

627
Συμβάσεις
Ο περί Καταχρηστικών Ρητρών σε Καταναλωτικές Συμβάσεις Νόμος
Άρθ.
6-9
[15]
6.
—
Συνέπειες καταχρηστικών ρητρών.
-(1)
Παρά τις διατάξεις του περί Συμβάσεων
Νόμου, καταχρηστική ρήτρα σε σύμβαση μεταξύ πωλητή ή προμηθευτή και καταναλωτή δε
δεσμεύει τον καταναλωτή.
(2)
Η σύμβαση εξακολουθεί να δεσμεύει τους συμβαλλομένους, εκτός αν αυτή δε δύναται να
συνεχίσει ναυφίσταται χωρίς την καταχρηστικήρήτρα.
7.
—
Ερμηνευτικός κανόνας για γραπτές συμβάσεις.
Ο πωλητής ή ο προμηθευτής
οφείλει να διασφαλίζει ότι σε περίπτωση γραπτών συμβάσεων, οι ρήτρες διατυπώνονται
με σαφή και κατανοητό τρόπο. Σε περίπτωση αμφιβολίας για την έννοια μιας γραπτής ρή-
τρας, υπερισχύει η ευνοϊκότερη για τον καταναλωτή ερμηνεία. Αυτός ο ερμηνευτικός κανό-
νας δεν εφαρμόζεται στα πλαίσια των διαδικασιών που προβλέπονται στο άρθρο 9(5).
[3 του
69(Ι)/1999]
8.
—
Επιλογή εφαρμοστέου δικαίου.
Παρά την ύπαρξηοποιασδήποτε συμβατικής ρή-
τρας ηοποία καθιστά ήσκοπεί να καταστήσει εφαρμοστέοστησύμβαση τοδίκαιο άλλης επι-
κράτειας πλην των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο παρών Νόμος τυγχάνει εφαρ-
μογής, αν εκάτερον ή και ταδύοαπό ταπιο κάτωσυντρέχουν, δηλαδή:
(α)
Η ρήτρα αυτή, κατά την κρίση του δικαστηρίου, έχει ως αποτέλεσμα την εφαρμογή δικαίου
κατώτερης προστασίας από την προστασίαπουπαρέχεται με τον παρόνταΝόμο· ή
(β)
κατά τη σύναψη της σύμβασης ο καταναλωτής είχε τη συνήθη διαμονή του είτε στην Κυπρι-
ακήΔημοκρατία είτε σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα αναγκαία μέτρα για τη σύ-
ναψη ή την εκπλήρωση της σύμβασης είχαν ληφθεί στην επικράτεια είτε της Κυπριακής Δημο-
κρατίας είτε κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον καταναλωτήήαπόάλλους για λο-
γαριασμό του καταναλωτή.
[4 του 69(Ι)/1999]
9.
—
Παρεμπόδιση της συνεχιζόμενης χρήσης καταχρηστικών ρητρών.
-(1)
ΟΔι-
ευθυντής έχει καθήκον να εξετάζει κατόπιν υποβολής παραπόνου ή και αυτεπάγγελτα κατά
πόσοοποιαδήποτε συμβατικήρήτρα πουπροορίζεται για γενική χρήση είναι καταχρηστική.
(2)
Όταν, ύστερα από εξέταση που διενεργείται σύμφωνα με το εδάφιο (1) σχετικά με οποια-
δήποτε συμβατική ρήτρα, ο Διευθυντής θεωρήσει ότι αυτή είναι καταχρηστική, δύναται, αν το
θεωρήσει σκόπιμο, να ζητήσει με αίτηση του προς το Δικαστήριο την έκδοση απαγορευτικού
διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον οποιουδήποτε προ-
σώπου το οποίο, κατά την κρίση του, χρησιμοποιεί ή εισηγείται τη χρήση τέτοιων ρητρών σε
συμβάσεις πουσυνάπτονται με καταναλωτές.
(3)
ΟΔιευθυντήςδύναται,αντοθεωρήσεισκόπιμο,ναλάβειυπόψητουοποιαδήποτεανάληψηδέ-
σμευσης που δόθηκε προς αυτόν από πρόσωπο ή εκ μέρους οποιουδήποτε προσώπου, αναφο-
ρικάμετησυνεχιζόμενηχρήσητέτοιωνρητρώνσεσυμβάσειςπουσυνάπτονταιμεκαταναλωτές.
(4)
Σε περίπτωση που ο Διευθυντής ύστερα από εξέταση που διενεργείται σύμφωνα με το εδά-
φιο (1), δε θεωρεί σκόπιμο να αποταθεί στο δικαστήριο σε σχέση με οποιοδήποτε παράπονο το
οποίο, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, έχει καθήκον να εξετάζει, τότε οφείλει να
αιτιολογεί την απόφαση τουαυτή.
(5)
[Καταργήθηκε]
[2 του 95(Ι)/2007]
(6)
Οι αιτήσεις που αναφέρονται στα εδάφια (2) και (5) μπορούν να απευθύνονται κατά πλειό-
νων πωλητών ή προμηθευτών, χωριστά ή από κοινού, του ίδιου επαγγελματικού τομέα ή κατά
των ενώσεων τους που χρησιμοποιούν ή συνιστούν τη χρησιμοποίηση των ίδιων ή παρεμφε-
ρών συμβατικών ρητρών για γενική χρήση.