ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

9 ΟλΑΠ 1/2014 γικό ότι σε αυτή την περίπτωση δεν επιβαρύνεται η θέση του κατηγορουμένου, αλλά αντίθετα διευκολύνεται η ποινική διαδικασία 7 . Κατά συνέπεια εάν ένας δικονομικός κανόνας μεταβληθεί κατά τη διάρκεια που τρέχει μια ποινική διαδικασία, οι μεν διαδι- καστικές πράξεις που τελέσθηκαν υπό το καθεστώς του παλαιού νόμου διατηρούν την ισχύ τους, από τον χρονικό όμως σημείο της μεταβολής του νόμου η διαδικασία ακο- λουθεί το νέο σύστημα 8 . Το βασικό επιχείρημα που προβάλλεται εδώ είναι ότι η νεώ- τερη δικονομική ρύθμιση είναι κατά τεκμήριο βελτιωμένη έναντι της παλαιότερης. Με βάση αυτό το σκεπτικό ήδη η ΟλΑΠ 390/1992 9 δέχθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 17 Ν 1738/1987, η οποία επεκτείνει την εφαρμογή του άρθρου 308 παρ. 1 και σε υποθέσεις που είναι εκκρεμείς ή για τις οποίες δεν έχει ασκηθεί ακόμη ποινική δίωξη, είναι δικονομικού περιεχομένου και ως εκ τούτου η εφαρμογή της δεν προσκρούει στο άρθρο 2 ΠΚ. Την ίδια στάση τηρεί η κρατούσα άποψη και στην περίπτωση που ο νεό- τερος δικονομικός νόμος δεν τροποποιεί την διαδικασία αλλά μεταβάλλει την αρμοδι- ότητα 10 . Εναντίον αυτής της απόψεως μπορεί να προβληθεί το επιχείρημα ότι με αυτόν τον τρόπο στερείται ο κατηγορούμενος του φυσικού του δικαστή και έτσι προσβάλλε- ται ουσιώδες συνταγματικό του δικαίωμα 11 . Στα παραπάνω ανταποκρίνεται και η γενικότερη εικόνα της νομολογίας. Έτσι, η ΑΠ 1811/2009 12 έκρινε ότι ο Ν 3251/2004, με τον οποίον θεσπίσθηκε στην Ελλάδα ο θε- σμός του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, είναι νόμος ποινικός δικονομικός και όχι ουσιαστικός, αφού δεν περιέχει διατάξεις ουσιαστικού ποινικού δικαίου αλλά ρυθμί- ζει απλώς τις διαδικασίες σύλληψης και της, μετά από δικαστική κρίση, παράδοσης του εκζητουμένου προσώπου μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα πλαίσια της μεταξύ τους δικαστικής συνεργασίας και επομένως ως δικονομικός νόμος κατά την γενική αρχή του διαχρονικού δικονομικού δικαίου εφαρμόζεται και στις εκ- κρεμείς δίκες κατά το ανεκτέλεστο μέρος των, δηλαδή και για τις αξιόποινες πράξεις που έχουν τελεστεί προ της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού. Επίσης, σειρά αποφάσε- 7. Βλ. και την κριτική στάση του Ανδρουλάκη (Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, 3 η έκδ., 2007, σελ. 17/18), απέναντι στο επιχείρημα ότι κάθε νεότερος δικονομικός νόμος αποβλέπει στην βελτί- ωση του υπάρχοντος συστήματος απονομής της δικαιοσύνης. 8. Έτσι Μαγκάκης, Συστημ.Ερμην. ΠΚ, άρθρο 1, αρθ. 71, Μανωλεδάκης, Γεν. Θεωρία, σελ. 120. 9. ΠοινΧρ 1992, σελ. 522. 10. Βλ. Μπουρόπουλο, Ερμην. ΠΚ, τ. Α’, σελ. 12, Τούση/Γεωργίου , Ερμην. ΠΚ, τ. Α’, σελ. 29. Βλ. επίσης ΕφΑθ 1938/1991, Υπερ 1996, σελ. 535, ΕφΑθ 257/1993, Υπερ 1996, σελ. 538, ΕφΑθ 3352/2009, ΠοινΧρ 2011, σελ. 139. 11. Το σημείο αυτό απέκτησε ιδιαίτερη επικαιρότητα με αφορμή τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 4 του Ν 3251/2004 (που τροποποίησε τον αριθμό 5 του άρθρου 111 ΚΠΔ), σύμφωνα με την οποία για τις πράξεις στα πλαίσια τρομοκρατικών οργανώσεων αποκλειστικά αρμόδιο προς εκδίκαση είναι το Τριμελές Εφετείο. Για την όλη προβληματική βλ. Αναστ. Τριανταφύλλου , Η καθ’ ύλην αρμοδι- ότητα των ποινικών δικαστηρίων, 2005, σελ. 128 επ. 12. ΠοινΔικ 2010, σελ. 37 επ. με παρατηρ. Δ. Μουζάκη .

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=