ΤΟ ΚΛΗΤΗΡΙΟ ΘΕΣΠΙΣΜΑ

6 Το Κλητήριο Θέσπισμα Για την επίδοση της κλήσης πρέπει να έχει προηγηθεί η επίδοση του αμετάκλητου παραπε- μπτικού βουλεύματος, αλλιώς ανακύπτει ακυρότητα της κλήσης 15 . Η μη επίδοση του βου- λεύματος: α) κωλύει το αμετάκλητο αυτού, β) συνεπάγεται ακυρότητα της κλήσης προς εμ- φάνιση, καλυπτόμενη όμως κατά το άρθρο 175 παρ. 2 ΚΠΔ 16 . Από της επίδοσης της κλήσης στον κατηγορούμενο η υπόθεση καθίσταται εκκρεμής ενώπιον του δικαστηρίου 17 . Αναλυτικότερα, αν η υπόθεση συζητείται στο ακροατήριο, χωρίς το παραπεμπτικό βού- λευμα να έχει καταστεί αμετάκλητο, τότε συντρέχει υπέρβαση εξουσίας 18 . Περαιτέρω, η μη έγκυρη επίδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος στον κατηγορούμενο συνεπάγεται και την ακυρότητα της κλήσης προς αυτόν στο ακροατήριο. Σε περίπτωση, όμως, που ο κα- τηγορούμενος εμφανισθεί στο δικαστήριο και δεν εναντιωθεί στη διαδικασία, παρά την ακυρότητα της κλήσης ή ακόμα και την παντελή έλλειψη της επίδοσης αυτής, η κύρια δια- δικασία έχει αρχίσει 19 . Υποστηρίζεται ότι αν η υπόθεση συζητείται στο ακροατήριο, χωρίς να έχει επιδοθεί το πα- ραπεμπτικό βούλευμα στον κατηγορούμενο, έστω κι αν του επιδόθηκε κλήση για εμφάνι- ση, θα μπορούσε να γίνει λόγος και για απόλυτη ακυρότητα (αρ. 171 παρ. 1 περ. δ΄ ΚΠΔ σε συνδυασμό με αρ. 6 παρ. 3α Ε.Σ.Δ.Α.) 20 . Το βούλευμα καθίσταται αμετάκλητο αν δεν ασκηθεί έφεση από τον κατηγορούμενο (βλ. αρ. 478 και 482 ΚΠΔ) ή αυτή απορριφθεί ή ασκηθεί από τον κατηγορούμενο απαραδέκτως ένδικο μέσο 21 . Ο αρμόδιος εισαγγελέας οφείλει να μη λάβει υπόψη το ασκηθέν (απαραδέ- κτως) ένδικο μέσο, αλλά να προβεί στην εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο με επί- δοση κλήσης στον κατηγορούμενο 22 . Επισημαίνεται ότι το αμετάκλητο του βουλεύματος στις περιπτώσεις των άρθρων 314 και 319 παρ. 5 ΚΠΔ τέθηκε με την έννοια του σχετικώς αμετακλήτου. Τούτο σημαίνει ότι αφο- ρά σε κάθε κατηγορούμενο, για τον οποίο το παραπεμπτικό βούλευμα κατέστη αμετάκλη- το, οπότε νομίμως επιδίδεται κατά τις διατάξεις των άρθρων 314 και 319 παρ. 5 ΚΠΔ η 15. ΑΠ 137/2015 ΤΝΠ NOMOΣ. 16. Κονταξής Α., ό.π., σελ. 2038. 17. ΑΠ 96/1963 ΠοινΧρ 1963/ΙΓ, 289, ΑΠ 95/1962 ΠοινΧρ 1962/ΙΒ, 349. 18. ΑΠ 1314/1984, ΠοινΧρ ΛΕ/1985, 333, Ζησιάδης Ι., Ποινική Δικονομία, τομ. Β΄, 3 η έκδ., 1977, σελ. 384, Καρράς Α., Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 3 η έκδ., 2007, σελ. 644, Κονταξής Α ., ό.π., σελ. 2038, Μαργα- ρίτης Μ./Μαργαρίτη Α ., ό.π., σελ. 1354-1355, Σαββίδης Ν. , Η υπέρβαση εξουσίας ως λόγος αναίρεσης κατά αποφάσεων στον νέο ΚΠΔ, ΠοινΔικ, 8-9/2020, 845, ΤΝΠ QUALEX, όπου και παραπομπές -μεταξύ άλλων - σε ΕισΠροτ (Παπαδάκη) σε ΣυμβΑΠ 360/2001 ΠοινΔικ 2001, 598 επ. με παρατ. Λ. Μαργαρίτη . 19. ΑΠ 570/2008 Αρμ 2008, 954, ΑΠ 1632/1995 ΠοινΧρ 1996, 1032, ΑΠ 1588/2004 ΤΝΠ NOMOΣ, ΠΛογ 2004, 2006 . , Καίσαρης Π ., Κώδιξ Ποινικής Δικονομίας, τομ Γ΄, 1984, σελ. 2200. 20. Καρράς Α ., Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 6η έκδ., 2019, σελ. 621-622, Μαργαρίτης Λ. , σε Λ. Μαργαρί- τη/Α. Ζαχαριάδη, Το κλητήριο θέσπισμα, 1996, σελ. 23, Ανδρουλάκης Ν ., Θεμελιώδεις έννοιες της ποι- νικής δίκης, 1994, σελ. 336, υποσ. 58. 21. Μαργαρίτης Μ./Μαργαρίτη Α ., ό.π., σελ. 847, Φράγκος Κ., ΚΠΔ, 2 η έκδ., 2020, σελ. 1043. 22. ΑΠ 228/2002 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΠΛογ 2002, 192, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=