ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Κεφάλαιο Πρώτο: Ζητήματα δικαιοδοσίας [03] 9 ατάξεις τυγχάνει επιτρεπτή η εκ νέου άσκηση του ενδίκου βοηθήματος μέσα σε προ- θεσμία 2 μηνών από την (επίδοση) της τελεσίδικης απορριπτικής αποφάσεως στο προ- σήκον δικαστήριο της προσήκουσας δικαιοδοσίας, οπότε και λογίζεται ότι ασκήθηκε κατά το χρόνο ασκήσεως αυτού που απορρίφθηκε, ενώ περαιτέρω λαμβάνει χώρα και συνυπολογισμός του τυχόν καταβληθέντος δικαστικού ενσήμου (βλ. ΣτΕ 2622/2017, 3528/2014, 1454/2014, 150/2012, 295/20111, ΔΕφΑ 10/2013, ΔΕφΠ 122/2014, ΔΠΝαυπλ 5/2016, ΔΠΛαμ 402/2015, ΔΠΗρακ 108/2012, ΔΠΡοδου 269/2010, ΔΠΧαλκ. 285/2008, ΑΠ 1394/2018, 1399/2017, 1039/2017, 1655/2010, ΕφΑνΚρητης 4/2018). Ενόψει επομένως ότι η τελεσίδικη απόφαση επιδόθηκε εις τη Ι μόλις στις 14.12.2017 και αυτή έσπευσε ήδη στις 8.1.2018 να ασκήσει τη συναφή αγωγή της ενώπιον του αρμόδι- ου προς τούτο διοικητικού δικαστηρίου σύννομα έκανε χρήση της ως άνω δικονομικής δυνατότητας και επανήλθε προσηκόντως ενώπιον της ορθής δικαιοδοσίας. 2) Εν γένει η ανωτέρω δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία αφετηριάζεται, αν η απορριπτι- κή απόφαση είναι από την έκδοσή της τελεσίδικη ή εκδόθηκε κατ’ έφεση από δικαστή- ριο του δεύτερου βαθμού, από την επίδοση της τελεσίδικης απορριπτικής απόφασης στον ενδιαφερόμενο. Αν όμως χωρεί κατ’ αυτής έφεση, η προθεσμία αρχίζει αφότου η πρωτόδικη απόφαση καταστεί τελεσίδικη δια της παρόδου της προς άσκηση του ένδι- κου μέσου προθεσμίας, υπό την προϋπόθεση ότι η πρωτόδικη απόφαση έχει επιδοθεί (βλ. ΑΠ 1399/2017) . Περαιτέρω η σχετική δίμηνη προθεσμία από την επίδοση της τελεσίδικης αποφάσεως αποτελεί το απώτατο όριο, αλλά σε κάθε περίπτωση η σχετική δυνατότητα αναφύεται ήδη από την έκδοση της σχετικής τελεσίδικης αποφάσεως (βλ. ΔΠΝαυπ 5/2016). Σύν- νομα επομένως η Ι θα μπορούσε να είχε ασκήσει τη σχετική αγωγή της ενώπιον της δι- οικητικής δικαιοσύνης ήδη από τις 18.10.2017, δοθέντος ότι η είχε ήδη εκδοθεί η σχετική τελεσίδικη απορριπτική απόφαση της πολιτικής δικαιοσύνης, χωρίς να ασκεί ουδεμία επιρροή το γεγονός ότι η εν λόγω απόφαση δεν είχε κατά το χρόνο αυτό (18.10.2017) προλάβει να επιδοθεί στην Ι. 3) Η Ι δεν οφείλει να καταβάλει εκ νέου οποιοδήποτε ένσημο ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού δικαστηρίου, δοθέντος ότι σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις λαμβάνει χώρα συνυπολογισμός του καταβληθέντος (και δη εν προκειμένω ισόποσου) δικαστι- κού ενσήμου εν σχέσει με την αγωγή που είχε ασκήσει η Ι ενώπιον των πολιτικών δικα- στηρίων. Οι αξιώσεις δε της Ι (καθ’ ο μέρος μόνο βεβαίως ταυτίζονται με τις αξιώσεις που είχαν συμπεριληφθεί στην εμπροθέσμως ασκηθείσα αγωγή ενώπιον των πολιτι- κών δικαστηρίων) δεν κινδυνεύουν με παραγραφή , καθότι ως χρόνος ασκήσεως της δεύτερης αγωγής λογίζεται ο χρόνος ασκήσεως της πρώτης αγωγής ενώπιον των πολι- τικών δικαστηρίων. Δοθέντος δε ότι οι αξιώσεις αυτές ανάγονται στην περίοδο 2008-2010 και η πρώτη αγω- γή ασκήθηκε το 2012 δε δύναται να ανακύψει (πάντα για τις αξιώσεις που είχαν εξ αρχής συμπεριληφθεί στην επίδικη αγωγή) οποιαδήποτε ζήτημα παρελεύσεως της σχετικής 5ετούς παραγραφής (Άρθρα 48, 49 ΝΔ 496/1974) .

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=