψηλού δημόσιου συμφέροντος. Η ορθή μεταφορά της Οδηγίας θα πρέπει να καθιστά σαφές ότι το βάρος απόδειξης το φέ- ρουν όλες οι Αρχές που εμπλέκονται στη διερεύνηση και στη δίωξη αξιόποινων πράξεων . Η αιτιολογική σκέψη (23) υπογραμμίζει αφενός την θεμελιώδη διαφορά μεταξύ του αντιθε- τικού/συζητητικού και του εξεταστικού/ανακριτικού συστήματος, επισημαίνοντας ότι, στα κράτη μέλη που εφαρμόζεται το έτερο, το βάρος της απόδειξης πρέπει επίσης να βαρύνει τους δικαστές, τα αρμόδια δικαστήρια, καθώς και την εισαγγελική αρχή. Ιδιαίτερα στα κρά- τη όπου ισχύει το αντιθετικό/συζητητικό σύστημα, το βάρος της απόδειξης φέρει σαφώς η εισαγγελική αρχή. Αυτό ισχύει για την Κύπρο, όπου το βάρος απόδειξης καθορίζεται, πέ- ραν της νομοθετικής πρόνοιας, από την νομολογία, η οποία παράγει δεσμευτικό αποτέλε- σμα επί των ζητημάτων αυτών και καταδεικνύει ότι η εισαγγελία φέρει το βάρος της απόδει- ξης στις ποινικές υποθέσεις. Ομοίως, σύντομες αναφορές καταδεικνύουν, στην Βουλγαρία και την Πορτογαλία ότι ο Εισαγγελέας φέρει το βάρος της απόδειξης, και στην Ρουμανία και της Σλοβακία ότι η εισαγγελία φέρει την συνολική ευθύνη απόδειξης της υπόθεσης. Η αυ- στριακή νομοθεσία προβλέπει ότι ο εισαγγελέας έχει καθήκον να προσκομίσει τα αποδεικτι- κά στοιχεία ( Anklagegrundsatz ) και ότι πρέπει να εκδοθεί αθωωτική ετυμηγορία, αν υπάρ- χει αμφιβολία για το εάν ο κατηγορούμενος έχει διαπράξει το έγκλημα. Επιπλέον, η αναφορά της Αυστρίας δείχνει ότι το ζήτημα σχετίζεται με την αρχή της αμεροληψίας που εφαρμόζε- ται στις εισαγγελικές αρχές, καθόσον η αρχή του in dubio pro reo είναι σαφώς εδραιωμένη στον ποινικό κώδικα της χώρας. Το δικαίωμα της σιωπής και το δικαίωμα της μη-αυτοενοχοποίησης (άρθρο 7 της Οδηγί- ας) αποτελούν αμφότερα σημαντικές πτυχές του τεκμηρίου αθωότητας τόσο για υπόπτους όσο και για κατηγορούμενους (αιτιολογικές σκέψεις 24-26). Η Κύπρος έχει μεταφέρει πλή- ρως τις πρόνοιες της Οδηγίας στην εθνική της νομοθεσία, και συγκεκριμένα τόσο στον νόμο περί Ποινικής Δικονομίας όσο και στον «περί των Δικαιωμάτων Ύποπτων Προσώπων, Προ- σώπων που συλλαμβάνονται και Προσώπων που τελούν υπό κράτηση» Νόμο του 2005, αν και τα δικαιώματα αυτά τύγχαναν ήδη πλήρους προστασίας στην βάση πάγιας νομολογίας. Βουλγαρία, Ρουμανία, Αυστρία, Σλοβακία και Πορτογαλία περιέλαβαν ήδη αντίστοιχες δια- τάξεις στην εθνική τους νομοθεσία που διασφαλίζουν τα δικαιώματα αυτά. Ωστόσο, μόνο στην Ρουμανική και Βουλγαρική νομοθεσία δηλώνεται ρητά ότι η σιωπή δεν μπορεί να απο- τελέσει τεκμήριο εναντίον των κατηγορουμένων, ενώ στην Αυστριακή νομολογία επιτρέπε- ται να ληφθεί υπόψη, υπό κάποιες συνθήκες, η σιωπή του κατηγορουμένου ως προς τις κα- τηγορίες που τον βαρύνουν. Συνιστάται συνεπώς σε όλες τις χώρες να συμπεριλάβουν σαφείς διατάξεις που να συμμορ- φώνονται με τις απαιτήσεις της Οδηγίας (Άρθρο 7(5)), προκειμένου η άσκηση του δικαιώμα- τος σιωπής και μη αυτό-ενοχοποίησης από τον ύποπτο / κατηγορούμενο να μην χρησιμοποι- είται εναντίον τους ως ένδειξη διάπραξης ποινικού αδικήματος.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=