ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

1.1. Δομή και λειτουργία του Ποινικού Δικαίου 5 Α. Η διάκριση ανάμεσα στο γνήσιο ΠΔ και στους ειδικούς ποινικούς νόμους πα- ραβιάζεται από παλαιά. Με τη βοήθεια κυρίως των εργασιών των Goldschmidt 28 , Frank 29 και Erik Wolf 30 επικράτησε η άποψη ότι το εγκληματικό άδικο και η απλή πα- ράβαση τάξεως διαφέρουν όχι μόνον ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά 31 . Πίστευαν δηλ. οι υποστηρικτές αυτής της άποψης ότι μπορούσαν να εντοπίσουν το κριτήριο διάκρι- σης στο ότι μόνον σε περίπτωση εγκληματικού αδίκου παραβιάζεται ένα ουσιαστι- κό έννομο αγαθό. Αντίθετα, η παράβαση τάξεως συνιστά απλώς ανυπακοή απέναντι στην έννομη τάξη, δηλ. με αυτή παραβιάζονται μόνο διοικητικά αγαθά 32 . Β. Αργότερα κυριάρχησε η αντίληψη ότι θα πρέπει να γίνει διάκριση όχι με βάση το είδος της παραβίασης του εννόμου αγαθού αλλά σύμφωνα με την ηθική σημαντι- κότητα 33 . Γ. Σήμερα πρέπει να διαφοροποιήσουμε -κατά την επικρατούσα άποψη 34 - ποσοτι- κά και μάλιστα να αναλογισθούμε δικαιοπολιτικά περαιτέρω, μήπως πρέπει να μετα- ταγούν οι ασήμαντες περιπτώσεις από την ομάδα των εγκλημάτων κατά της περιου- σίας και της ιδιοκτησίας στις παραβάσεις τάξεως 35 . Γιατί άραγε θα πρέπει λ.χ. η κλοπή των 100 € να αποτελεί πλημμέλημα; Σε άλλα εγκλήματα δεν πληρούται -σύμφωνα με υποστηριζόμενη στο πλαίσιο του γερμανικού ΠΔ γνώμη- ούτε καν η αντικειμενι- κή υπόσταση (λ.χ. στις §§ 185, 223 του γερμανικού ΠΚ) σε περίπτωση που η επίθεση κατά του εννόμου αγαθού είναι επουσιώδης 36 . Έτσι θα δημιουργείτο στον ΠΚ πεδίο για ποινικές διατάξεις σχετικά με την καταπολέμηση της εγκληματικότητας του «λευ- κού περιλαιμίου» ή κατά του περιβάλλοντος 37 . 28. Das Verwaltungsstrafrecht, 1902. 29. Studien zum Polizeistrafrecht, 1907. 30. Σε Frank-Festgabe, 1930, Bd II, σελ. 516 επ. 31. Πρβλ. Χαραλαμπάκη, έ.α., σελ. 48 επ. 32. Έτσι στο γερμανικό Σχέδιο ΠΚ του 1925 προβλεπόταν ο εκσυγχρονισμός από τον γερμανικό ΠΚ του διοικητικού και του μη-εγκληματικού ΠΔ. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η εξέλιξη της γερ- μανικής νομοθεσίας υπό την επίδραση του Eber. Schmidt ήταν η απεγκληματοποίηση παραβιά- σεων νόμου τόσο στους ειδικούς ποινικούς νόμους όσο και στον ΠΚ, ενόσω δεν παρουσιάζουν κανένα ηθικά θεμελιωμένο απαξιακό περιεχόμενο, βλ. Baumann/Weber/Mitsch, έ.α., σελ. 45. 33. Η Ολομέλεια του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Ακυρωτικού Δικαστηρίου αναφέρει στην BGHSt 11, 263 (264) τα εξής: Το εγκληματικό άδικο υπόκειται σε μια ιδιαίτερη ηθική απαξιακή κρίση ενώ το διοικητικό άδικο εξαντλείται σε μια απλή ανυπακοή σχετικά με μια διοικητική προσταγή. Πρβλ. Baumann/Weber/Mitsch, έ.α., σελ. 46 και τις εκεί παραπομπές στην υποσημ. 46 στη νομολογία του BVerfG (Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο). 34. Βλ. Baumann/Weber/Mitsch, AT, έ.α., σελ. 36. 35. Πρβλ. Baumann/Weber/Mitsch, έ.α., σελ. 47. 36. Σχετικά βλ. Baumann, JZ 1972, σελ. 1, Tiedemann, ZStW 83 (1971), σελ. 799 επ. 37. Σχετικά βλ. Baumann, JZ 72, σελ. 1 επ. και ZRP 1972, σελ. 273 επ., Rössner, Bagatelldiebstahl und Verbrechenskontrolle, 1975. Η αναγκαιότητα ποσοτικής διάκρισης στο πλαίσιο του γερμα-

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=