Η ΣΧΕΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΣΤΕ

Η Σχέση Πολιτικής ∆ικονομίας και ∆ικονομίας του ΣτΕ 44 νομη τάξη τότε λαμβάνεται με το κοινό αυτό νόημα και στο Π∆ 18/1989. Αν όμως πρόκειται για ταυτότητα όρου μεν ο οποίος ορίζεται και ρυθμίζεται ειδικώς και διαφορετικά στη δικονομία του Συμβουλίου της Επικρατείας ο όρος αυτός ερμηνεύεται αυτοδύναμα και όχι με την έννοια που έχει στη πολι- τική δικονομία. Οίκοθεν νοείται ότι οσάκις ο διοικητικός δικονομικός νόμος χρησιμοποιεί όρους από άλλο τομέα του δικαίου (όπως λ.χ ανήλικος από τον Αστικό Κώδικα) εννοείται ότι εν αμφιβολία οι όροι αυτοί έχουν το αυτό νόη- μα που έχουν και στο νόμο από τον οποίο ελήφθησαν 102 . ΙΙ. Νομολογιακή διάπλαση δικονομικών κανόνων Η νομολογιακή φύση του διοικητικού δικαίου και η για χρόνια σύνδεση ουσια- στικού και δικονομικού δικαίου 103 είχαν ως αποτέλεσμα την προτίμηση της νομολογίας να δημιουργεί νομολογιακούς δικονομικούς κανόνες αντί να πα- ραπέμπει στη πολιτική δικονομία προκειμένου να συμπληρώσει τα κενά της δικονομίας του ΣτΕ. Η θεωρία 104 από πολύ νωρίς είχε διαπιστώσει την τάση της νομολογίας να χρησιμοποιεί τη πολιτική δικονομία όχι με σκοπό την ανά- λογη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων αλλά μονάχα προς αναζήτηση των γενικών ή θεμελιωδών αρχών που δύνανται να εφαρμοσθούν στη δίκη του ΣτΕ και σε επόμενο στάδιο τη διάπλαση του σχετικού νομολογιακού δικονο- μικού κανόνα. Όπως θα σημειωθεί στην ειδικότερη ανάλυση του άρθρου 40 η μέθοδος αυτή (διάπλαση νομολογιακών δικονομικών κανόνων) διαφέρει από την ανάλογη εφαρμογή διατάξεων της πολιτικής δικονομίας και εν τέ- λει ωθεί σε περιγραφή του νόμου διότι οι λύσεις οι οποίες επιλέγονται είναι έκδηλο ότι εμπνέονται από τους αντίστοιχους θεσμούς της πολιτικής δικο- νομίας ωστόσο δεν παραπέμπουν στον ΚΠολ∆. Χαρακτηριστική περίπτωση αυτής της κατηγορίας είναι η ρύθμιση του ζητήματος της ενεργητικής ομο- δικίας στην ακυρωτική δίκη. Η προσέγγιση του ζητήματος ήταν και είναι νο- μολογιακή με μόνη εξαίρεση -από μόλις το 2004 την προσθήκη της παραγρά- φου 6 στο άρθρο 45 του Π∆ 18/1989. Η νομολογία απαιτεί παγίως ταυτότητα ιστορικής και νομικής αιτίας 105 χωρίς να παραπέμπει στον ΚΠολ∆ ο οποίος στο άρθρο 74 περ. 1 προσφέρει αντίστοιχο κανόνα προς εφαρμογή 106 . Στο 102.  Ηλ. Καμπίτσης , Κανόνες.., ό.π., σ. 17 όπου και περισσότερα σχετικά παραδείγματα. 103.  Β. Σκουρής , ∆ιοικητικό δικονομικό δίκαιο, τόμος Ι, ό.π., σ. 25, Εμ. ∆αρζέντας , Η νο- μολογία ως πηγή του ∆ιοικητικού ∆ικαίου και το νομολογιακό διοικητικό δίκαιο 2000, σ. 10 επ. 104.  Ηλ. Καμπίτσης , ∆ιοικητική ∆ικονομία, ό.π., σ. 7 επ. 105.  Π. Λαζαράτος , ∆ιοικητικό ∆ικονομικό ∆ίκαιο, ό.π., σ. 176. 106.  Άρθρο 74 περ. 1 ΚΠολ∆ «..αν, σχετικά με το αντικείμενο της διαφοράς, έχουν κοινό δικαίωμα ή κοινή υποχρέωση ή αν τα δικαιώματα ή οι υποχρεώσεις τους στηρίζον- ται στη ίδια πραγματική και νομική αιτία».

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=