ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ, ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΝΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΗ

Κεφάλαιο πρώτο 9 Σε τρεις -κυρίως- κατηγορίες υποθέσεων, δεν διεξαγόταν η συνήθης ανάκριση, ενώ ειδικά, για τις ανθρωποκτονίες, έπρεπε να διεξαχθούν από τον άρχοντα - βα- σιλέα, τρεις «προδικασίαι», με μηναία χρονική απόσταση μεταξύ τους. Ειδικότερα: 1) Το στάδιο της ανάκρισης, καθίστατο, ενδεχομένως, περιττό, όταν διενεργείτο προκαταρκτική εξέταση από την Εκκλησία του Δήμου ή την Βουλή, σε υποθέσεις που είχε ασκηθεί προβολή 5 ή εισαγγελία. 2) Το στάδιο της ανάκρισης μπορούσε να παραμερισθεί και σε υποθέσεις, όπου είχε προηγουμένως εκδοθεί απόφαση δημόσιου διαιτητή, την οποία δεν αναδέ- χθηκαν οι διάδικοι, λόγος για τον οποίο, η σχετική υπόθεση παραπεμπόταν, χω- ρίς ανάκριση, στο δικαστήριο. 3) Απαλοιφή της ανάκρισης μπορούσε να επισυμβεί και σε περίπτωση που είχε προηγηθεί η διαδικασία της «αποφάσεως», όπως λ.χ. συνέβαινε στις υποθέσεις προδοσίας και δωροδοκίας 6 . – Από την προ-σολωνική παθητική ποινική στάση της πόλης, περάσαμε στην ανα- ζωπύρωση της δημόσιας κατακραυγής εναντίον του εγκλήματος και ιδιαίτερα, κατά της ατιμίας, της δυσφήμισης κ.λπ. Κατά την μετα-σολωνική περίοδο απο- δυναμώθηκε η ατομική εκδίκηση κι εμφανίσθηκαν οι δημοτικές αγωγές, για την αυτοάμυνα της πόλης και ως τρόπο τιμωρίας των δημόσιων και των ιδιωτικών εγκλημάτων. Οι παλαιότερες περιπτώσεις δημοτικών αγωγών, εφήγησις 7 , απα- γωγή 8 , φάσις 9 , εισαγγελία, παρεχώρησαν την δικονομική τους θέση στην ένδει- 5. Βλ. σχετ., Η προβολή υποβαλλόταν στην εκκλησία του δήμου, η οποία εισήγαγε την εκδίκα- σή της στα δικαστήρια. Πολυδ. Η. 54-46 - Παράλληλα, ασκούνταν επί παραπόνων κατά κα- ταχρήσεως των Αρχόντων, κατά των συκοφαντών, Ξενοφ. Ελληνικ. Α, 35, κατά των ασεβού- ντων τα ιερά, Δημοσθ. Μειδ. 173. 6. Βλ. σχετ., Η εισαγγελία εισαγόταν στη βουλή, η οποία μπορούσε να την απορρίψει, Λυσία, Νι- κομ. 5 ή να εκδικάσει αυτήν, εάν το αδίκημα ετιμωρείτο με ζημία έως πεντακοσίων δραχμών ή εισαγόταν διά των αρχόντων στην Ηλιαία, εάν το αδίκημα ήταν βαρύ. Δημοσθ. Κατά Τιμο- κράτους 61. Πρβλ. Επτηρίς του Κέντρου Ερεύνης της ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου, Ακα- δημία Αθηνών, 1973, σελ. 81-82. 7. Βλ. σχετ. Πολυδ. Η. 50. Η απαγωγή και η εφήγησις ασκούνταν επί κλοπής, φόνου, κακώσεως γονέων και άλλων, των οποίων η ποινή ήταν καθορισμένη. 8. Βλ. Η απαγωγή ήταν κάτι σαν είδος εγκλήσεως, και αναφερόταν στη σύλληψη του δράστη από οποιονδήποτε πολίτη και η προσαγωγή - παράδοση αυτού στην αρμόδια αρχή των έν- δεκα. Επίσης, η απαγωγή ήταν επιτρεπτή σε κάθε περίπτωση αυτόφωρης σύλληψης του δρά- στη. Δημοσθ. Κατά Ανδροτίωνος 26-27 – Ο ίδιος , κατά Αριστογείτονος Β 9, Ο ίδιος, κατά Αρι- στοκράτους, 28 και 80 – Ο ίδιος, κατά Στεφάνου Α΄ 81 - Δεινάρχου κατά Αριστογείτονος 9. 9. Βλ. σχετ., Η φάσις ήταν η καταγγελία εναντίον οποιουδήποτε, παρέβαινε ρητή απαγορευτι- κή διάταξη νόμου, ανεξαρτήτως αν το τελούμενο αδίκημα ήταν ιδιωτικό ή δημόσιο. Δημοσθ. Προς Λάκριτον 51, Ο ίδιος, κατά Ανδροτίωνος 27 - Πολυδ. Η. 48.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=